Τον Οκτώβριο του 2009, ο Θόδωρος Ρουσόπουλος, σε ηλικία 46 ετών, βρέθηκε ξαφνικά να αντιμετωπίζει τη δική του πολιτική έρημο: Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε χάσει τις εκλογές με σχεδόν έντεκα μονάδες διαφορά, ο Κώστας Καραμανλής είχε παραιτηθεί από αρχηγός του κόμματος και ο ίδιος -κορυφαίο στέλεχος του Μεγάρου Μαξίμου μέχρι πρότινος- ήταν εκτός πολιτικού παιχνιδιού, με το «στίγμα» της υπόθεσης Βατοπαιδίου από μεγάλη μερίδα του Τύπου.

Κανείς, πιθανότατα ούτε εκείνος, δεν θα πίστευε ότι 15 χρόνια αργότερα όχι μόνο θα έκανε comeback στην πολιτική, αλλά θα εκλεγόταν ομόφωνα πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης - ο πρώτος μάλιστα Έλληνας στην Ιστορία. Γεννημένος τον Σεπτέμβριο του 1963 στην Κυπαρισσία, γιος ταχυδρόμου, όπως είχε πει ο ίδιος σε μια συναισθηματικά φορτισμένη ομιλία στη Βου[1]λή το 2008, ο Ρουσόπουλος ήταν το τέταρτο από τα έξι παιδιά μιας πολύτεκνης οικογένειας.

Μαθητής Δημοτικού ακόμα, λίγο πριν πέσει η δικτατορία, μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αθήνα και ξεκίνησε να πηγαίνει σχολείο στη γειτονιά του στην Καισαριανή. Οπως πολλοί ακόμα δημοσιογράφοι αυτής της γενιάς, μπήκε στον χώρο σχεδόν αμέσως μετά το σχολείο.

Στα 19 του έγινε ασκούμενος ουσιαστικά δημοσιογράφος στην κραταιά τότε «Ελευθεροτυπία», μαθαίνοντας την «τέχνη» πλάι στον Σπύρο Καρατζαφέρη. Ηδη αρκετά νωρίτερα, ο Φρέντυ Γερμανός είχε δημοσιεύσει στη στήλη του στην εφημερίδα κείμενα του μαθητή Ρουσόπουλου από τη σχολική εφημερίδα. Ακολούθησαν η «Νέα Μεσημβρινή», η «Καθημερινή», το περιοδικό «Elle» και ο «Αθήνα 9,84».

 Το μεγάλο βήμα για τον Θοδωρή Ρουσόπολο

Το 1989, τη χρονιά που έγινε το «big bang» της ιδιωτικής τηλεόρασης, ήταν πια έτοιμος να κάνει το με[1]γάλο βήμα, να περάσει από τον χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας στο «γυαλί», και να καθιερωθεί ως πολιτικός ρεπόρτερ στο Mega.

Το πέρασμα στην τηλεόραση έμελλε να αποτελέσει και το πέρασμά του από την εργένικη ζωή στον έγγαμο βίο, καθώς τότε γνώρισε τη νεαρή δημοσιογράφο του «902» Μάρα Ζαχαρέα. Το 1992 παντρεύτηκαν, με το ζευγάρι να αποκτά στη συνέχεια δύο παιδιά, τον Βασίλη και την Αννα. Κουμπάρος ήταν ο δημοσιογράφος Πάνος Λουκάκος, ο οποίος το 1996 εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με τη Ν.Δ.

Η «ώσμωση» με τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας υπήρχε -είχε εξάλλου φιλικές σχέσεις με τον καθηγητή και νέο βουλευτή Προκόπη Παυλόπουλο και με άλλους-, ωστόσο ούτε φαινόταν να επηρεάζει τη δουλειά του ούτε τον έβαζε σε σκέψεις εμπλοκής δικής του με την πολιτική.

Τη σκέψη αυτή την έβαλε στο μυαλό του το 2000 ο Κώστας Καραμανλής. Η ήττα στις εθνικές εκλογές οδήγησε τον πρόεδρο της Ν.Δ. σε μια συνολική επαναξιολόγηση της στρατηγικής του και του επιτελείου του.

 Ο Ρουσόπουλος είχε πρόσφατα αποχωρήσει από το Mega και εργαζόταν πλέον στο Star, είχε κερδίσει αναγνωρισιμότητα και διατηρούσε ένα σοβαρό και μετριοπαθές προφίλ, χάρη και στη δημοφιλή εκπομπή «7+7» που παρουσίαζε.

Ο Καραμανλής τον έπεισε να αφήσει τη δημοσιογραφία για χάρη της πολιτικής και έτσι, λίγο πριν από τη ΔΕΘ του 2000 και ενώ ο Αρης Σπηλιωτόπουλος απομακρύνθηκε, ο Γιώργος Κύρτσος -που εποφθαλμιούσε τη θέση- δεν επελέγη, ο Θόδωρος Ρουσόπουλος έγινε ο νέος εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος.

Η άνοδος ενόχλησε

Σταδιακά, τα καθήκοντα, οι αρμοδιότητες και το πεδίο δράσης του διευρύνθηκαν πολύ πέρα από το τυπικό του ρόλου. Από το γραφείο του στον δεύτερο όροφο της Ρηγίλλης συντόνιζε την καμπάνια των εκλογών του 2004, ενώ ο Καραμανλής τον συμβουλευόταν και τον αξιοποιούσε για πολλά θέματα.

Η γρήγορη άνοδός του στο «ρετιρέ» της εξουσίας είχε αρχίσει να ενοχλεί αρκετούς, εκτός αλλά και εντός Ν.Δ. Κάποιοι έλεγαν σκωπτικά ότι ο Καραμανλής είχε φέρει δίπλα του έναν αριστερό - αναφερόμενοι μάλλον στο γεγονός ότι πεθερός του ήταν το γνωστό στέλεχος της Ανανεωτικής Αριστεράς Αιμίλιος Ζαχαρέας.

Το 2004 ο Ρουσόπουλος βρέθηκε στο απόγειο της σταδιοδρομίας του και έμεινε εκεί για τέσσερα χρόνια: Κυβερνητικός εκπρόσωπος και υπουργός Επικρατείας, ο στενότερος συνεργάτης του πρωθυπουργού μαζί με τον Γιάννη Αγγέλου, με λόγο και παρέμβαση σε πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις πολύ ευρύτερα του χαρτοφυλακίου του.

Η επικοινωνιακή διαχείριση της μείζονος κρίσης με τις πυρκαγιές του Αυγούστου του 2007, που συνέβαλε στη νέα νίκη της Ν.Δ. στις πρόωρες εκλογές του Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς, ανέβασε ακόμα περισσότερο τις ήδη υψηλές «μετοχές» του.

 Τον έβγαλε, ωστόσο, από την εκλογή με σταυρό (μπήκε εκ νέου στο Επικρατείας), καθώς η καμπάνια που είχε ξεκινήσει για την Περιφέρεια Αττικής διεκόπη απότομα και η υποψηφιότητά του αποσύρθηκε, αφού δεν θα μπορούσε έτσι να εμφανίζεται καθημερινά στην τηλεόραση λόγω των περιορισμών του εκλογικού νόμου.

Η κριτική, τα σχόλια και οι αιχμές είχαν όμως ήδη αρχίσει να φουντώνουν, από εχθρούς και φίλους. Στο στόχαστρο η σύζυγός του, που παρουσίαζε το κεντρικό δελτίο ειδήσεων στο Mega και μετά του Alpha, τα σπίτια τους σε Παλαιό Ψυχικό, Καπανδρίτι και Πάρο, ο κλειστός κύκλος συνεργατών και πολιτικών φίλων που διατηρούσε και άλλα πολλά.

Το αποφασιστικό πλήγμα ήρθε με την υπόθεση ανταλλαγής οικοπέδων του Δημοσίου με τη Μονή Βατοπαιδίου: Λόγω και της θέσης του, αλλά και της προσωπικής και πνευματικής του σχέσης επί μακρόν με τον ηγούμενο Εφραίμ, του πιστώθηκε κεντρικός ρόλος στο σκάνδαλο, που είχε συνταράξει επί μήνες τότε την κοινή γνώμη.

Οι εξελίξεις που ακολούθησαν ήταν καταιγιστικές: Η Ζαχαρέα παραιτήθηκε από τη θέση της, συστάθηκε Εξεταστική Επιτροπή για το Βατοπαίδι, ο Ρουσόπουλος παραιτήθηκε από υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος. Ενοχή για το Βατοπαίδι δεν προέκυψε δικαστικά ποτέ, ωστόσο η επιστροφή στην πολιτική έμοιαζε τότε με άπιαστο στόχο.

Ο Ρουσόπουλος ασχολήθηκε με τις σπουδές του (είχε πτυχίο από το ΕΑΠ), κάνοντας διδακτορικό στην Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και αργότερα διδάσκοντας Επικοινωνία στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Έντεκα χρόνια μετά την αποχώρηση από το Μαξίμου, τρία Μνημόνια και τρεις αρχηγούς της Ν.Δ., ο Ρουσόπουλος συναντήθηκε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και συμφώνησαν να κατέβει υποψήφιος στον νεοσύστατο Βόρειο Τομέα Αθηνών. Εξελέγη το 2019, φέρεται να του προτάθηκε θέση υφυπουργού, την οποία δεν αποδέχθηκε, επανεξελέγη το 2023 και πλέον ξεκινά μια νέα καριέρα στο Στρασβούργο, παράλληλα βέβαια με τα εν Αθήναις βουλευτικά του καθήκοντα. 

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ