Μια ορατή διπλωµατική εξέλιξη έθεσε νέα δεδοµένα για την Ελλάδα -αλλά και για την Κύπρο- καθώς η κρίση στη Μέση Ανατολή κλιµακώνεται. Τόσο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, την περασµένη ∆ευτέρα, όσο και ο πρόεδρος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, το Σάββατο, επισκέφθηκαν το Τελ Αβίβ, ευθυγραµµιζόµενοι µε τη στήριξη των ΗΠΑ αλλά και αρχηγών άλλων κρατών-µελών της Ε.Ε. στο «νόµιµο δικαίωµα αυτοάµυνας», µετά τη φονική επίθεση της «Χαµάς».

Ταυτόχρονα, επεσήµαναν την ανάγκη να αποφευχθεί ο στραγγαλισµός των Παλαιστινίων στη Λωρίδα της Γάζας. Είχε προηγηθεί η συµµετοχή των ηγετών και των δύο χωρών στη διάσκεψη του Καΐρου για την εξεύρεση εκτονωτικής λύσης, χωρίς πάντως αποτέλεσµα. «Η “Χαµάς” δεν είναι οι Παλαιστίνιοι», ήταν το σαφές µήνυµα του Κυριάκου Μητσοτάκη στη διάσκεψη. Για την Αθήνα αλλά και τη Λευκωσία οι πρωτοβουλίες αυτές σηµατοδότησαν την απαρχή µιας σειράς κινήσεων στη γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου. Απαραίτητων και επιβαλλόµενων, θα προσθέταµε.

Η στάση της Τουρκίας

Την ώρα που το Ισραήλ και η ∆ύση προσµετρούν εχθρούς και φίλους, η Τουρκία, σε άλλο µήκος κύµατος, αρνήθηκε να καταδικάσει την επίθεση της «Χαµάς», εξαπέλυσε σφοδρή πολεµική κατά του Ισραήλ και ενεθάρρυνε ένα κύµα αντιαµερικανισµού εντός των συνόρων της.

Προσώρας, αυτές οι φυγόκεντρες τάσεις δεν φαίνεται να διαταράσσουν την άτυπη συµφωνία πολιτικών χαµηλής έντασης που συµφώνησαν Αθήνα και Αγκυρα. Οµως, πολλά µπορεί να εικάσει κάποιος, στην περίπτωση εξάπλωσης του πολέµου και εµπλοκής ευρύτερων δυνάµεων στη Μέση Ανατολή... Οι κινήσεις στήριξης του Ισραήλ δεν ήταν βεβαίως κεραυνός εν αιθρία. Ούτε έγιναν χωρίς υπολογισµό για το ρίσκο από ακραίες ισλαµιστικές δυνάµεις ως αντίποινα στη στήριξη αυτή.

Οι σχέσεις Ελλάδας και Κύπρου με Ισραήλ και Αίγυπτο 

Το έδαφος όµως είχε στρωθεί µια δεκαετία πριν, όταν ξεκίνησαν οι τριµερείς συναντήσεις Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ. Μάλιστα η τελευταία σύνοδος έγινε λίγες µόλις µέρες πριν από το ξέσπασµα της σύρραξης, στις 4 Σεπτεµβρίου 2023.

Λίγα χρόνια πριν, οι ΗΠΑ προσέφεραν ανοιχτή στήριξη, δηµιουργώντας το συµπληρωµατικό σχήµα «3+1» στις συναντήσεις αυτές. Η προσέγγιση της Ουάσινγκτον αναβαθµίστηκε εκ νέου µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παρά τις αντιρρήσεις της για την υλοποίηση του σχεδίου δηµιουργίας του αγωγού EastMed, λόγω τεχνικών δυσκολιών και υψηλότατου κόστους.

Κοινός παρονοµαστής, η εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων παραγωγής, αλλά και µεταφοράς της ενέργειας προς τις διεθνείς αγορές.

Στην ίδια κατεύθυνση, ενεργοποιήθηκε ακόµη ένας ενεργειακός «άξονας», µε τη συνεργασία αυτή τη φορά της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αιγύπτου, κυρίως για τη µεταφορά καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας προς την Ευρώπη.

Ελλάδα και Κύπρος βρέθηκαν στο επίκεντρο µιας ειρηνικής πρωτοβουλίας

Ετσι, Ελλάδα και Κύπρος βρέθηκαν στο επίκεντρο µιας ειρηνικής πρωτοβουλίας, µε κύριο θέµα το Ενεργειακό, την ώρα που οι ΗΠΑ επετύγχαναν την υλοποίηση των «Συµφωνιών του Αβραάµ» ανάµεσα στο Ισραήλ, το Μπαχρέιν, τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα και αργότερα το Μαρόκο, ενώ σηµειωνόταν πρόοδος στην προσέγγιση του Ισραήλ µε τη Σαουδική Αραβία.

Ο άνεµος ήταν ούριος για ένα ευνοϊκό γεωπολιτικό περιβάλλον, για µια νέα δυναµική στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου Ελλάδα και Κύπρος ήταν φανερό ότι διαδραµάτιζαν έναν πιο ενεργό ρόλο. Για τις δύο χώρες, µάλιστα, η δυναµική αυτή άνοιγε την ατζέντα των συνεργασιών, όχι µόνο σε τοµείς όπως ο τουρισµός και οι επενδύσεις, αλλά σταδιακά και στον αµυντικό τοµέα. Η διακλαδική άσκηση «Μέδουσα» µεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, η συµµετοχή της Πολεµικής µας Αεροπορίας στην ισραηλινή άσκηση «Blue Flag», αλλά και των Ισραηλινών στην ελληνική άσκηση «Ηνίοχος», είναι µόνο µερικές από τις κοινές δράσεις. Ειδική παράµετρος στο πεδίο αυτό είναι και η αµυντική σχέση που αναπτύσσει η Ελλάδα µε τη Σαουδική Αραβία.

Ολα αυτά µπήκαν «στον πάγο» µετά τη σύρραξη στη Μέση Ανατολή. Οχι όλα, όµως. Ελλάδα και Κύπρος είναι, πλέον, παίκτες µε σηµαντικές πρωτοβουλίες και διασυνδέσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα ενεργειακά projects µπορεί να αναστέλλονται, αλλά δεν ακυρώνονται. Ο ενεργειακός χάρτης στην περιοχή µπορεί να ανασχεδιαστεί, αλλά σε κάθε περίπτωση οι δύο χώρες παραµένουν στον άξονα µεταφοράς ενέργειας, που θα εξακολουθήσει να είναι προτεραιότητα για τον διεθνή παράγοντα τα προσεχή χρόνια. Ταυτόχρονα, οι δύο χώρες, σε ένα ευµετάβλητο και ρευστό περιβάλλον, εξακολουθούν να προβάλλουν ως παράγοντες σταθερότητας και ως εγγυήτριες για βιώσιµες πολιτικές λύσεις στην ευρύτερη περιοχή. Σε περιόδους σχετικής ειρήνης, η Ελλάδα έκανε σηµαντικά βήµατα στην ανάληψη πρωτοβουλιών, που της προσέδωσαν διεθνές κύρος και αυξηµένες δυνατότητες παρεµβάσεων.

Τώρα είναι η ώρα, στη φάση της πιο βαθιάς κρίσης των τελευταίων ετών στη Μέση Ανατολή, η χώρα µας να αξιοποιήσει τα ερείσµατα ώστε σε πρώτο χρόνο να κάνει ό,τι µπορεί για να µη γενικευθεί η σύρραξη µε την εµπλοκή ευρύτερων δυνάµεων, και σε δεύτερο χρόνο να παίξει το χαρτί της ενεργού διπλωµατίας ως παράγοντας σταθερότητας και ως εγγυήτρια διπλωµατικού διεξόδου από την κρίση. Ανάλογο είναι και το µερίδιο που αναλογεί στην Κύπρο. Η συγκυρία έφερε Αθήνα και Λευκωσία να βαδίζουν στην ίδια κατεύθυνση. Τα οφέλη που θα προκύψουν θα είναι σηµαντικά -παρά τους αστάθµητους παράγοντες και τα ρίσκα που ελλοχεύουν. Ειδικά, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να βρει τη συνέχεια στις πρωτοβουλίες που ήδη ανέλαβε. Μόνο χαµένη δεν θα είναι στο νέο γεωπολιτικό τοπίο.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής