Η συμφωνία ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας ήρθε να ενισχύσει τη θέση της Αθήνας στο περίπλοκο μεσογειακό παζλ. Σε αυτό το πεδίο, μια σειρά χώρες διασταυρώνουν ενεργειακά συμφέροντα και η Τουρκία διεκδικεί «μερίδια» με ευθέως επιθετικές πολιτικές και πρώτο στόχο την Ελλάδα. Η κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη επιχειρεί τώρα να ανοίξει νέο βηματισμό, ξεκινώντας από την Αδριατική, ενώ την ίδια ώρα δέχεται ισχυρές πιέσεις να πάρει «αποφάσεις» στα ελληνοτουρκικά ζητήματα τόσο από τον «διεθνή παράγοντα» όσο και από εσωτερικές δυνάμεις, που με έντονες αρθρογραφικές «παρεμβάσεις», πανεπιστημιακών κυρίως εκπροσώπων τους, συνιστούν μέσω του αθηναϊκού Τύπου προσφυγή στη διεθνή διαιτησία ή και σε απευθείας «διάλογο» με την Άγκυρα.
Το «παιχνίδι» είναι όμως σε πλήρη εξέλιξη και η Αθήνα δοκιμάζει όλα τα διπλωματικά όπλα που διαθέτει ή μπορεί να αποκτήσει και με επίγνωση της ηγεσίας πως ούτε η Ουάσινγκτον ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση παρέχουν σήμερα κάποια απτή «εγγύηση ασφαλείας» στην Ελλάδα, πέρα από την πολιτική αποδοκιμασία της έκνομης συμπεριφοράς της Τουρκίας στις θάλασσες της Μεσογείου.
Η ελληνική κυβέρνηση προετοιμάζεται, λοιπόν, πολιτικά και αμυντικά, να αντιμετωπίσει «έκτακτες» καταστάσεις λόγω της Τουρκίας και με τη γνώση ότι ο ατλαντικός παράγων επιθυμεί κατ’ αρχήν μια «συνολική» ρύθμιση θαλάσσιων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο. Παραμένει, πάντως, σταθερή η Ουάσινγκτον για στήριξη του Ισραήλ στις μεσογειακές συμμαχίες με Ελλάδα, Κύπρο και Αίγυπτο. Οι ΗΠΑ εκτιμούν ότι αυτές δεν πρέπει να «χαλάσουν» καθ’ οδόν προς «συνολικές» ρυθμίσεις.
Η ελληνική διπλωματία προσπαθεί τώρα να εξασφαλίσει συμμαχίες στρατηγικές απέναντι στην Άγκυρα, που «περικυκλώνει» την Ελλάδα με τακτικές κινήσεις. Η Αθήνα στρέφεται προς τον αραβικό κόσμο, σε ενίσχυση των σχέσεών της με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σ. Αραβία, και κινεί την εξωτερική πολιτική της στην Ανατολική Μεσόγειο με στόχο να κρατήσει «κοντά» της τη διστακτική ακόμα για κοινή ΑΟΖ Αίγυπτο (με επίσκεψη του κ. Ν. ∆ένδια στο Κάιρο μέχρι τις 18 Ιουνίου) και να διαλύσει επίσης κάθε λόγο παρασκηνιακής «γκρίνιας» του Ισραήλ που, καθώς λέγεται, θέλει το «κάτι παραπάνω» στις ελληνοϊσραηλινές στρατιωτικές συνεργασίες, όπως βεβαιώνουν διπλωματικές πηγές.
Για τον λόγο αυτόν, άλλωστε, έχει ειδικό βάρος η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη στο Τελ Αβίβ την προσεχή Τρίτη. Η Αθήνα κινείται σήμερα α) με βάση τα «τετελεσμένα» που επιδιώκει να προκαλέσει ο Ερντογάν εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και β) με εκτίμηση των πληροφοριών που συγκεντρώνει από διάφορες πλευρές για κινήσεις και προθέσεις τρίτων χωρών, όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Γαλλία, αλλά και η Κομισιόν.
Περιμένοντας, σε πολεμική ετοιμότητα, την επόμενη κίνηση της Τουρκίας στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει ότι η Άγκυρα επιδιώκει να οδηγήσει υπό ασφυκτική στρατιωτική πίεση τον κ. Μητσοτάκη σε διμερή «διάλογο» ή να προκαλέσει ακραίο στρατιωτικό «επεισόδιο». Με αυτό θα κατηγορήσει την Ελλάδα διεθνώς ότι αυτή «πυροβόλησε» πρώτη και θα «απαντήσει» με κατάληψη εδάφους ελληνικού, έστω και βράχων. Από εκεί και πέρα, η διεθνής «διαμεσολάβηση» θα ανοίξει την πόρτα του «διαλόγου».
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Τώρα η Αθήνα παρακολουθεί προσεκτικά τις κινήσεις της Άγκυρας και «τρίτων» παραγόντων στην υπόθεση της Λιβύης. Στις Βρυξέλλες, η ελληνική διπλωματία διαπιστώνει τελευταίως ότι πολλά και ενδιαφέροντα σχεδιάζονται επί χάρτου σχετικά με την ευρωπαϊκή «διαχείριση» του προβλήματος της Λιβύης. Κατά τις πηγές αυτές, η Γερμανίδα πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και ο Γιοσέπ Μπορέλ, ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την εξωτερική πολιτική, εργάζονται για μια ευρωπαϊκή ρύθμιση που θα «έβγαζε» την Τουρκία από τη «λύση» του προβλήματος της Λιβύης και θα καθιστούσε ρυθμιστές του την Ευρώπη και τη Ρωσία κάτι που, όπως «ψιθυρίζεται», δεν θα εμπόδιζε την ανάμιξη της Άγκυρας από μια «πίσω πόρτα», ρωσική. Η προοπτική αυτή βρίσκει ήδη σύμφωνη την Αίγυπτο, που συναντάται με Ευρωπαίους και Ρωσία στην κοινή θέση για απόκρουση των τουρκοτζιχαντιστών στη Βόρεια Αφρική (βεβαίως, η γερμανορωσική «προσέγγιση» δυσαρεστεί την Ουάσινγκτον).

Οι πληροφορίες της Αθήνας είναι ότι το εν λόγω εγχείρημα για ένα «ευρωρωσικό» κράτος στη Λιβύη έχει το «πράσινο φως» από το Παρίσι και το Βερολίνο. Συνδέεται δε με το ότι η κατάσταση των γερμανοαμερικανικών σχέσεων δεν είναι καθόλου καλή σήμερα. Οι ελληνικές υπηρεσίες εκτιμούν ότι για τους ∆υτικούς μετράει αρνητικά το ότι η Τουρκία χρησιμοποιεί στη Λιβύη τζιχαντιστές, με τη βοήθεια και του Κατάρ.

Κυβερνητικοί παράγοντες στην Αθήνα βεβαιώνουν σε ιδιαίτερες συζητήσεις τους με πολιτικούς αναλυτές ότι η ηγεσία δεν αγνοεί καμία από τις «περίεργες» πτυχές των περίπλοκων σχέσεων μεταξύ χωρών «εμπλεκόμενων» στο μεσογειακό παζλ.

Έτσι, για παράδειγμα, ακόμα κι όταν η Αθήνα προωθεί με επιτυχία για τα εθνικά συμφέροντα την υπόθεση της συμφωνίας οριοθέτησης ΑΟΖ με τη Ρώμη, δεν αγνοεί και κάτι άλλο: ότι η ιταλική κυβέρνηση δεν «ζορίζει» την Τουρκία στο λιβυκό ζήτημα, καθότι η Άγκυρα της φέρνει «πελάτη» επενδυτή το Κατάρ για παραγγελίες οπλικών συστημάτων, πολύτιμων για την ιταλική βιομηχανία, σε περίοδο οξείας οικονομικής κρίσης στην Ιταλία.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 13 Ιουνίου