Eφηµερίδες και γενικώς ΜΜΕ που πρόσκεινται στην αξιωµατική αντιπολίτευση πανηγυρίζουν για το γεγονός ότι η κοινωνία είναι δυσαρεστηµένη µε την ακρίβεια -ποια κοινωνία, άλλωστε, ευτυχεί µε πληθωρισµό;- αλλά και για κάποιες απώλειες της κυβέρνησης στην πρόθεση ψήφου. Συγχρόνως, όµως, παραγνωρίζουν µια πολύ δυσάρεστη πραγµατικότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ, που, ανεξαρτήτως των κυβερνητικών αυτών απωλειών, δεν µεταβάλλει το πολιτικό σκηνικό. Πώς αποτυπώνεται η πραγµατικότητα αυτή:

1.Πρώτον, ο Αλέξης Τσίπρας έχει αναγάγει σε µείζονα πολιτική του απαίτηση τη διεξαγωγή άµεσα εκλογών. Στο αίτηµα αυτό -το οποίο βεβαίως προκύπτει από την αγωνία του να µην ενδυναµωθεί το ΚΙΝ.ΑΛ., που σηµαίνει αντίστοιχες απώλειες για τον ΣΥΡΙΖΑ- οι πολίτες στρέφουν την πλάτη στον πρώην πρωθυπουργό. Με άλλα λόγια, αποδοκιµάζουν την απαίτησή του αυτή. Σε τρεις πρόσφατες δηµοσκοπήσεις, η απαίτηση των πολιτών είναι αντίθετη από εκείνη του αρχηγού της αξιωµατικής αντιπολίτευσης ως προς τον χρόνο των εκλογών, ενώ σε µια τέταρτη είναι µοιρασµένες οι γνώµες, αλλά µε υψηλό το ποσοστό όσων δεν θέλουν να γίνουν εκλογές.

89
Πράγµατι, σε δηµοσκόπηση της Opinion Poll το 63% επιθυµεί να εξαντλήσει την τετραετία η κυβέρνηση και στην πλέον πρόσφατη, αυτήν της MRB, ένα ποσοστό 50,2% των πολιτών τάσσεται υπέρ της κανονικής λήξης της θητείας της. Στη δε έρευνα της εταιρείας MARC πλειοψηφικό είναι και το σχετικό ποσοστό των πολιτών (49,8%) που θέλουν εξάντληση της τετραετίας. Στην έρευνα της Pulse είναι διχασµένες οι γνώµες (46% υπέρ της διεξαγωγής εκλογών, µε µόνο το 30% όµως άµεσα, και 45% υπέρ της εξάντλησης της τετραετίας).

Όπως πάντως και αν διαβαστούν τα ποσοστά, εκείνο που είναι φανερό είναι ότι οι πολίτες απορρίπτουν την πρόθεση του Αλέξη Τσίπρα για περιπέτειες.

2.∆εύτερον, αυτό που πρέπει να ανησυχεί τον αρχηγό της αξιωµατικής αντιπολίτευσης είναι δύο στοιχεία που παραµένουν αµετάβλητα από την ηµέρα της ανάδειξης της Νέας ∆ηµοκρατίας στην εξουσία µέχρι σήµερα και παρά τη φθορά των τριών ετών διακυβέρνησης:

(α) Συνεχώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, υπερτερεί στην καταλληλότητα ακόµα και του «Κανένα», που συνήθως εκφράζει τη δυσαρέσκεια των πολιτών προς αυτόν που τους κυβερνά. Μπορεί να έχει µειωθεί κάπως η διαφορά µεταξύ του Μητσοτάκη και του «Κανένας», αλλά το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι ο πρωθυπουργός συνεχίζει να υπερτερεί.

Το στοιχείο αυτό έχει τη δική του σηµασία, δεδοµένου ότι τα προηγούµενα χρόνια ο «Κανένας» υπερτερούσε συνεχώς, γεγονός που έδειχνε ότι η κοινωνία δεν ήταν ικανοποιηµένη από αυτόν που την κυβερνούσε, αλλά και από εκείνους που ήταν πιθανόν να τον διαδεχθούν.

Ειδικότερα, στην έρευνα της Opinion Poll ο Κυριάκος Μητσοτάκης συγκεντρώνει ποσοστό 35,2% στην καταλληλότητα, έναντι 32,6% του «Κανένας».

Στην έρευνα της ALCO ο Μητσοτάκης συγκεντρώνει ποσοστό 37% και ο «Κανένας» 31%.

Τέλος, στην έρευνα της Pulse ο πρωθυπουργός έχει ένα ποσοστό προτιµήσεων στην καταλληλότητα 38% και ο «Κανένας» 33%.

Εντυπωσική διαφορά

Περιττό στο σηµείο αυτό να υπενθυµίσουµε ότι οι πολίτες εδώ και τρία χρόνια απορρίπτουν το ενδεχόµενο να τους κυβερνήσει και πάλι ο Αλέξης Τσίπρας, η διαφορά του οποίου από τον Κυριάκο Μητσοτάκη παραµένει εντυπωσιακή υπέρ του σηµερινού πρωθυπουργού.

3.Τρίτον, µε αφορµή την ακρίβεια από εξωγενείς παράγοντες, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να εκµεταλλευθεί, δεδοµένου της λογικής δυσφορίας του κόσµου και της ανησυχίας του για την άνοδο των τιµών, οφείλουµε να παρατηρήσουµε ότι και αυτή η απόπειρα του Αλέξη Τσίπρα αποβαίνει µάταιη:

Η όποια ανησυχία του κόσµου και η όποια φθορά της κυβέρνησης, µε αφορµή το ζήτηµα αυτό, δεν µετουσιώνονται σε κέρδος για το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης και τον αρχηγό του.

Συνεχίζει να υπερτερεί στην καταλληλότητα για τη διακυβέρνηση της χώρας ο σηµερινός πρωθυπουργός, ενώ ο «Κανένας» νικά τον αρχηγό της αξιωµατικής αντιπολίτευσης


Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και ο Αλέξης Τσίπρας είναι καθηλωµένοι, το κόµµα στα ποσοστά που εµφάνιζε δηµοσκοπικά, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, οι διαφορές του αρχηγού της αξιωµατικής αντιπολίτευσης και του πρωθυπουργού είναι πολύ µεγάλες υπέρ του τελευταίου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έρευνα της ALCO και στο ερώτηµα ποιος θα αντιµετώπιζε καλύτερα τα ζητήµατα της οικονοµίας, η κυβέρνηση συγκεντρώνει ένα ποσοστό 32%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ µόλις 20%. Και οι 12 αυτές ποσοστιαίες µονάδες αποτελούν µεγάλη διαφορά, αν συνεκτιµηθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει σηµαία τα θέµατα της οικονοµίας και της ακρίβειας, που σε όλες τις δηµοσκοπήσεις ανησυχούν τους πολίτες.

Προφανώς σε αυτή την εκτίµηση των πολιτών έχει συµβάλει τόσο η ανάµνηση της καταστροφικής οικονοµικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ όσο και το γεγονός ότι στο θέµα της ακρίβειας, που θίγει τους πολίτες, αυτοί στις δηµοσκοπήσεις που ερευνούν την άποψή τους για τα αίτια της ακρίβειας δηλώνουν ότι οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες.