Σοβαρές επιπτώσεις στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα ενδέχεται να επιφέρει η πρόσφατη απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σύμφωνα με τις απόψεις που εξέφρασαν ο διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών, Ευάγγελος Βενιζέλος και ο πρώην αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την διαδικτυακή συζήτηση την οποία διοργάνωσε απόψε ο «Κύκλος Ιδεών» και την οποία συντόνισε ο κ. Βενιζέλος.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαστηρίου η οποία αμφισβητεί τη νομιμότητα της αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δημιούργησε μεγάλη σύγχυση και ανησυχία, ευτυχώς όχι στις αγορές, οι οποίες δεν πιστεύουν ότι θα δημιουργηθεί μεγάλο θέμα και αυτό είναι σημαντικό για το μέλλον», ανέφερε στην τοποθέτησή του ο κ. Στουρνάρας και υπογράμμισε ότι με την συγκεκριμένη απόφαση, «διακυβεύονται δυο βασικές αρχές οι οποίες στηρίζουν την ευρωπαϊκή συνοχή και ενότητα. Ποιο δικαστήριο, ένα εθνικό δικαστήριο ή το ευρωπαϊκό δικαστήριο έχει το προβάδισμα σε θέματα που αφορούν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Η απόφαση αυτή δημιούργησε μεγάλη αβεβαιότητα και το ζήτημα της νομικής υπεροχής θα πρέπει να επιβεβαιωθεί».

Αναφερόμενος στην ανεξαρτησία της ΕΚΤ, τόνισε πως «η ανεξαρτησία δεν σημαίνει απουσία λογοδοσίας».

«Η πρόεδρος της ΕΚΤ παρουσιάζεται τακτικά ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Ευρωκοινοβούλιο, για να εξηγήσει και να αιτιολογήσει τις πολιτικές της ΕΚΤ, όπως και οι άλλοι διοικητές των κεντρικών τραπεζών και εγώ παρουσιάζομαι πολύ τακτικά στην ελληνική Βουλή», ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε.

«Σύμφωνα με τη συνθήκη της ΕΕ η ΕΚΤ μπορεί ελεύθερα να αποφασίσει για τον σχεδιασμό της ενιαίας νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ. Στην ΕΚΤ έχει ανατεθεί ο πρωταρχικός στόχος της σταθερότητας των τιμών. Η σταθερότητα των τιμών υποστηρίζει τις μέγιστες ευκαιρίες απασχόλησης. Η νομισματική πολιτική είναι ενιαία για όλες τις χώρες της ΕΕ. Μπορεί η Κεντρική Τράπεζα μιας χώρας να απέχει από την ενιαία πολιτική υποστηριζόμενη από το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας της;

Η εφαρμογή του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης έχει συμβάλει στην μείωση της ανεργίας (7% στις αρχές του 2020 από 11% το 2015) και στην σταθερότητα των τιμών.

Ο Διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος δεν αρνήθηκε πως υπάρχουν «δυσλειτουργίες και ατέλειες», αλλά η απάντηση, όπως είπε «πρέπει να είναι η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και όχι η φυγή προς τον εθνικισμό».

«Ενώ η καλόπιστη κριτική στις αποφάσεις των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ είναι έγκυρη και χρήσιμη, αποφάσεις που παρέχουν πρόσφορο έδαφος για οπισθοχώρηση στην διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι μάλλον βλαπτικές», τόνισε.

Συνεχίζοντας ο Διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος εξέφρασε την βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει σήμερα κίνδυνος πληθωρισμού «που ενδεχομένως», όπως είπε «επισημαίνει το Γερμανικό Δικαστήριο».

«Βρισκόμαστε πολύ κάτω από τον στόχο. Ο στόχος είναι το 2% και εμείς είμαστε στο 1% και σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα μείνουμε για αρκετό διάστημα εκεί, ειδικά τώρα με την πανδημία και την μείωση της ζήτησης», τόνισε.

Καταλήγοντας ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε πως «η Γερμανία θα προσπαθήσει να βρει μια λύση», διότι, όπως είπε, η απόφαση αυτή εάν φθάσει στα άκρα δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα και στην ίδια την Γερμανία. Μήπως ήρθε η ώρα για να έχουμε μια ευρωζώνη πιο αποτελεσματική όπου σε μια κρίση όπως τη σημερινή παίρνουν μέτρα και οι χώρες με πλεονάσματα και οι χώρες με ελλείμματα και όχι όπως στην προηγούμενη κρίση όπου πήραν μέτρα μόνο οι χώρες που είχαν ελλείμματα. Το πρόβλημα είναι πως σήμερα έχουμε μια νομισματική ένωση που είναι πολύ λίγο οικονομική ένωση. Δεν μπορείς να έχεις μια νομισματική ένωση χωρίς δημοσιονομική ένωση. Εάν επικρατήσουν οι απόψεις αυτές το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα καταρρεύσει και δεν το θέλει κανείς αυτό».

Ως προς το τι προτίθεται να κάνει η ΕΚΤ, ο κ. Στουρνάρας επικαλέστηκε δηλώσεις της επικεφαλής της ΕΚΤ κ. Λαγκάρντ ότι «η Τράπεζα δεν τρομοκρατείται, ότι και θα εξασφαλίσει ότι θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ανεξάρτητο ίδρυμα που λογοδοτεί μόνο στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο».

«Στο ΔΣ της Τράπεζας δεν έχουμε καταλήξει θα προσπαθήσουμε να μην ρίξουμε λάδι στην φωτιά και να βρούμε ένα τρόπο εξισορρόπησης. Θα βρεθεί μια λύση θα εργασθώ για να βρεθεί μια λύση αλλιώς θα υπάρξουν συνέπειες και σε άλλα επίπεδα συνέπειες βαριές», υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας.

Εξέφρασε τέλος την αισιοδοξία του ότι αυτή η απόφαση «θα οδηγήσει σε αποφάσεις οι οποίες τελικά βοηθούν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση»


Στην "αέναη τριβή" που προκαλεί στην Ευρώπη η ύπαρξη μόνο μιας νομισματικής ένωσης, η οποία δεν είναι δημοσιονομική, το γεγονός δηλαδή ότι κάθε χώρα ασκεί την δική της φορολογική πολιτική, εντόπισε την αιτία του προβλήματος ο Ευάγγελος Βενιζέλος.

«Ξέρω πόσο δύσκολο είναι να προχωρήσουμε στην οικονομική ένωση όταν έχουμε μια ευρωπαϊκή ένωση με τόσο μικρό προϋπολογισμό. Βλέπω δυστυχώς τις ανισότητες να διευρύνονται λόγω της πανδημίας διότι όλο το πακέτο των μέτρων που ρίχνει στην αγορά η ελληνική κυβέρνηση είναι σχεδόν το ένα έβδομο σε ποσοστό του ΑΕΠ κάθε χώρας του μεγάλου πακέτου που ρίχνει η Γερμανία λόγω των πλεονασμάτων και λόγω της δημοσιονομικής δυνατότητας που είχε.

Καταλήγοντας ο κ. Βενιζέλος, εξέφρασε την άποψη ότι το θέμα θα πρέπει να κριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, «όπου η διαπραγμάτευση θα είναι πολιτική και ιστορική», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.

«Το αντικείμενο της υπόθεσης, είναι όλη η οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, το μεγάλο στοίχημα της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εν μέσω πανδημίας και των συνεπειών της στις ευρωπαϊκές οικονομίες», τόνισε ο κ. Βενιζέλος ενώ κλείνοντας την συζήτηση υποστήριξε ότι η λύση θα πρέπει να είναι πολιτική και να δοθεί από τις πολιτικές ηγεσίες των χωρών μελών.

«Καλές είναι οι νομικές κινήσεις και οι οικονομικές επιχειρηματολογίες αλλά το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι ένα ιστορικό στοίχημα και αυτό πρέπει να το κερδίσουν, αυτοί που ηγούνται μιας Ευρώπης που δοκιμάζεται σε όλα τα πεδία».

«Θλιβερό αποτέλεσμα», χαρακτήρισε την απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, ο πρώην πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Βασίλης Σκουρής.

«Η ζημία είναι μεγάλη. Από την στιγμή που το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο αμφισβητεί την αρχή ότι το ευρωπαϊκό δίκαιο είναι πάνω από τα εθνικά, τότε ανοίγει ο δρόμος προκειμένου κάθε χώρα να επικαλεστεί το Σύνταγμά της για να μην τηρήσει τις κοινοτικές της υποχρεώσεις και εκτίμησε ότι «κάτι τέτοιο θα ήταν μια μεγάλη νίκη εκείνων που θέλουν να ελέγχουν εκείνοι την ΕΚΤ και όχι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο»

«Μια θεσμική υποχώρηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πρέπει να εκτιμηθεί και υπό το πρίσμα του τι θα γίνει στη συνέχεια. Θα καλείται δηλαδή η ΕΚΤ ενώπιον των συνταγματικών δικαστηρίων των 27 μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Θα καταστεί ένας φορέας που θα υπόκειται σε έλεγχο από τα δικαστήρια των κρατών μελών;» διερωτήθηκε ο κ. Σκουρής και υπογράμμισε.

Δεν είναι μια σύγκρουση πάνω στην διάκριση νομισματικής και οικονομικής πολιτικής μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρώπης αλλά μεταξύ ενός δικαστηρίου και της Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο ότι η κ. Λαγκάρντ, επεσήμανε ότι η ΕΚΤ υπάγεται μόνο στην έλεγχο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και όχι των εθνικών δικαστηρίων, αυτό το οικοδόμημα δεν πρέπει να καταρρεύσει», κατέληξε ο κ. Σκουρής.

Στην αρχή της συζήτησης, ο κ. Βενιζέλος και ο κ. Σκουρής, συνεχάρησαν τον κ. Στουρνάρα για την ανανέωση της θητείας του στην Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος.

«Θα κάνω τα αδύνατα δυνατά να τιμήσω αυτή την εμπιστοσύνη, να προασπίσω τη νομοθετική σταθερότητα στη χώρα και την ευστάθεια του νομισματικού συστήματος», απάντησε ευχαριστώντας ο κ. Στουρνάρας.