Στις αρχές του χρόνου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε ως πρωθυπουργός για πρώτη φορά το µακρινό ταξίδι στην Ιαπωνία. Πριν από το 2010 και το ξέσπασµα της κρίσης χρέους στην Ελλάδα, ιαπωνικές εταιρείες είχαν επενδύσει σε ελληνικά περιουσιακά στοιχεία (assets) περίπου 10 δισ. δολάρια. Το ποσό αυτό, µετά την κατάταξη της χώρας µας στα «σκουπίδια» (junk), µέσα σε ελάχιστο διάστηµα µηδενίστηκε! Το µήνυµα που του µετέφεραν σε εκείνη την επίσκεψη στο Τόκιο οι επενδυτές και επιχειρηµατίες που συνάντησε ήταν απλό: Η Ελλάδα παρουσιάζει ευκαιρίες για επενδύσεις σε διάφορους τοµείς, αλλά το καταστατικό τους τούς απαγορεύει να επενδύουν σε χώρα που είναι εκτός επενδυτικής βαθµίδας. Και να θέλουν, δηλαδή, πρακτικά δεν µπορούν.

Από τότε ουσιαστικά ο πρωθυπουργός ενσωµάτωσε στον προεκλογικό του λόγο την ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας, την οποία ανήγαγε σε «εθνικό στόχο». ∆εσµεύθηκε, µάλιστα, δηµόσια ότι ο στόχος αυτός θα γίνει πράξη µέσα στις εκατό πρώτες ηµέρες της νέας διακυβέρνησης, εφόσον η Ν.∆. επανεκλεγόταν στην εξουσία.

Τον Απρίλιο, µάλιστα, σε µία από τις πρώτες συγκεντρώσεις στην έναρξη της προεκλογικής περιόδου, εξήγησε γιατί δίνει τόση έµφαση στην επίτευξη του στόχου αυτού: «Είµαστε µισό βήµα µακριά από την πολυπόθητη επενδυτική βαθµίδα. Θα µου πείτε: Γιατί σας ενδιαφέρει εσάς αυτό; Θα σας εξηγήσω µε πολύ απλά λόγια: Τη στιγµή που η χώρα θα αποκτήσει επενδυτική βαθµίδα, αυτόµατα θα µειωθεί το κόστος δανεισµού για τη χώρα, για τις τράπεζες, για τις επιχειρήσεις και για τα νοικοκυριά. Και θα έχουµε κλείσει οριστικά το κεφάλαιο των µνηµονιακών χρόνων και της επώδυνης περιόδου, στην οποία κάποιοι θέλουν να µας επιστρέψουν», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης.

Προάγγελοι

«Μητσοτάκης και επενδυτική βαθµίδα είναι έννοιες ασύµβατες», σηµείωνε τότε, µεταξύ άλλων, σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ - µια εκτίµηση που δεν δικαιώθηκε από τις εξελίξεις. Στις 31 Ιουλίου, ο ιαπωνικός οίκος Rating and Investment Information (R&I) αναβάθµισε το αξιόχρεο του ελληνικού ∆ηµοσίου στην επενδυτική βαθµίδα BBB- µε σταθερές προοπτικές. Ο συγκεκριµένος δεν περιλαµβάνεται στους οίκους που αναγνωρίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως και ο γερµανικός οίκος Scope Ratings, που ανακοίνωσε στις 5 Αυγούστου την αναβάθµιση

Οι νέες -µικρές και µεγάλες- επενδύσεις τονώνουν την ανάπτυξη και στη συνέχεια δηµιουργούν άµεσα και έµµεσα νέες θέσεις εργασίας

του αξιόχρεου του ελληνικού ∆ηµοσίου στην επενδυτική βαθµίδα. Λειτούργησαν, όµως, ουσιαστικά ως προάγγελοι της πρώτης αναβάθµισης από έναν από τους τέσσερις οίκους που αναγνωρίζει η ΕΚΤ, τον καναδικό οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar, που έδωσε στις 8 Σεπτεµβρίου στην Ελλάδα τη λεγόµενη επενδυτική βαθµίδα. Ακολούθησε στις 20 Οκτωβρίου ο δεύτερος αναγνωρισµένος οίκος, η S&P, και στην κυβέρνηση προσδοκούν ότι το ίδιο θα πράξει και η Fitch Ratings την 1η ∆εκεµβρίου.

Η αναβάθµιση από τη Standard & Poor’s και η µεγάλη ξένη επένδυση στην Alpha Bank προσφέρει πλέον αναπτερωµένο ηθικό και νέα πνοή στο πεδίο της οικονοµίας για την κυβέρνηση, µε το πρωθυπουργικό επιτελείο να εκτιµά ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες θετικές ειδήσεις και -κυρίως- καινούργιες ελληνικές και ξένες επενδύσεις. «Τα δηµόσια οικονοµικά µας είναι σε τάξη, η οικονοµία αναπτύσσεται µε πολύ ταχύτερο ρυθµό από τον µέσο όρο της ευρωζώνης. Παρά το γεγονός ότι η παγκόσµια οικονοµία βρίσκεται αντιµέτωπη µε αντιξοότητες, έχουµε κάθε λόγο να είµαστε αισιόδοξοι για την Ελλάδα», ήταν το µήνυµα που έστειλε προ ηµερών σε οµιλία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Εξυγίανση

Στο υπουργείο Οικονοµικών στέκονται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι η S&P, όπως υπογραµµίζει στην έκθεσή της, αποδίδει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθµίδα επειδή, µεταξύ άλλων, έχει επιτευχθεί σηµαντική δηµοσιονοµική εξυγίανση, η οποία υποστηρίζεται από ταχεία ανάκαµψη της οικονοµίας και έχει ως αποτέλεσµα η ελληνική κυβέρνηση να υπερκαλύπτει τους δηµοσιονοµικούς στόχους που η ίδια θέτει. Η ίδια έκθεση αναφέρεται, επίσης, όπως υπογραµµίζουν, στην καθαρή εντολή που έλαβε η Νέα ∆ηµοκρατία στις εκλογές, η οποία επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις µεταρρυθµίσεις.

Ακολούθησε αυτή την εβδοµάδα η απόφαση µιας µεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας, της UniCredit, να επενδύσει στην Alpha Bank, µε τον διευθυντή του οικονοµικού γραφείου του πρωθυπουργού, Αλέξη Πατέλη, να επισηµαίνει ότι «η πατρίδα µας µπαίνει σε έναν ενάρετο κύκλο, που καθήκον µας είναι να αξιοποιήσουµε εις όφελος όλων των Ελλήνων, και ειδικά των ασθενέστερων».

Η αναβάθµιση της ελληνικής οικονοµίας, όπως επισηµαίνουν έµπειροι παρατηρητές, εξασφαλίζει πιο άνετη πρόσβαση στις αγορές, διευρύνοντας τις πηγές άντλησης των απαιτούµενων κεφαλαίων, και θα οδηγήσει στη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης, αλλά και στην αποκλιµάκωση του κόστους δανεισµού, όχι µόνο για το κράτος, αλλά και για εκατοµµύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Στο κυβερνητικό επιτελείο εκτιµούν ότι όλα τα παραπάνω δηµιουργούν µια αλυσίδα που φτάνει και στον κάθε πολίτη - και η οποία παράλληλα φέρνει πιο κοντά την επίτευξη του στόχου που έχει θέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για άνοδο του µέσου µισθού στον ιδιωτικό τοµέα στα 1.500 ευρώ τον µήνα.

Όπως τονίζουν, οι νέες -µικρές και µεγάλες- επενδύσεις τονώνουν την ανάπτυξη και στη συνέχεια δηµιουργούν άµεσα και έµµεσα νέες θέσεις εργασίας. Αυτό, µε τη σειρά του, οδηγεί στην αύξηση του διαθέσιµου εισοδήµατος των πολιτών, αλλά και στην αύξηση των φορολογικών εσόδων για το κράτος, που θα µπορεί έτσι να στηρίξει µε µεγαλύτερη ευκολία τα ευάλωτα νοικοκυριά, µε όποια σχήµατα επιδοτήσεων ή ενισχύσεων κρίνει κατάλληλα. ∆ηµιουργεί, επίσης, τις απαραίτητες «άµυνες» που πρέπει να έχει η εθνική οικονοµία σε περίπτωση ευρύτερης ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή, η οποία θα οδηγήσει σε απότοµη άνοδο των τιµών του πετρελαίου - και όχι µόνο.

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 27/10