«Η περίοδος της κατάργησης με ένα νόμο και ένα άρθρο πέρασε ανεπιστρεπτί, ευτελίστηκε, και την πλήρωσαν πολύ ακριβά οι πολίτες», δήλωσε ο υφυπουργός Οικονομικών, Απόστολος Βεσυρόπουλος, κατα την συζήτηση της σύμβασης μεταξύ Δημοσίου και ΟΛΠ, τονίζοντας πως αυτό που πρέπει όλοι να ξέρουν και το έχουμε αποδείξει στην πράξη, είναι πως όταν υπάρχει διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος, η πρώτη επιλογή της κυβέρνησης είναι και θα είναι η μείωση των φόρων».

Ο κ. Βεσυρόπουλος απέρριψε τις τροπολογίες που είχαν καταθέσει ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, με μειώσεις και καταργήσεις του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα και στον ΕΝΦΙΑ.

Ο Υφυπουργός χαρακτήρισε «όψιμο και υποκριτικό» το ενδιαφέρον του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς «ως κυβέρνηση ακολουθούσε πολιτικής υπερφορολόγησης και τώρα ανακάλυψε την πολιτική της μείωσης των φόρων» και υπενθύμισε πως ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση αύξησε τον ΕΦΚ σχεδόν σε όλα τα καύσιμα, ενώ ειδικά στο πετρέλαιο θέρμανσης η αύξηση άγγιξε το 22% μέσα στο 2017.

Αύξησε τον ΦΠΑ μέσα στο 2016 από το 16% στο 24%, παράλληλα σε μια σειρά προϊόντων ευρείας κατανάλωσης αύξησε το ΦΠΑ από το μειωμένο συντελεστή στο 24%. Και τρίτον, μείωσε το ποσό του επιδόματος θέρμανσης με αποτέλεσμα την συρρίκνωση του αριθμού των δικαιούχων κατά 50% και κατήργησε την προκαταβολή του.

Ο κ. Βεσυρόπουλος ανέφερε πως το δημοσιονομικό κόστος της τροπολογίας του ΣΥΡΙΖΑ ανέρχεται στα 2 δισεκατομμύρια ευρώ και σχολίασε «Ξαναζούμε προφανώς, εποχές του αλήστου μνήμης Προγράμματος της Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ, τότε που εξαγγέλθηκαν διαγραφές οφειλών, κατάργησης του ΕΝΦΙΑ, αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις και κατάργηση του μνημονίου με ένα νόμο και ένα άρθρο, αλλά τελικά ήρθαν πολλοί νόμοι και πολλά άρθρα που επέβαλαν συνολικά 22 φορολογικές επιβαρύνσεις!».

Στην πολιτική συνέχισε ο υφυπουργός, «το ζητούμενο είναι η αξιοπιστία - και αυτό το στοιχείο ο ΣΥΡΙΖΑ το έχει απωλέσει οριστικά. Η τροπολογία αυτή εξυπηρετεί σκοπιμότητες, δεν βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα και αναδεικνύει την έλλειψη αξιοπιστίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης».