Στην διαρκή επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, συζητείται αυτές τις μέρες το πολυνομοσχέδιο της Κυβέρνησης για την ανάπτυξη.

Παρακολουθώντας κάποιος τις συνεδριάσεις εύκολα κατανοεί την τεράστια διαφορά φιλοσοφίας μεταξύ της Κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αντιπολίτευσης, ειδικά της μείζονος.

Από τη μία, η Κυβέρνηση με συγκεκριμένες ρυθμίσεις ακολουθεί τις ανάγκες της επιχειρηματικότητας για επενδύσεις κάθε επιπέδου με ταυτόχρονη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας.

Από την άλλη, η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση για έλλειψη στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης της χώρας, χωρίς να κατανοεί ότι τα σχέδια αυτά εξυπηρετούν αποκλειστικά την γραφειοκρατία, είναι εκθέσεις ιδεών και καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα, τουλάχιστον στον τομέα της υλοποίησης. Έχουν δε κατά κανόνα τη βάση τους στα περίφημα σχέδια ανασυγκρότησης της Σοβιετικής Ένωσης.

Φαντάζεστε τις αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου να έχουν Στρατηγικά Σχέδια Ανάπτυξης; Απλά δεν έχουν. Τα περίφημα μάλιστα Αναπτυξιακά Περιφερειακά Συνέδρια αποτελούν την επιτομή αυτής της πολιτικής.

Λόγια, λόγια, λόγια και τίποτε ουσιαστικό.

Τι είναι, λοιπόν, το πολυνομοσχέδιο με τίτλο «Επενδύω στην Ελλάδα»; Είναι ένα σύνολο από ρυθμίσεις, οι οποίες είτε ξεμπλοκάρουν επενδύσεις είτε δημιουργούν το πλαίσιο για να ξεκινήσει η διαδικασία υλοποίησης άλλων.

Πρόκειται για ένταξη παλαιών ΣΔΙΤ στις στρατηγικές επενδύσεις, απλή γνωστοποίηση και όχι ύπαρξη αδειών λειτουργίας για άλλες, κινητροδότηση για εγκατάσταση στα επιχειρηματικά πάρκα, χρησιμοποίηση ιδιωτών για τον έλεγχο επενδυτικών φακέλων, διευκόλυνση επενδύσεων στα δίκτυα 5 G, δημιουργία μητρώου υποδομών, αρχείου γεωχωρικών πληροφοριών, νέα κατηγοριοποίηση των περιβαλλοντικών οχλήσεων, αλλά και πολλές άλλες φιλοεπενδυτικές ρυθμίσεις.

Προσωπικά πιστεύω ότι το νομοσχέδιο έπρεπε να ονομάζεται «Δημιουργώ θέσεις εργασίας στην Ελλάδα» και επειδή η ανάγκη ανάλογων νομοθετικών ρυθμίσεων θα έρχεται συνεχώς στο προσκήνιο προτείνω να κατατίθεται, κάθε έξι μήνες στη Βουλή, ένα ανάλογο νομοσχέδιο.

Τέλος, πολύ σημαντικές είναι οι ρυθμίσεις για τα εργασιακά που συναντούν τη λυσσαλέα αντίδραση του Κ.Κ.Ε. το οποίο χάνει τη δυνατότητα, ενώ αποτελεί συνδικαλιστική μειοψηφία, να καταφέρνει να έχει δυσανάλογο μεγάλο ρόλο στο εργατικό κίνημα. Η καταγραφή των συνδικαλιστικών οργανώσεων και η ηλεκτρονική ψηφοφορία θα αποκαταστήσουν την ισορροπία.

Παράλληλα, πρέπει να τονίσω ότι στο νομοσχέδιο αυτό είχαν παρέμβαση για να δοθούν λύσεις, φορείς αλλά και βουλευτές. Ενδεικτικά αναφέρω δύο σημαντικά παραδείγματα.

Το πρώτο αφορά στο πρόβλημα της έλλειψης αδειοδοτήσεων για τα καταστήματα της Κεντρικής Αγοράς Θεσσαλονίκης και δεύτερο η διπλοχρέωση από ΕΤΒΑ και Δήμο Εχεδώρου των κοινόχρηστων υπηρεσιών για τις επιχειρήσεις της ΒΙ.ΠΕ. Σίνδου.

*Ο Στράτος Σιμόπουλος είναι Βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, πρώην Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Έργων.