Οι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη που γνώριζαν την εισήγηση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη σχετικά με την υποψηφιότητα της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου για την Προεδρία της ∆ημοκρατίας, αντιλήφθηκαν από την πρώτη στιγμή πως η συγκεκριμένη προοπτική κάθε άλλο παρά αδιάφορη θα ήταν για τον πρωθυπουργό. Η πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, άλλωστε, ταίριαζε απόλυτα στις αντιλήψεις και τη λογική του για τα προσόντα και τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει στο σύγχρονο πολιτικό περιβάλλον της χώρας το πρόσωπο που θα κατέχει το ύπατο πολιτειακό αξίωμα. Αφενός, επρόκειτο για μια περίπτωση μιας κορυφαίας λειτουργού της ∆ικαιοσύνης με σημαντική παρακαταθήκη στο μέτωπο της άσκησης των καθηκόντων της, με ευρεία εκτίμηση σε όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου και, βεβαίως, μεταξύ των συναδέλφων της.

«Είναι μια επιλογή που εκπροσωπεί επάξια την κοινωνία των πολιτών, όπως ακριβώς την είχε περιγράψει ο Μητσοτάκης το 2015», υπενθυμίζουν συνομιλητές του στενού πρωθυπουργικού συστήματος. Αφετέρου, ήταν κοινό μυστικό πως η πλευρά Μητσοτάκη επιθυμούσε να προσδώσει στην κυβερνητική πρόταση για τη διαδοχή του Προκόπη Παυλόπουλου έντονα σημειολογικά χαρακτηριστικά. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η επιμονή του κ. Μητσοτάκη για την ανάδειξη της πρώτης Ελληνίδας Προέδρου, καθώς και η τελική του απόφαση να προκριθεί η επικεφαλής του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου, σε μια κίνηση που συμβολίζει την επιστροφή της λειτουργίας της ∆ικαιοσύνης στην απόλυτη ομαλότητα μετά τις πληγές που άφησαν οι εξωθεσμικές παρεκτροπές της τετραετίας ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και οι οποίες την ταλανίζουν ακόμη και σήμερα.

ΦΑΒΟΡΙ

Το όνομα της κ. Σακελλαροπούλου ακούστηκε για πρώτη φορά πίσω από τις κλειστές πόρτες του Μεγάρου Μαξίμου στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου. Πέραν του Γ. Γεραπετρίτη, ο έτερος συνεργάτης του πρωθυπουργού που είχε αναφερθεί στην περίπτωση της προέδρου του ΣτΕ ήταν ο συντονιστής του κυβερνητικού έργου, Άκης Σκέρτσος, η οικογένεια του οποίου συνδέεται με στενή όσο και πολύχρονη φιλία με την υποψήφια πλέον Πτ∆.

Από εκείνη την περίοδο και μετά η ίδια κατέστη ουσιαστικά το αδιαφιλονίκητο φαβορί στη συνείδηση του πρωθυπουργού, παράμετρος που δεν άλλαξε ούτε μετά τη δημιουργία μιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας (ακόμη και από κορυφαία κυβερνητικά στελέχη ή και έμπειρους «γαλάζιους» κοινοβουλευτικούς) είτε για την παραμονή του Προκόπη Παυλόπουλου στην Ηρώδου Αττικού είτε για την εξεύρεση μιας λύσης με σαφέστατα πολιτικά χαρακτηριστικά, δεδομένης και της συγκυρίας στις ελληνοτουρκικές και τις διεθνείς σχέσεις. Εξάλλου, κάποιοι εξ αυτών μιλούσαν ανοικτά για μια υποψηφιότητα από τα σπλάχνα του κυβερνώντος κόμματος, προκειμένου η κοινοβουλευτική πλειοψηφία να εκμεταλλευθεί τις νέες συνταγματικές διατάξεις που θα της επέτρεπαν να προχωρήσει στην εκλογή Προέδρου χωρίς τις ψήφους της αντιπολίτευσης. Ωστόσο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και άκουγε προσεκτικά τις σχετικές απόψεις που εξέφραζε, εκτός των άλλων, και μερίδα στενών συνεργατών του, ζυγίζοντας -ιδιαίτερα μετά την είσοδο του 2020- όλα τα δεδομένα, παρέμενε σταθερά προσανατολισμένος στο αρχικό πλάνο του. Εξάλλου, για τον ίδιο είχε ιδιαίτερη σημασία πριν και πέρα απ’ όλα να προταθεί ένα πρόσωπο το οποίο θα τύγχανε θερμής αποδοχής από όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της παρούσας Βουλής (η κ. Φώφη Γεννηματά δεν θα μπορούσε να φέρει αντίρρηση ως γυναίκα, ενώ και ο κ. Τσίπρας ως πρωθυπουργός τότε την είχε προκρίνει για πρόεδρο στο ΣτΕ), ώστε να καταστεί στην πράξη σύμβολο ενότητας και παράλληλα να ακυρωθεί η επιχειρηματολογία που ανέπτυξε το προηγούμενο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ για πολιτικά παιχνίδια γύρω από τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής.

Ένα ακόμη στοιχείο που διαμόρφωσε καθοριστικά τους σχεδιασμούς του πρωθυπουργού και των επιτελών του ήταν βεβαίως και η γενικότερη συγκυρία στην οποία θα κληθεί να ασκήσει τα καθήκοντά της η διάδοχος του Προκόπη Παυλόπουλου. «Ήταν άλλες οι εποχές του 2010 και του 2015, εντός των μνημονίων, και άλλη η σημερινή, όπου οφείλουμε σε όλα τα επίπεδα να αναδείξουμε πως η χώρα εισέρχεται σε κατάσταση σταθερότητας και γενικότερης πολιτικής και κοινωνικής ηρεμίας. Οπότε ήταν φυσικό επόμενο να πάμε σε μια λύση που δεν θα διεγείρει τα πάθη και θα μπορεί να ταυτιστεί με αυτή την εικόνα», επισημαίνουν στα «Π» κορυφαία στελέχη της πρωθυπουργικής αυλής.

Ταυτόχρονα, κανείς δεν θα πρέπει να λησμονεί το γεγονός ότι οι επόμενες εθνικές εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, θα είναι προφανώς διπλές, αφού, όπως έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η απλή αναλογική θα οδηγήσει σε απόλυτο αδιέξοδο, οπότε αναγκαστικά θα υπάρξει νέα προσφυγή στις κάλπες με τον νόμο που ψηφίζει εντός των επόμενων ημερών η Ν.∆.

Μέχρι τότε, όμως, η κ. Σακελλαροπούλου με βάση το νομικό της κύρος θα βρεθεί προ της ανάγκης να διαχειριστεί άρτια τις αντίστοιχες συνταγματικές προβλέψεις (διερευνητικές εντολές, σχηματισμός υπηρεσιακής κυβέρνησης και ομαλή μετάβαση σε νέα εκλογική αναμέτρηση, για την οποία θα χρειαστεί κατά πάσα βεβαιότητα ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον 40 ημερών), προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν δυσάρεστες καταστάσεις από τις οποίες θα προέκυπτε εικόνα αποσταθεροποίησης της χώρας. «Υπάρχει πιο κατάλληλη προσωπικότητα από μια καθ’ όλα σεβαστή και κορυφαία δικαστικό, που διαθέτει στον απόλυτο βαθμό το προνόμιο της έξωθεν καλής μαρτυρίας για να εγγυηθεί τη διατήρηση της πολιτικής κανονικότητας σε μια τέτοια περίπτωση;», έλεγαν με νόημα κορυφαίοι κυβερνητικοί παράγοντες.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το σχετικό χρονοδιάγραμμα, η πρώτη ψηφοφορία στη Βουλή για την ανάδειξη της νέας Προέδρου της ∆ημοκρατίας αναμένεται την Τετάρτη 22 Ιανουαρίου, όπου η υποψηφιότητα της κυρίας Σακελλαροπούλου θα εξασφαλίσει 266 «ναι», δεδομένου ότι Ν.∆., ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. είναι γνωστό ότι θα τη στηρίξουν.
Από τις 21 Σεπτεμβρίου τα «Π» είχαν προβλέψει το πρόσωπο για ΠτΔ

ΤΑ «Π» ΜΕ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ δημοσίευμά τους την 9η Νοεμβρίου του 2019, ελάχιστες ημέρες δηλαδή μετά την εμπλοκή του ονόματος της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου για την Προεδρία της ∆ημοκρατίας, είχαν αποκαλύψει κατ’ αποκλειστικότητα πως η πρόεδρος του ΣτΕ ήταν ένα δυνατό χαρτί για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια ισχυρή και ευρείας αποδοχής υποψηφιότητα.

ΠΤΔ1


«Ποια είναι η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου που ακούγεται για Πρόεδρος της ∆ημοκρατίας», ήταν ο σχετικός τίτλος στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, μέσω του οποίου παρουσιαζόταν εγκαίρως και με ακρίβεια το στίγμα των προθέσεων του πρωθυπουργού. Στο εν λόγω ρεπορτάζ υπήρχε αναφορά στο βιογραφικό της υποψήφιας Προέδρου, αλλά και στις παραμέτρους που την έκαναν να ξεχωρίζει εξαρχής μεταξύ των εναλλακτικών του Μεγάρου Μαξίμου.

Λίγο καιρό νωρίτερα και συγκεκριμένα στις 21 Σεπτεμβρίου, τα «Π» και πάλι στην πρώτη σελίδα τους ανέφεραν ότι ο νέος Πρόεδρος της ∆ημοκρατίας δεν θα είναι πολιτικό στέλεχος, προαναγγέλλοντας ότι για το ύπατο πολιτειακό αξίωμα είχε βολιδοσκοπηθεί ήδη μια γυναίκα υψηλού κύρους και σημαντικής διαδρομής στον πολιτικό και κοινωνικό στίβο. «Ο νέος Πρόεδρος δεν θα είναι πολιτικός» ήταν ο τίτλος στο εν λόγω πρωτοσέλιδο, ενώ στον υπέρτιτλο υπογραμμιζόταν ότι «θα πρόκειται για πρόσωπο-έκπληξη και δη για γυναίκα». Μάλιστα, στο αντίστοιχο ρεπορτάζ εξηγούνταν επαρκώς οι λόγοι για τους οποίους το Μαξίμου οδηγείτο σε μια λύση με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
ΠΤΔ2-τελικο


Στον αντίποδα, μια σειρά μέσων ενημέρωσης, όπως η «∆ημοκρατία» του Γιάννη Φιλιππάκη ή ο ιστότοπος Olympia.gr, αμφισβητούσαν ανοικτά τις πληροφορίες μας, θέλοντας -προφανώς για τους δικούς τους λόγους- να αγνοούν την πραγματικότητα και να προβάλουν το ενδεχόμενο ανανέωσης της θητείας του απερχόμενου Προέδρου. Στη συγκεκριμένη βεβαίως περίπτωση, πέραν των διαφόρων εμμονών και προτεραιοτήτων, ισχύει η λαϊκή ρήση για τον πνιγμένο που πιάνεται από τα μαλλιά του, αφού, όπως και να έχει, είναι ιδιαιτέρως σκληρό να αισθάνεται κανείς ότι χάνει και τις τελευταίες του αναφορές και προσβάσεις.


*** Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά