Τις παράνομες πρακτικές των επαγγελματιών συνδικαλιστών και την υποκρισία που τις διακρίνει, καταδεικνύει με ερώτηση του προς τους Υπουργούς Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας ο Βουλευτής Α’ Αθήνας, Κωνσταντίνος Μπογδάνος. Η ερώτηση αυτή γίνεται ακόμα πιο επίκαιρη με αφορμή την αιφνιδιαστική και απροειδοποίητη απεργία του προσωπικού του ΟΣΕ σήμερα Τρίτη 18 Φεβρουαρίου, κάνοντας κατάληψη στο αμαξοστάσιο Ρέντη.

Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος στο κείμενο της ερώτησής του αναφέρεται σε παρόμοια περιστατικά τραμπουκισμού τα οποία έχουν συμβεί στο παρελθόν στο εμπορικό λιμάνι του Πειραιά και διερωτάται γιατί οι αρμόδιοι υπουργοί δεν παρενέβησαν στο παρελθόν όταν υπήρχαν καταχρηστικές ενέργειες συνδικαλιστών που εμπόδιζαν σε συναδέλφους τους από το να έχουν πρόσβαση στην Εργασίας τους. Επιπρόσθετα τους ρωτά τι προτίθενται να κάνουν αν το ίδιο φαινόμενο συμβεί ξανά, όπως και συμβαίνει από το πρωί της Τρίτης.

Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος στο κείμενο του αναφέρει ότι:

«Σε κάθε μορφής κινητοποίηση, συμμετέχει ένα σωματείο εργαζομένων με την επωνυμία ΕΝΕΔΕΠ, το οποίο πρόσκειται στο ΠΑΜΕ και αριθμεί μερικές δεκάδες μέλη. Στο ίδιο λιμάνι υπάρχει και έτερο πολυπληθές σωματείο, το οποίο αριθμεί περισσότερα από 1.000 μέλη με την επωνυμία ΣΥΝΕΔΕΠ που συνήθως δεν συμμετέχει στις κινητοποιήσεις. Το δεύτερο σωματείο έχει υπογράψει και ΣΣΕ με τις εργοδότριες εταιρείες.

Παρά ταύτα, τα μέλη του σωματείου ΕΝΕΔΕΠ με την αρωγή μελών του ΠΑΜΕ που δεν σχετίζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τη δραστηριότητα του λιμανιού, παρεμποδίζουν την πρόσβαση στην εργασία σε περίπου δύο χιλιάδες λιμενεργάτες και επιπλέον άλλους τρεις χιλιάδες συναλλασσόμενους με το εμπορικό λιμάνι. Αποτέλεσμα αυτής της στρεβλής και αντιδημοκρατικής διαδικασίας είναι όλοι οι εμπλεκόμενοι να χάνουν το μεροκάματο, χωρίς κάτι τέτοιο να είναι επιλογή τους.

Επιπλέον, ούτε οι δυνάμεις της Αστυνομίας αλλά ούτε εκείνες του Λιμενικού έχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενεργήσει για την αποκατάσταση της τάξης και την διασφάλιση του δικαιώματος της ελεύθερης επιλογής των εργαζομένων σχετικά με το αν θα απεργήσουν ή όχι. Επιπλέον, εμποδίζουν επαγγελματίες που συναλλάσσονται με το λιμάνι από το να έχουν πρόσβαση σε αυτό. Αδρανείς παραμένουν και οι δικαστικές αρχές παρά τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στο περιστατικό”.

Σύμφωνα με το ερώτημα του βουλευτή Κ. Μπογδάνου, “το εμπορικό λιμάνι του Πειραιά είναι ταχύτατα αναπτυσσόμενο και συμβάλλει στην εθνική οικονομία τόσο δια των φόρων όσο και δια των θέσεων εργασίας που δημιουργεί σε μια περιοχή που για περισσότερο από μια δεκαετία μαστίζονταν από την ανεργία.
Η de facto παύση της λειτουργίας κοστίζει τόσο στην εθνική οικονομία όσο και στους εργαζόμενους ενώ πλήττει τη φήμη και το κύρος της χώρας, δεδομένου ότι με το λιμάνι συναλλάσσονται κολοσσοί της παγκόσμιας ναυτιλίας. Για κάθε ημέρα απεργίας, δεν ξεφορτώνονται 12000 εμπορευματοκιβώτια, με σημαντική ζημία για τις ναυτιλιακές εταιρείες».