Την ώρα που η τουρκική προκλητικότητα συνεχίζεται με το Orus Reis να συνεχίζει να βρίσκεται εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, τα βλέμματα όλων έχουν στραφεί στο σημερινό έκτακτο Συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στο οποίο η Αθήνα αναμένει να σταλεί ηχηρό μήνυμα κατά της Άγκυρας.

«Είναι προφανές ότι όλος ο διπλωματικός κόσμος, οι περιφερειακές δυνάμεις, οι διεθνείς οργανισμοί όπως η ΕΕ αλλά και η Αμερική έχουν συνταχτεί με τις ελληνικές θέσεις και καλούν την Τουρκία να αποσύρει το Orus Reis και τα πολεμικά πλοία που το συνοδεύουν από την περιοχή», δήλωσε στον ΣΚΑΪ 100,3 ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.

Για το σημερινό έκτακτο συμβούλιο ανέφερε ότι αναμένουμε τη σαφή στήριξη της ΕΕ στις ελληνικές θέσεις, αν και σημείωσε ότι αυτό δεν είναι το αρμόδιο όργανο για να επιβάλλει κυρώσεις.

Στο «τραπέζι» οι κυρώσεις
Εκτίμησε, δε, ότι υπάρχουν κυρώσεις στο τραπέζι, αλλά είναι κάτι που θα τεθεί και στην άτυπη Σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών στις 27 Αυγούστου.

Τόνισε ότι αυτή τη στιγμή η Τουρκία δεν έχει απολύτως κανένα διπλωματικό έρεισμα. «Έχει καταφέρει με την επιθετική της στρατηγική να απολέσει και την παράσταση ισχύος που διαθέτει στην Ανατολική Ευρώπη αλλά ακόμη και εάν υπήρξε κάποια στιγμή ένα ίχνος διπλωματικής αξιοπιστίας έχει απολεσθεί και αυτό», σημείωσε ο κ. Γεραπετρίτης.

Επίσης, εκτίμησε ότι η τουρκική διπλωματία θα αναζητήσει ένα τρόπο διαφυγής από αυτόν τον βαθύτατο εγκλωβισμό στον οποίο έχει περιέλθει.

Ερωτηθείς αν ο τρόπος εξόδου θα μπορούσε να είναι η επιστροφή στο τραπέζι των διερευνητικών επαφών, που ήταν προγραμματισμένες για τέλος Αυγούστου και πάγωσαν με πρωτοβουλία της Τουρκίας μετά το Ελληνοαιγυπτιακό σύμφωνο, ο κ. Γεραπετρίτης απάντησε:

«Νομίζω πως ναι. Αυτό που ζητάμε είναι να επανέλθει η Τουρκία στην λογική του διεθνούς δικαίου και να προσέλθει με θέσεις που θα απέχουν από την σημερινή έωλη επιχειρηματολογία της. Δηλαδή, αισθάνομαι ότι αυτή τη στιγμή ολόκληρη η Διεθνής Κοινότητα, στο μέτρο που ασχολείται με το ζήτημα της ηρεμίας στην Ανατολική Μεσόγειο, εκείνο το οποίο επιδιώκει είναι τα μέρη να καθίσουν να συζητήσουν υπό όρους ορθού λόγου και Διεθνούς Δικαίου, έτσι ώστε να επανέλθει μία σχετική σταθερότητα στην περιοχή. Και, άρα, νομίζω ότι εκείνο που έχουμε στο βάθος του μυαλού μας είναι συζήτηση πραγματική, ουσιαστική, ωφέλιμη συζήτηση με την Τουρκία η οποία θα είναι σε θέση να αποδώσει και καρπούς.»