Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, κος Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, μίλησε στον Ρ/Σ Παραπολιτικά 90.1 Fm στην εκπομπή “Secret” με το δημοσιογράφο Παναγιώτη Τζένο.

Ερωτηθείς αν θα επιμείνει η ελληνική κυβέρνηση για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, ο κ. Βαρβιτσιώτης απάντησε πως «Καταρχάς οι σχέσεις μας με τη Μεγάλη Βρετανία δεν περιορίζονται στο θέμα των γλυπτών, είναι σχέσεις πολυεπίπεδες, ιστορικές, σχέσεις πολύ βαθιές που ανάγονται στο βάθος της ελληνικής ιστορίας. Σε ό,τι αφορά το θέα των γλυπτών, μετά από σιγή ετών, μετά την ανακίνηση του θέματος που είχε γίνει επί κυβερνήσεως Σαμαρά με τις υπηρεσίες της κας Αμάλ, πέρασε ένα διάστημα όπου αυτό το θέμα δεν ανακινήθηκε καθόλου στις σχέσεις μας με το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν θυμάμαι να έκανε ο κ. Τσίπρας καμία αναφορά σε καμία από τις επισκέψεις του. Ήρθε μετά από πολύ προσπάθεια μια απόφαση της Γενικής συνέλευσης της UNESCO την προηγούμενη εβδομάδα σύμφωνα με την οποία ζητείται η επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα ως αντικείμενο της παγκόσμιας ιστορικής κληρονομιάς και το θέμα αυτό πήγε ο Έλληνας Πρωθυπουργός και νομίζω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, όχι μέσα από μια πολεμική διάθεση αλλά μέσα από την ανάδειξη αυτής της ιστορικής αναγκαιότητας, και το ανέδειξε με την παρουσία του στο Λονδίνο».

Αναφορικά με την πρόταση για δανεισμό των εκθεμάτων για περιοδικές εκθέσεις, τόνισε πως «Αυτό δεν νομίζω ότι είναι κάτι το οποίο είναι προβληματικό, το αντίθετο θα έλεγα. Το να παρουσιάζουμε στο εξωτερικό από τον πλούτο των εκθεμάτων μας σε περιοδικές εκθέσεις είναι κάτι το οποίο γίνεται, κάτι το οποίο θα γίνεται και αν γίνεται και πιο συγκροτημένα και συστηματικά με ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου όπως το Βρετανικό μουσείο με τα εκατομμύρια των επισκεπτών, νομίζω ότι μόνο καλό θα κάνει και στα δυο μέρη. Θα μπορούσαμε να κάνουμε τέτοια πράγματα αλλά αυτό δεν είναι το κυρίαρχο ζήτημα, το κυρίαρχο ζήτημα και το αίτημα είναι η επανένωση και αυτό είναι κάτι το οποίο μπορεί η Ελλάδα να το κάνει σήμερα μετά την δημιουργία του μουσείου της Ακροπόλεως όπου φαίνεται το ακρωτηριασμένο μνημείο».

Σχετικά με τη συμφωνία με τη Μεγάλη Βρετανία, ο κ. Βαρβιτσιώτης είπε πως «Η στρατηγική συμφωνία που υπογράψαμε με τη Μεγάλη Βρετανία η οποία είναι στη συνέχεια του Brexit και αφορά θέματα συνεργασίας που έχουν να κάνουν με θέματα ασφάλειας, μετανάστευσης, ανταλλαγής πληροφοριών, συνεκπαίδευσης στα θέματα ασφάλειας κοκ. Είναι μια συμφωνία η οποία είναι σημαντική γιατί δεν χαλαρώνει το ενδιαφέρον τον Βρετανών για αυτή την περιοχή του κόσμου σε μια περίοδο που η Μεγ. Βρετανία αποχώρησε από την ΕΕ. Υπάρχουν και άλλες συμφωνίες τις οποίες θέλουμε να κάνουμε στην μετα-Brexit εποχή και έχουν να κάνουν με τα ασφαλιστικά δικαιώματα, με το χώρο υγείας, με την εκπαίδευση οι οποίες όμως ακόμα δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο της ωρίμανσης ώστε να μπορούσε ο Πρωθυπουργός να υπογράψει κάποιες από αυτές».

Όσον αφορά στην Κύπρο, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών δήλωσε πως «Η Μεγάλη Βρετανία είναι εγγυήτρια δύναμη στην Κύπρο, είναι ένας από τους παίκτες, και λόγω των βάσεων που έχουν εκεί, που τους ενδιαφέρει η Κυπριακή Δημοκρατία να παραμείνει εν ισχύ. Είναι πολύ σημαντικό γιατί ο αντισυμβαλλόμενος στις συμφωνίες που έχουν είναι η Κυπριακή Δημοκρατία άρα η παρουσία των Βρετανών και η πολιτική και η στρατιωτική στο νησί εξαρτάται από τη διατήρηση του ίδιου του φορέα που έχει υπογράψει αυτές τις συμφωνίες. Το λέω αυτό για να καταλάβουμε ότι αν πάμε στη λύση των δύο κρατών θα μπει ξεκάθαρα το θέμα αν θα παραμείνουν, πως θα παραμείνουν, σε ποιο καθεστώς και με ποιον αντισυμβαλλόμενο θα παραμείνουν οι βρετανικές βάσεις άρα είναι πάρα πολύ σημαντικό να παραμείνουν. Βεβαίως οι Βρετανοί έχουν κινητοποιηθεί αυτή τη στιγμή στο να προβάλουν ένα καινούργιο πακέτο ή να φτιάξουν τις δικές τους προτάσεις. Για εμάς έχει σημασία η αξιολόγηση που γίνεται αυτών των προτάσεων από την Κυπριακή πλευρά όμως έχει σημασία ότι η Μεγάλη Βρετανία δεν έχει χαλαρώσει το ενδιαφέρον της για την επίλυση του Κυπριακού και μπορεί να αποτελέσει σε κάποιες περιπτώσεις και έναν πολύ σημαντικό υποβοηθητικό κρίκο στην επίλυση αυτού του ακανθώδους ζητήματος».

Αναφορικά με την ψήφο των Ελλήνων που ζουν στη Βρετανία επεσήμανε πως «Οι Έλληνες που ζουν στη Μεγάλη Βρετανία και είναι γραμμένοι στα βρετανικά αρχεία ανέρχονται περίπου στις 120 χιλιάδες. Είναι άνθρωποι οι οποίοι έχουν εκλογικά δικαιώματα στην Ελλάδα, εμπίπτουν μέσα σε αυτή την κατηγορία των ανθρώπων που μπορούν να ψηφίσουν. Στην Μεγάλη Βρετανία θέλουμε να φτιάξουμε ένα μεγαλύτερο δίκτυο από προξενικές αρχές για να εξυπηρετούμε αυτούς τους ανθρώπους και να μπορέσουν και να ψηφίσουν και στις επόμενες εκλογές. Γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια για την καταγραφή τους και γίνεται και μια μεγάλη προσπάθεια από το υπουργειο των εξωτερικών να μπορέσουμε να είμαστε έτοιμοι να υποδείξουμε τους χώρους στους οποίους θα μπορούσαν να στηθούν αυτές οι κάλπες των αποδήμων. Νομίζω ότι τουλάχιστον στην Μεγάλη Βρετανία και στη Γερμανία που έχουμε τις μεγάλες κοινότητες των Ελλήνων που βρίσκονται στο εξωτερικό νομίζω ότι θα είμαστε έτοιμοι στις επόμενες εκλογές».

Αναφορικά με τις αναταράξεις που συμβαίνουν στην Ευρώπη, ο κ. Βαρβιτσιώτης κατέστησε σαφές πως «Αυτό που αντιλαμβανόμαστε όλοι είναι ότι οι προκλήσεις δεν τελειώνουν και κάθε φορά που δεν αντιμετωπίζεις μια πρόκληση αυτή έρχεται και σε στοιχειώνει. Όταν δεν αντιμετωπίστηκε σοβαρά από την ΕΕ η πρόκληση της μετανάστευσης το ’15-’16, τότε που η Ελλάδα άνοιξε τα σύνορά της και δέχτηκε πάνω από 1 εκατομμύριο ανθρώπους οι οποίοι πήγαν στην Ευρώπη και στη συνέχεια αρχίσαμε την πολιτική των φραχτών και δεν φτάσαμε στην ΕΕ στη διαμόρφωση ενός ενιαίου συστήματος ασύλου και μετανάστευσης, αυτό παραμένει ζητούμενο με αποτέλεσμα κάποιοι να νομίζουν ότι η Ευρώπη μπορεί να καμφθεί από τις προσφυγικές –μεταναστευτικές πιέσεις και άρχισαν την εργαλειοποίηση. Την είδαμε στον Έβρο, την βλέπουμε σήμερα στα σύνορα της Πολωνίας και της Λιθουανίας με την Λευκορωσία και ενδεχομένως να την ξαναδούμε και στο Αιγαίο. Άρα χρειάζεται να μαθαίνουμε ότι πρέπει να δρούμε τη στιγμή που υπάρχει το πρόβλημα και να μην το αφήνουμε να διαιωνίζεται. Το δεύτερο που επιτείνει αυτό που λεω ότι καθυστερεί η Ευρώπη είναι το θέμα των εξελίξεων στα Βαλκάνια. Έχουμε μια αυξημένη κρίση στη Βοσνία, βλέπουμε ότι το μόρφωμα της Βοσνίας αρχίζει να αποκτά ρωγμές γιατί επί 25 χρόνια δεν κατάφερε να μετατραπεί σε ένα κράτος και να του δοθεί μια ευρωπαϊκή προοπτική. Όπως και η καθυστέρηση της ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών που είναι πιο ώριμες προς ένταξη της Σερβίας Μαυροβουνίου αλλά και της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας τελικά οδηγεί στο να υπάρχουν φυγόκεντρες δυνάμεις, παλινόστηση εθνικιστικών διεκδικήσεων. Πλέον δεν είναι μόνο στοιχείο προβληματισμού πάει να γίνει πρόβλημα. Αυτό ειναι πολύ διαφορετικό από το απλώς να μας προβληματίσει και από το να γίνεται ένα πρόβλημα το οποίο θα απαιτεί για άμεσες, γρήγορες, ουσιαστικές και αποφασιστικές πράξεις, αυτό δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στα πλαίσια της ΕΕ. Εμείς είμαστε μια χώρα που εξαρτάται πολύ από τις εξελίξεις στα Βαλκάνια και έχουμε να παίξουμε έναν σταθεροποιητικό ρόλο. Αρχίζει να γίνεται ένα αντικείμενο συζήτησης σε υψηλότατο επίπεδο οι εξελίξεις στη Βαλκανική στο ευρωπαϊκό τραπέζι και αυτές θα συζητήσουμε και στα επόμενα ευρωπαϊκά συμβούλια».

Τέλος, αναφορικά με την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στο Ισραήλ και Μόσχα δήλωσε ότι «Σημαντικές οι επισκέψεις του Πρωθυπουργού στο Ισραήλ και τη Μόσχα. Βλέπετε ότι η εξωτερική ελληνική πολιτική επειδή κάποιοι μας κατηγορούν για αδράνεια, μόνο σε αδράνεια δεν βρίσκεται. Έχουμε καταφέρει να έχουμε μια ενεργητική εξωτερική πολιτική σε όλα τα μέτωπα εντός και εκτός Ευρώπης».

Ακούστε ολόκληρη τη συνέντευξη