«Γνωρίζω προσωπικά τον πρόεδρο Μπάιντεν», έλεγε στις 20 Ιανουαρίου από το βήµα της Βουλής ο Κυριάκος Μητσοτάκης, λίγο πριν από την επίσηµη «αλλαγή φρουράς» στον Λευκό Οίκο.

«Αναλαµβάνοντας τα νέα του καθήκοντα, είµαι σίγουρος ότι οι ελληνοαµερικανικοί δεσµοί θα γίνουν πιο ισχυροί από ποτέ». Ο «χρησµός» αυτός γρήγορα βγήκε αληθινός. Στην κορυφή του λόφου του Καπιτωλίου, όπου στεγάζεται το αµερικανικό Κογκρέσο, οι εξελίξεις ήταν γοργές. Με διακοµµατική συναίνεση (Ρούµπιο - Μενέντεζ) οδεύει προς ψήφιση ο «Νόµος περί άµυνας και διακοινοβουλευτικής εταιρικής σχέσης ΗΠΑ - Ελλάδας 2021», ενώ η στήριξη των γερουσιαστών στην αναβάθµιση των σχέσεων των δύο χωρών και στον αποκλεισµό της Τουρκίας από την απόκτηση του µαχητικού αεροσκάφους τελευταίας γενιάς F-35 είναι διαρκής.

Στο Λευκό Οίκο, ο Τζο Μπάιντεν, δύο µόλις µήνες µετά την ανάληψη των καθηκόντων του, περιέγραψε τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας για τις ΗΠΑ στην κατάληξη του µηνύµατος που απέστειλε για την επέτειο των 200 ετών από την Επανάσταση του ’21: «Η Ελλάδα είναι ένας ΝΑΤΟϊκός σύµµαχος καίριας σηµασίας και στενός φίλος των ΗΠΑ, παρέχοντας σταθερότητα και συµβάλλοντας ενεργά στην ειρήνη και την ευηµερία στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, της Μαύρης Θάλασσας και των Δυτικών Βαλκανίων».



Την περασµένη εβδοµάδα, δε, υπεγράφη η ανανέωση της Συµφωνίας Αµοιβαίας Αµυντικής Συνεργασίας (MDCA) Ελλάδας - ΗΠΑ, που συνοδευόταν και από µία επιστολή ισχυρής υποστήριξης από τον ΥΠ.ΕΞ., Άντονι Μπλίνκεν.

Πίσω από τις πολιτικές και γεωστρατηγικές εξελίξεις, βέβαια, υπάρχουν πάντα τα πρόσωπα που τις οδηγούν και τις καθορίζουν.

Στην περίπτωση των ελληνοαµερικανικών σχέσεων, που βρίσκονται σε ιστορικά υψηλό επίπεδο, τα πρόσωπα είναι πολλά και υπηρετούν σε θέσεις-κλειδιά. Σε επίπεδο κορυφής, αξίζει να σηµειωθεί ότι σε ανύποπτο χρόνο, τον Ιούνιο του 2017, οι κ. Μητσοτάκης και Μπάιντεν είχαν συναντηθεί στα γραφεία της Νέας Δηµοκρατίας στην Πειραιώς, σε µία συζήτηση για τα ελληνοτουρκικά, το Κυπριακό και όλα τα θέµατα της ευρύτερης περιοχής, που δηµιούργησε πολύ καλή «χηµεία» µεταξύ των δύο πολιτικών ηγετών.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, εξάλλου, έχει διατελέσει στο παρελθόν επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας και γνωρίζει πολύ καλά τα τεκταινόµενα στη «γειτονιά» µας, κάτι που βοηθάει σηµαντικά στο να τρέχουν πιο γρήγορα οι υποθέσεις που αφορούν την ελληνοαµερικανική συνεργασία αυτούς τους εννέα µήνες της διακυβέρνησής του.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν θεωρεί, µεταξύ άλλων, την Ελλάδα χώρα-κλειδί για την ενεργειακή διαφοροποίηση της Ευρώπης και τη σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, έναν ισχυρό περιφερειακό παράγοντα κι έναν σηµαντικό κρίκο στο σχήµα 3+1 (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και ΗΠΑ), τον οποίο στηρίζει θερµά.

Θιασώτης των απόψεων αυτών είναι ο υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, που έχει αναπτύξει εξαιρετική προσωπική σχέση µε τον Νίκο Δένδια, µε τον οποίο ήταν σε τακτική επαφή τους τελευταίους µήνες ενόψει της ανανέωσης της MDCA, αλλά και των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Τακτική επαφή διατηρεί ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών και µε τη Βικτόρια Νούλαντ, υφυπουργό Εξωτερικών, αρµόδια για Πολιτικές Υποθέσεις. Ουσιαστικά είναι κύριο πρόσωπο στη διαµόρφωση της διεθνούς στρατηγικής των ΗΠΑ. Κατά την παραµονή του µάλιστα στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, την είχε συναντήσει ιδιωτικά και την είχε ενηµερώσει αναλυτικά για την ελληνογαλλική συµφωνία στρατηγικής συνεργασίας, παίρνοντας έτσι το «πράσινο φως» της Ουάσινγκτον.

Οικονομία και εμπόριο


Σηµαντικό κοµµάτι των ελληνοαµερικανικών σχέσεων είναι το εµπορικό και το οικονοµικό, όπως δείχνουν εξάλλου οι πρόσφατες επενδύσεις της Pfizer και της Cisco στη Θεσσαλονίκη, της Microsoſt στην Αττική, των ONEX, DFC και Fincantieri στα Ναυπηγεία Ελευσίνας και του ενδιαφέροντος άλλων αµερικανικών εταιρειών για µια σειρά επενδύσεων, όπως η ιδιωτικοποίηση του λιµανιού της Αλεξανδρούπολης.

Οι πληροφορίες θέλουν τον Κώστα Φραγκογιάννη, υφυπουργό Εξωτερικών, αρµόδιο για την Οικονοµική Διπλωµατία, να έχει πλέον µια καλή προσωπική σχέση µε τον Χοσέ Φερνάντεζ, υφυπουργό Εξωτερικών, αρµόδιο για την Οικονοµική Ανάπτυξη και την Ενέργεια. Φραγκογιάννης και Φερνάντεζ έχουν περίπου την ίδια ηλικία, έχουν σπουδάσει και οι δύο στις ΗΠΑ, εργάστηκαν πολλά χρόνια στον ιδιωτικό τοµέα σε θέσεις ευθύνης πριν µπουν στην πολιτική και έχουν βρει πολλά κοινά σηµεία επαφής.

Σύµφωνα µε όσα είπε ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ, σε συνάντηση που είχε την περασµένη ∆ευτέρα µε δηµοσιογράφους, ο Φερνάντεζ «είναι ο άνθρωπος στην καλύτερη θέση για να πάει πιο πέρα όλη την πρόοδο που έχουµε κάνει τους τοµείς της ενέργειας, της τεχνολογίας και στις επενδύσεις επί τη βάσει των γνώσεων».

Ανθρωπος-κλειδί στο Μέγαρο Μαξίµου σε ζητήµατα άµυνας και ασφάλειας είναι ο Θάνος Ντόκος, σύµβουλος Εθνικής Ασφάλειας του πρωθυπουργού, ο οποίος συµµετείχε στην ελληνική αποστολή στην Ουάσινγκτον την περασµένη εβδοµάδα και στον στρατηγικό διάλογο των δύο χωρών.

Εκεί συνοµίλησε µε πρόσωπα σε κοµβικές θέσεις στο αµερικανικό πολιτικό οικοδόµηµα, οι οποίοι θα παίξουν ρόλο και στις µελλοντικές εξελίξεις. Από τη µακρά θητεία του στο ΕΛΙΑΜΕΠ, ο κ. Ντόκος είχε γνωρίσει προσωπικά τον Ντέρεκ Τσόλετ, που έχει θητεύσει σε γνωστά think tanks στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, όπως το Brookings, το Center for Strategic and International Studies (CSIS) και το German Marshall Fund, το οποίο συνεργάζεται στενά µε το ΕΛΙΑΜΕΠ. Ο κ. Τσόλετ είναι σήµερα σύµβουλος του υπουργού Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν και -όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Πάιατ- «ανήκει στον στενό κύκλο συµβούλων του υπουργού Εξωτερικών και είναι ταυτόχρονα άνθρωπος που λύνει προβλήµατα (problem solver) και βρίσκεται σε αυτή τη θέση από τις 20 Ιανουαρίου, από την πρώτη µέρα».

Πρόκειται, δηλαδή, για έναν κρίσιµο δίαυλο επικοινωνίας που έχει ανοίξει το Μέγαρο Μαξίµου µε το Στέιτ Ντιπάρτµεντ, και συγκεκριµένα µε έναν άνθρωπο που είναι έµπιστος συνεργάτης του επικεφαλής της αµερικανικής διπλωµατίας.

Από το German Marshall Fund έχουν επίσης περάσει -και είχαν γνωριστεί την περίοδο εκείνη µε τον κ. Ντόκο- η Κάρεν Ντόνφριντ, υφυπουργός Εξωτερικών, αρµόδια για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, και η Λόρα Ρόζενµπεργκ, στέλεχος του Συµβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ.

Η κ. Ντόνφριντ συνοµιλεί επίσης και µε την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, πρέσβη της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον και άνθρωπο της εµπιστοσύνης του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς ήταν η πρώτη διευθύντρια του ∆ιπλωµατικού του Γραφείου όταν ανέλαβε πρωθυπουργός.

Ο κ. Ντόκος διατηρεί επαφή µε όλους τους προαναφερθέντες, τους οποίους και συνάντησε στην αµερικανική πρωτεύουσα, όπως και µε έναν ακόµα µείζονα κρίκο στην αλυσίδα της αµερικανικής διπλωµατίας και ασφάλειας, τον Φίλιπ Γκόρντον, αναπληρωτή σύµβουλο Εθνικής Ασφάλειας της αντιπροέδρου, Καµάλα Χάρις.

Ενας ακόµα δίαυλος επικοινωνίας που έχει δηµιουργηθεί µεταξύ Αθήνας και Ουάσινγκτον είναι αυτός µεταξύ του Θεµιστοκλή Δεµίρη, γενικού γραµµατέα του υπουργείου Εξωτερικών, και της Τζέσικα Λιούις, που πρόσφατα ορίστηκε υφυπουργός Εξωτερικών, αρµόδια για Πολιτικά και Αµυντικά Θέµατα.

Αξίζει να σηµειωθεί ότι η κ. Λιούις έχει καλή γνώση των ελληνικών θεµάτων, καθώς ήταν επί χρόνια στενή συνεργάτιδα του γερουσιαστή Ρόµπερτ Μενέντεζ, νυν προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ και φυσσικά διαχρονικού φίλου και συµµάχου της Ελλάδας.

Όλες οι επαφές του Κυριάκου Μητσοτάκη µε την Ουάσινγκτον περνάνε βέβαια από την Ελένη Σουρανή, διευθύντρια του ∆ιπλωµατικού Γραφείου του πρωθυπουργού, η οποία συνοµιλεί θεσµικά µε τον Τζέφρι Πάιατ, αλλά και µε κυβερνητικούς παράγοντες στις ΗΠΑ. Τέλος, από την πρώτη στιγµή της ανάληψης της προεδρίας της Νέας ∆ηµοκρατίας από τον κ. Μητσοτάκη και όλη την τελευταία πενταετία, ανοιχτά κανάλια επικοινωνίας µε ανθρώπους σε κρίσιµα πόστα στην Ουάσινγκτον και τη Νέα Υόρκη διατηρεί ο στενός του συνεργάτης Θανάσης Μπακόλας.