Δεν είναι η πρώτη φορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που δηµιουργείται κλίµα αισιοδοξίας για το µέλλον τους.

Ωστόσο, η συνέχεια, σε πολλές περιπτώσεις, διέψευσε την ελπίδα ότι οι δύο χώρες µπορούν να αναπτύξουν σχέσεις καλής γειτονίας, µε τη δηµιουργία ενός σταθερού πλαισίου µε προστατευτικές δικλίδες ασφαλείας.

Αυτή τη φορά η αισιοδοξία έχει µια άλλη βάση. Η κρίση στην Ουκρανία έχει προκαλέσει εύλογη ανησυχία στην ευρύτερη περιοχή, που οδήγησε σε µια κίνηση προστασίας και ενίσχυσης της γεωπολιτικής σταθερότητας, µε άξονα αυτή τη φορά το ΝΑΤΟ, του οποίου η δυναµική επαναφορά στο διεθνές σκηνικό, ως παράγοντα ασφάλειας, δηµιουργεί ένα νέο δεδοµένο.

Η ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας είναι το νέο πλαίσιο αυτής της ειδικής σχέσης ανάµεσα σε δύο χώρες που κατ’ ευφηµισµόν ήταν σύµµαχοι. Γιατί η πραγµατικότητα των ελληνοτουρκικών σχέσεων µε την επανεµφάνιση των απαράδεκτων αξιώσεων και ισχυρισµών της Τουρκίας, τα τελευταία χρόνια, έφερε τις δύο χώρες στο χείλος της σύγκρουσης.

Ολα, ωστόσο, δείχνουν ότι η περιφερειακή ασφάλεια καθίσταται προτεραιότητα για όλες τις χώρες και υπερβαίνει τα στερεότυπα µιας συµβατικής εξωτερικής πολιτικής. Και τούτο, γιατί τα απόνερα, σε πρώτη φάση, και ενδεχόµενα η κλιµάκωση της ουκρανικής κρίσης µπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες συνέπειες µε καταστροφικά αποτελέσµατα.

Θα µπορέσουν να κάνουν ένα βήµα µπροστά, µε ένα νέο δόγµα, προοίµιο του οποίου είναι η διατήρηση της γεωπολιτικής σταθερότητας
Με την πρόσφατη συνάντησή τους ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Ερντογάν ανοίγουν τον δρόµο για να επανέλθουν στα µέτρα τους και στην πραγµατικότητα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Εναν δρόµο που στο βάθος µπορεί να οδηγήσει ακόµα και σε συνεννόηση. Μέσα από αυτή την, κατ’ αρχήν, συνεννόηση, οι δύο χώρες θα µπορέσουν να κάνουν ένα βήµα πιο µπροστά, αποδεχόµενες ένα νέο δόγµα, προοίµιο του οποίου είναι η διατήρηση και ενίσχυση της γεωπολιτικής σταθερότητας, µε επόµενο βήµα, σε διµερές επίπεδο, τη διευθέτηση της µοναδικής πραγµατικής διαφοράς, ως προς την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωµάτων, δηλαδή την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών. Από αυτήν και µόνο τη συνεργασία, εφόσον οδηγηθεί σε αµοιβαία αποδεκτά συµπεράσµατα, θα προκύψει µια νέα ψυχολογία και θα αποφεύγονται οι εντάσεις.

Εντάσεις που κύκλοι συντηρούν, για να συντηρούνται οι ίδιοι. Στο επίκεντρο αυτής της νέας ελληνοτουρκικής συνεννόησης, η αµοιβαία βούληση για επίλυση του Κυπριακού, του οποίου η χρονίζουσα εκκρεµότητα υπονοµεύει την ευρωατλαντική συνεργασία, δηλαδή τη συνοχή της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, και τη δυνατότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης να διαδραµατίσει ουσιαστικό ρόλο στο πεδίο όπου συναντώνται δύο χώρες-µέλη της συµµαχίας αλλά και η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, που όλα δείχνουν ότι η Τουρκία επιδιώκει.

Αυτή την εξέλιξη δεν θα την ήθελε, ούτε θα τη στήριζε ποτέ, η Ρωσία του Πούτιν. Θα την ενθάρρυνε όµως και θα τη στήριζε η Ρωσία χωρίς τον Πούτιν. Και τούτο, γιατί η γεωστρατηγική αντίληψη του ιδίου του Πούτιν, ως προέκταση της σοβιετικής οπτικής, δεν θα ήθελε και δεν θα επέτρεπε στην Κύπρο, ενωµένη πλέον, να είναι πλήρες µέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και κατ’ επέκταση, µια ηµέρα, µέλος της Ατλαντικής Συµµαχίας.

Γιατί κάτι τέτοιο θα σήµαινε για τη Ρωσία του Πούτιν µείωση της στρατηγικής σηµασίας της συµµάχου της, Συρίας, άρα και της ίδιας, στην ευαίσθητη Ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή.

Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι άνοιξε ένας δρόµος, ο οποίος οδηγεί, εφόσον υπάρξει συναντίληψη των κινδύνων και των ευκαιριών που παρουσιάζονται, τις δύο χώρες να προχωρήσουν ένα θαρραλέο βήµα µπροστά.

Και αυτό µπορούν να το κάνουν οι ηγέτες τους, κ. Μητσοτάκης και κ. Ερντογάν. Αναµφίβολα, η σθεναρή στάση προσωπικά του πρωθυπουργού για διάλογο, µε παράλληλα ξεκάθαρη θέση για το αδιαπραγµάτευτο της εθνικής µας κυριαρχίας, τώρα αποδίδει.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει τον δρόµο του Ελευθέριου Βενιζέλου και του Κων/νου Μητσοτάκη. Αποµένει πλέον στην Τουρκία να τολµήσει να υπερβεί τον παλιό της εαυτό και τη µαταιοδοξία να αναβιώσει την Οθωµανική Αυτοκρατορία, να ανοίξει την πόρτα για την πλήρη ενσωµάτωσή της στο αξιακό σύστηµα και στις αρχές της ευρωπαϊκής και ατλαντικής οικογένειας.

Η ειρήνη και η ασφάλεια θα είναι η νέα κατάκτηση των εθνών µας µπροστά όχι µόνο στις σηµερινές προκλήσεις, αλλά και σε ένα µελλοντικά ασφαλές γεωπολιτικό περιβάλλον, όπου στη γειτονιά µας θα κυριαρχεί η αµοιβαία ευθύνη και εµπιστοσύνη, το αµοιβαίο συµφέρον και που, στο τέλος, θα ανταποκρίνεται στη βαθύτερη επιθυµία των λαών µας. 

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 19/3