Υπό άλλες συνθήκες, με έναν αξιωματούχο τύπου... Σόιμπλε στο τιμόνι του Eurogroup ή της Κομισιόν, η εκτίναξη του χρέους πάνω από το 200% του ΑΕΠ θα οδηγούσε χωρίς πολλά-πολλά σε λιτότητα διαρκείας, με πλεονάσματα-θηλιά στον λαιμό της οικονομίας και των νοικοκυριών. Αυτά ανήκουν, όμως, στο παρελθόν, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλες τις χώρες που υπερχρεώθηκαν για να βγάλουν τα σπασμένα της πανδημίας, όπως η Ιταλία, η οποία, όπως παραδέχονται στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο, αποτελεί αυτήν τη στιγμή τον μεγαλύτερο συστημικό κίνδυνο για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η 12η αξιολόγηση, που τύποις ολοκληρώθηκε αυτήν την εβδομάδα, είναι από τις τελευταίες σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και από τις τελευταίες που «πατάνε» στο ισχύον πλαίσιο δημοσιονομικών και μακροοικονομικών κανόνων, έστω κι αν αυτό τελεί σε αναστολή λόγω Covid. Ενδεικτικό είναι ότι οι επικεφαλής των θεσμών, καθώς και τα τεχνικά κλιμάκια που «χτένισαν» στοιχεία τις προηγούμενες εβδομάδες, ελάχιστα ασχολήθηκαν με τον φάκελο του Προϋπολογισμού, όχι μόνο γιατί γνωρίζουν ότι θα υπάρξει επικαιροποίηση σε περίπου έναν μήνα από τώρα, αλλά κυρίως επειδή εντός του 2022 θα έρθουν τα πάνω κάτω σε ό,τι αφορά τους κανόνες εποπτείας χρέους και πλεονασμάτων.

Η επίσημη έναρξη των διαβουλεύσεων για την «επόμενη μέρα» του Συμφώνου Σταθερότητας, που κήρυξε την περασμένη Τρίτη η Κομισιόν και πολύ περισσότερο τα τεχνικά κείμενα που τη συνόδευσαν, αποκάλυψαν δύο πράγματα: 1) Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να γίνει... χαλίφης στη θέση του χαλίφη, κοινώς να πάρει τα ηνία από το Eurogroup ως προς την εποπτεία και εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών κανόνων. 2) Ήδη από τώρα επιχειρείται συμβιβασμός μεταξύ Βορείων και Νοτίων στο φλέγον θέμα του «κόφτη» για το χρέος και τα πλεονάσματα.

Κατά την Κομισιόν, η συζήτηση αυτή θα ολοκληρωθεί στο τέλος της χρονιάς, έτσι ώστε να δοθούν κατευθύνσεις στα κράτη-μέλη την άνοιξη του 2022 για τις πολιτικές που πρέπει να ενσωματώσουν στα Προγράμματα Σταθερότητας της επόμενης 4ετίας. Όπως, όμως, παραδέχονται κοινοτικές πηγές, καμία απολύτως απόφαση δεν αναμένεται να ληφθεί, αν δεν σχηματιστεί γερμανική κυβέρνηση και αν δεν ολοκληρωθούν οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία. Ελληνικές πηγές εκτιμούν ότι οι όποιες αποφάσεις δύσκολα θα ληφθούν ως το επόμενο καλοκαίρι, δίνοντας έτσι χαρακτήρα θρίλερ στους Προϋπολογισμούς που πρέπει να καταρτιστούν για το 2023.


Συναγερμός

Θα ήταν φυσικά ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι μετά το πάθημα της οικονομικής κρίσης και τις ανατροπές που έφερε η πανδημία οι Ευρωπαίοι είναι έτοιμοι να πάνε... συντεταγμένα σε ριζική αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας. Όπως επισημαίνουν πηγές από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο, τα σήματα είναι πολλά για να τα αγνοήσει κανείς και όλα συγκλίνουν στο ότι πάμε για ακόμα μία μάχη χαρακωμάτων μεταξύ Βορείων και Νοτίων. Η μάχη... εμπροσθοφυλακής που διεξάγεται στη Φρανκφούρτη εδώ και μήνες αποκαλύπτει ότι ο πλούσιος Βορράς θεωρεί πως η κατάσταση συναγερμού έχει λήξει, ότι η επιστροφή στη δημοσιονομική και νομισματική κανονικότητα είναι η μόνη που διασφαλίζει το οριστικό τέλος της κρίσης και ότι η αμοιβαιοποίηση του χρέους παραμένει παντού, παρά την εκκωφαντική επιτυχία του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο νότιος άξονας θα συνταχθεί πίσω από τη γραμμή που λέει ότι ο «κόφτης» του χρέους στο 60% είναι ξεπερασμένος από τις εξελίξεις, είναι εχθρικός στην ανάκαμψη των οικονομιών και ανατροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο των κρίσεων. Στόχος είναι η ρήτρα χρέους να παραμείνει, αλλά σε πιο χαλαρή μορφή και σίγουρα όχι με τη δαμόκλειο σπάθη της λιτότητας να επικρέμαται. Όσο για τη δημοσιονομική πολιτική, η Κομισιόν φαίνεται ότι προκρίνει ένα μοντέλο εποπτείας/παρακολούθησης ανάλογο με αυτό που εφαρμόζεται στο Ταμείο Ανάκαμψης, με τα ίδια τα κράτη-μέλη να έχουν την «ιδιοκτησία» των προγραμμάτων και όχι να επιβάλλεται από τις Βρυξέλλες ένα «κοστούμι» ανάλογο με αυτό που φορέθηκε στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία.

Στα καθ' ημάς, αυτό που επισημαίνουν αρμόδιες πηγές είναι ότι τα επόμενα βήματα ως την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία έχουν «αγκάθια». Το μεγαλύτερο από αυτά είναι το stock των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, και ειδικά των εκκρεμών συντάξεων. Κι αυτό όχι λόγω του διαρθρωτικού προβλήματος που αποκαλύπτουν, αλλά γιατί αντιμετωπίζονται ως «κρυφό» χρέος, το οποίο πολύ απλά θα πρέπει να είναι εκκαθαρισμένο πριν ανάψει «πράσινο φως» για την τελική έξοδο από την πολυετή περιπέτεια που ξεκίνησε τον Μάιο του 2010…