O αριθμός των εκκρεμών συντάξεων έχει ήδη μειωθεί από 155.000 στις αρχές της χρονιάς σε 139.000, δηλώνει στην εφημερίδα Παραπολιτικά ο αρμόδιος για θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου. Επίσης, απαντά στην τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ για χρεών στα Ταμεία. Παράλληλα, αναφέρει: «Δημιουργούμε πόρους για επένδυση στην οικονομία μας και εξασφαλίζουμε υψηλότερες συντάξεις στους μελλοντικούς συνταξιούχους».

Πότε θα φέρετε στη Βουλή το νοµοσχέδιο για την επικουρική ασφάλιση και από πότε θα ξεκινήσει η εφαρµογή του;

Μετά το Πάσχα, θα ξεκινήσει ευρύς κοινωνικός διάλογος για το ασφαλιστικό νοµοσχέδιο. Θα ακολουθήσει η κατάθεσή του στη Βουλή. Μάλιστα, για πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά χρονικά µια ασφαλιστική µεταρρύθµιση θα συνοδεύεται από τρεις µελέτες (αναλογιστική, µακροοικονοµική και βιωσιµότητας του δηµόσιου χρέους). Η µεταρρύθµιση θα αφορά τους νεοεισερχόµενους στην αγορά εργασίας από 1ης/1/2022, που έχουν υποχρέωση επικουρικής ασφάλισης και, προαιρετικά, εργαζοµένους ηλικίας κάτω των 35 ετών. Στο νέο σύστηµα επικουρικής ασφάλισης, αντί οι εισφορές των νέων να χρησιµοποιούνται για την πληρωµή της επικουρικής σύνταξης των σηµερινών συνταξιούχων, θα αποταµιεύονται σε ατοµικούς λογαριασµούς («κουµπαράδες») και θα επενδύονται µέσω ενός νέου δηµόσιου Ταµείου, προκειµένου να πληρωθούν οι µελλοντικές συντάξεις των ιδίων.

Στον διάλογο µε τους εταίρους και τους φορείς, που έχετε προαναγγείλει για την επικουρική ασφάλιση, είναι όλα ανοιχτά από πλευράς σας ή υπάρχουν κάποιες πτυχές της µεταρρύθµισης που δεν αλλάζουν;

Αυτή η µεταρρύθµιση γίνεται µε το βλέµµα στο µέλλον. ∆εν σχετίζεται µε ταµειακά προβλήµατα, δηµοσιονοµική προσαρµογή ή δικαστικές αποφάσεις. Η χώρα προνοεί, προσαρµόζεται στον δηµογραφικό κίνδυνο και µεριµνά για τους µελλοντικούς συνταξιούχους, δηλαδή τις νέες γενιές εργαζοµένων. Η σχεδιαζόµενη µεταρρύθµιση έχει ως στόχο (α) την ενίσχυση της βιωσιµότητας του ασφαλιστικού συστήµατος και τη διαφοροποίηση των ασφαλιστικών κινδύνων, (β) την εξασφάλιση υψηλότερων συντάξεων στους µελλοντικούς συνταξιούχους, (γ) τη σώρευση κεφαλαίου εθνικής αποταµίευσης που θα αξιοποιηθεί προς όφελος της οικονοµίας και (δ) την αποκατάσταση της εµπιστοσύνης των νέων στο σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης και τη δηµιουργία ισχυρών αντικινήτρων για συµµετοχή στη «µαύρη», αδήλωτη αγορά εργασίας. Οι χώρες που έχουν τα µεγαλύτερα και πιο αποδοτικά κεφαλαιοποιητικά συνταξιοδοτικά συστήµατα στην Ευρώπη είναι χώρες µε ισχυρό κοινωνικό κράτος, όπως, για παράδειγµα, η ∆ανία και η Ολλανδία. Αυτές οι χώρες φηµίζονται για την κουλτούρα διαλόγου και πολιτικής συναίνεσης. Αντίθετα, στη χώρα µας η πολιτική κουλτούρα είναι συγκρουσιακή. Οµως, για κάθε από φαση που δεν λαµβάνεται εγκαίρως, ειδικά σε ζητήµατα κοινωνικής ασφάλισης, καθώς η οικονοµία και η κοινωνία µετασχηµατίζεται, το πρόβληµα επανέρχεται, και µάλιστα υπό χειρότερες συνθήκες. Επιθυµούµε και θα επιδιώξουµε τον διάλογο για να πετύχουµε όσο το δυνατόν ευρύτερες συναινέσεις, αλλά πάντα εντός του γενικότερου πλαισίου που περιέγραψα προηγουµένως.

Η αντιπολίτευση αντιδρά και κάνει λόγο για ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης και «δώρο» στις µεγάλες πολυεθνικές ασφαλιστικές. Τι απαντάτε;

Κατηγορηµατικά, όχι. Η νέα επικουρική παραµένει το δεύτερο σκέλος της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, που προστατεύεται από το Σύνταγµα. Το Ταµείο που θα διαχειρίζεται τις εισφορές θα είναι Νοµικό Πρόσωπο ∆ηµοσίου ∆ικαίου. Το ∆ιοικητικό του Συµβούλιο και ο διευθύνων σύµβουλος θα διορίζονται από τον υπουργό Εργασίας ύστερα από ανοικτές διαδικασίες πρόσληψης µε διαφανή και αξιοκρατικά κριτήρια. ∆εν υπάρχει καµία ιδιωτικοποίηση και, πολύ περισσότερο, κανένα «δώρο» σε ασφαλιστικές εταιρείες, µικρές ή µεγάλες, ελληνικές ή ξένες.

Πόσες είναι τώρα, στα µέσα Απριλίου, οι εκκρεµείς συντάξεις και πόσες περίπου προστίθενται κάθε µήνα; Υπάρχει συγκεκριµένο χρονοδιάγραµµα για τη µείωση και, τελικά, για τον δραστικό περιορισµό τους;

Αναµφίβολα, οι εκκρεµείς συντάξεις είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβληµα που υπήρχε εδώ και πολλά χρόνια και δεν είχε αντιµετωπιστεί µε τη σοβαρότητα που έπρεπε. Στο υπουργείο, σε συνεργασία µε τη ∆ιοίκηση του ΕΦΚΑ, που είναι και ο καθ’ ύλην αρµόδιος φορέας για την αντιµετώπιση αυτής της κρίσης, υλοποιούµε µια στρατηγική σε τρία επίπεδα, ώστε να µπορέσουµε να αντιµετωπίσουµε το ζήτηµα. Το πρώτο επίπεδο δράσεων περιλαµβάνει την προκαταβολή του ποσού της εθνικής σύνταξης σε άτοµα που βρίσκονται εν αναµονή της έκδοσης της απόφασης συνταξιοδότησής τους. Ο δεύτερος άξονας περιλαµβάνει δράσεις για την παροχή κάθε δυνατής συνδροµής προς τον ΕΦΚΑ σε επίπεδο οργανωτικό, ανθρώπινου δυναµικού και υλικοτεχνικής υποδοµής, ώστε να µειωθεί σηµαντικά το στοκ των εκκρεµών αιτήσεων. Ο τρίτος άξονας σχετίζεται µε την πρόθεση του υπουργείου και της διοίκησης του φορέα να αντιµετωπίσουµε οριστικά το πρόβληµα, µε την ψηφιοποίηση των ασφαλιστικών αρχείων. Στις αρχές της χρονιάς υπήρχαν περίπου 155.000 εκκρεµείς κύριες συντάξεις. Στα τέλη Μαρτίου ο αριθµός τους έχει µειωθεί στις 139.000. Είναι µια µικρή, αλλά αισθητή βελτίωση, που µας κάνει να πιστεύουµε ότι, µε τη στρατηγική που έχουµε χαράξει, η µείωσή τους θα επιταχυνθεί τους επόµενους µήνες και πιθανότατα µέχρι το τέλος του χρόνου η εικόνα θα έχει αλλάξει ουσιαστικά.

Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι, για να υπάρξει ουσιαστική επανεκκίνηση της οικονοµίας, απαιτείται, µεταξύ άλλων, και διαγραφή χρεών στα ασφαλιστικά ταµεία. Είναι στον σχεδιασµό σας µια τέτοια κίνηση;

Η πανδηµία προφανώς επηρέασε και την εισπραξιµότητα των ασφαλιστικών εισφορών. Το κράτος λειτουργεί όλο αυτό το διάστηµα ως οιονεί εργοδότης, καλύπτοντας µισθούς και ασφαλιστικές εισφορές µεγάλου µέρους του ιδιωτικού τοµέα. Από την αρχή της πανδηµίας έχουµε διαθέσει περισσότερα από 30 δισ. ευρώ για την αντιµετώπιση των συνεπειών της στην απασχόληση και την επιχειρηµατικότητα. Για µεγάλο αριθµό ασφαλισµένων, η υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών µεταφέρθηκε σε µεταγενέστερο χρόνο. Ταυτόχρονα, συνεχίζονται οι παρατάσεις στην καταβολή ρυθµισµένων ληξιπρόθεσµων οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταµεία. Η διαγραφή χρεών, που µε τόση ευκολία επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ, στην πραγµατικότητα σηµαίνει ακόµα µεγαλύτερες µεταβιβάσεις από τον κρατικό προϋπολογισµό για την κάλυψη των ήδη υψηλών ελλειµµάτων των ασφαλιστικών ταµείων. Και αυτό σε µια χώρα µε εξαιρετικά υψηλό δηµόσιο χρέος. Οι προτάσεις αυτές θυµίζουν έντονα το αλήστου µνήµης «κοστολογηµένο» Πρόγραµµα της Θεσσαλονίκης, που, αν εφαρµοζόταν, θα εξίσωνε στρατηγικούς κακοπληρωτές µε συνεπείς εργοδότες και εργαζοµένους.

Ο ετήσιος αριθµός γεννήσεων στη χώρα µας βαίνει διαρκώς µειούµενος. Με αυτήν τη δυσµενή εξέλιξη στο δηµογραφικό, είναι βιώσιµο το παρόν ασφαλιστικό σύστηµα σε βάθος χρόνου;

Το υφιστάµενο σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης είναι καθ’ ολοκληρίαν διανεµητικό - δηλαδή οι εισφορές των σηµερινών εργαζοµένων πληρώνουν τις συντάξεις των σηµερινών συνταξιούχων. Αυτά τα συστήµατα δουλεύουν καλά όταν υπάρχουν πολλοί εργαζόµενοι και λίγοι συνταξιούχοι, αλλά έχουν µεγάλες δυσκολίες όταν η αναλογία αυτή ανατρέπεται. Σήµερα, η αναλογία εργαζοµένων προς συνταξιούχους είναι 1,7 προς 1, όταν τη δεκαετία του 1950, όταν αναπτυσσόταν το ασφαλιστικό µας σύστηµα, ήταν της τάξης του 4 ή 5 προς 1. Την προηγούµενη δεκαετία έγιναν πολλές µεταρρυθµίσεις αλλά και περικοπές συντάξεων. Αναλογιστικές µελέτες δείχνουν ότι η σηµερινή απόκλιση δαπανών και εσόδων σταδιακά µειώνεται σε βάθος χρόνου και τα ελλείµµατα του ασφαλιστικού µειώνονται αισθητά. Εποµένως, µακροχρονίως δεν υπάρχει πρόβληµα βιωσιµότητας του υφιστάµενου συστήµατος. Οµως, ειδικά για τις επικουρικές συντάξεις του ισχύοντος συστήµατος, οι ίδιες µελέτες δείχνουν ότι η αναλογία τους προς τον µέσο µισθό αναµένεται να µειωθεί από 16% που είναι σήµερα σε 12% το 2040 και σε 9,5% το 2060. Γι’ αυτό θεωρούµε τη µεταρρύθµιση που ετοιµάζουµε απαραίτητη. Εισάγοντας κεφαλαιοποιητικά χαρακτηριστικά σε ένα άκρως διανεµητικό σύστηµα, επιτυγχάνουµε διασπορά κινδύνου και περιορίζουµε τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσµού. Ταυτόχρονα, δηµιουργούµε πόρους για επένδυση στην οικονοµία µας και εξασφαλίζουµε υψηλότερες συντάξεις στους µελλοντικούς συνταξιούχους. Αλλωστε, την ίδια απάντηση σε αυτά τα προβλήµατα έχουν δώσει σειρά ευρωπαϊκών κρατών πολλά χρόνια πριν από εµάς.


Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 17 Απριλίου