Τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου για τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας της ΕΥΠ και τη θωράκιση της προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών παρουσίασε στην Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης ο Κώστας Τσιάρας.

Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον προγραμματισμό, το σχέδιο νόμου θα μπει για συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου.

Ο υπουργός Δικαιοσύνης σημείωσε, μεταξύ άλλων, πως «η προσπάθεια γίνεται για να καλύψουμε τα κενά που έχει δημιουργήσει η προηγούμενη νομοθεσία που έχει αναφορά στο 1994. Οφείλουμε να θωρακίσουμε την πολιτεία απέναντι σε φαινόμενα που απασχολούν το σύνολο των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Υπάρχουν συγκεκριμένες καινοτομίες, όπως το ότι γίνεται κακούργημα –από απλό πλημμέλημα που είναι σήμερα– η χρήση και εμπορία κακόβουλων λογισμικών παρακολούθησης», ενώ απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση είπε: «Τι πιστεύετε για την ΕΥΠ; Θέλετε να υπάρχει; Έχει ρόλο στην πολιτεία; Διασφαλίζει τα εθνικά μας συμφέροντα; Η επιχειρηματολογία που ακούστηκε έπληττε τη λειτουργία της ΕΥΠ. Αν θεωρούμε ότι μια χώρα μπορεί να κινηθεί με ασφάλεια χωρίς σοβαρή και θωρακισμένη ΕΥΠ, η συζήτηση που κάνουμε δεν έχει ρόλο».

Όσον αφορά τις ενστάσεις της αντιπολίτευσης για την τριετία που προβλέπεται να μεσολαβεί ώστε ο παρακολουθούμενος να λαμβάνει ενημέρωση για τους λόγους παρακολούθησής του, είπε: «Στην Ισπανία δεν προβλέπεται γνωστοποίηση στον θιγόμενο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε Ρουμανία και Ολλανδία η ενημέρωση γίνεται εντός των μηνών, εκτός αν η παρακολούθηση γινόταν στο πλαίσιο έρευνας, ενώ για θέματα εθνικής ασφάλειας δεν υπάρχει ενημέρωση. Στην Ελλάδα προσπαθήσαμε να βρούμε τον βέλτιστο χρόνο. Κρίναμε ότι τα 3 χρόνια θα έχει αλλάξει ο εισαγγελικός λειτουργός που θα έχει παραγγείλει την παρακολούθηση και έτσι θα υπάρχει αντικειμενική προσέγγιση».

Νωρίτερα, ο εισηγητής της Ν.Δ. Ευριπίδης Στυλιανίδης σημείωσε πως το νομοσχέδιο επιχειρεί να εκσυγχρονίσει το θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία της ΕΥΠ και για την κυβερνοασφάλεια, υιοθετώντας σύγχρονες πρακτικές, και παράλληλα τόνισε πως το τελικό κείμενο συμπεριέλαβε το μεγαλύτερο μέρος των παρατηρήσεων που εκφράστηκαν στη διαδικασία διαβούλευσης.

«Οι λόγοι εθνικής ασφάλειας που οδηγούν σε άρση του απορρήτου των επικοινωνιών περιορίζονται ουσιωδώς», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Στυλινίδης, ενώ υπερασπιζόμενος το άρθρο που προβλέπει ότι ο παρακολουθούμενος μπορεί υπό προϋποθέσεις να ενημερωθεί για τους λόγους νόμιμης επισύνδεσής του μετά την πάροδο τριετίας, είπε πως «η Ολλανδία βάζει την προϋπόθεση 5 ετών, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν προβλέπεται ενημέρωση».

«Παρότι προκληθήκαμε, δεν βουλιάξαμε στον βούρκο μιας μικροκομματικής αντιπαράθεσης για να καλύψουμε τα κενά μας. Δεν συκοφαντήσαμε. Εμπιστευτήκαμε τη Δικαιοσύνη για να ρίξει φως και σήμερα απαντούμε θεσμικά με νομοθετική πρωτοβουλία που μας βάζει στην πρωτοπορία», ανέφερε ο κ. Στυλιανίδης.

Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Δημήτρης Τζανακόπουλος υποστήριξε πως το σχέδιο νόμου κατατέθηκε λόγω των «αποκαλύψεων» για την υπόθεση των παρακολουθήσεων.

«Υπάρχει ένα θεσμικό πρόβλημα. Η κατάργηση της δυνατότητας του θιγόμενου παρακολούθησης να ενημερωθεί από την ΑΔΑΕ για την παρακολούθησή του», ανέφερε σε άλλο σημείο ο εισηγητής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για να ασκήσει κριτική στο άρθρο για την τριετία που πρέπει να παρέλθει προκειμένου να υπάρξει ενημέρωση για φακέλους παρακολουθήσεων.

Από το ΠΑΣΟΚ ο κ. Χάρης Καστανίδης εστίασε, μεταξύ άλλων, στη διάταξη που εισάγει ως προϋπόθεση τη σύμφωνη γνώμη του εκάστοτε προέδρου της Βουλής για νόμιμες παρακολουθήσεις που αφορούν πολιτικά πρόσωπα, μιας και η ρύθμιση αποτελούσε δική του πρόταση. Ο ίδιος ζήτησε να διευκρινιστεί ότι ο πρόεδρος θα λαμβάνει πλήρη γνώση για τους λόγους που η ΕΥΠ εισηγείται τις συγκεκριμένες παρακολουθήσεις και πρόσθεσε ότι η έγκριση του προέδρου πρέπει να έπεται και όχι να προηγείται της αντίστοιχης έγκρισης του αρμόδιου εισαγγελέα.

Η κ. Μαρία Κομνηνάκα του ΚΚΕ χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «πρόκληση για τον λαό», ο αγορητής της Ελληνικής Λύσης Αντώνης Μυλωνάκης πρότεινε να μεσολαβούν δύο μήνες αντί τριών ετών για την ενημέρωση των παρακολουθούμενων όταν πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα και, τέλος, η κ. Σοφία Σακοράφα (ΜέΡΑ25) σημείωσε πως το νομοθετικό κείμενο δεν είναι πλήρες.