Για την έντονη τουρκική προκλητικότητα και την παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ μιλά, με συνέντευξή του στα parapolitika.gr, ο πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα, κ. Κυριάκος Κενεβέζος. Μεταξύ άλλων, ο κ. Κενεβέζος σημειώνει πως «η αλληλεγγύη και η στήριξη που ζητούμε από τους εταίρους μας είναι τεκμηριωμένη και θωρακισμένη με όλους τους τρόπους που θα μπορούσε η Κυπριακή Δημοκρατία να το πράξει» ενώ ξεκαθαρίζει ότι «δεν επιθυμούμε, ούτε είναι στη φύση μας να γινόμαστε δυσάρεστοι ή να είμαστε αυτοί που συνεχώς ζητούν την αλληλεγγύη και στήριξη των εταίρων τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ο κ. Κενεβέζος αναφέρεται ακόμη στην εξωστρεφή, όπως τη χαρακτηρίζει, εξωτερική πολιτική της Κύπρου και τον σημάντοντα ρόλο της στην Ανατολική Μεσόγειο ενώ εκφράζει τις επιφυλάξεις του απέναντι στη στάση της Τουρκίας την οποία και χαρακτηρίζει «προβλεπτή». «Η Τουρκία ήταν και παραμένει η Τουρκία. Μία πολύ προβλεπτή χώρα. Και ίσως αυτό που λέω να σας εκπλήσσει, υπό την έννοια ότι όλοι μιλούν για τον απρόβλεπτο Ερντογάν και την απρόβλεπτη Τουρκία. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο την θεωρώ προβλεπτή. Μία προβλεπτά απρόβλεπτη χώρα», σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Κενεβέζος.

Αναλυτικά η συνέντευξη του Κυριάκου Κενεβέζου:


Η Σύνοδος Κορυφής εξήγγειλε, προ δεκαπενθημέρου, «στοχευμένα μέτρα» σε περίπτωση που συνεχιστεί η τουρκική προκλητικότητα. Σας ικανοποιεί η εξαγγελία και η πορεία των εξελίξεων;

Προφανώς και μας ικανοποιεί η μέχρι σήμερα στάση των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού ίσως είναι η πρώτη φορά που με τόσο διακριτό, σαφή και κατηγορηματικό τρόπο στάληκε στην Τουρκία μήνυμα όπως τερματίσει τις συνεχιζόμενες παράνομες και απαράδεκτες ενέργειές της, με τις οποίες παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της καταπάτησης κάθε κανόνα δικαίου, προειδοποιώντας την ότι σε αντίθετη περίπτωση θα υπάρξουν συνέπειες γι αυτήν.

Έχετε μήπως αντιληφθεί τυχόν δυσκολία από πλευράς των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση για στήριξη της Κυπριακής Δημοκρατίας;

Δεν επιθυμούμε, ούτε είναι στη φύση μας να γινόμαστε δυσάρεστοι ή να είμαστε αυτοί που συνεχώς ζητούν την αλληλεγγύη και στήριξη των εταίρων τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν ήταν αυτός ο λόγος που διεκδικήσαμε και πετύχαμε να γίνουμε μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας και είναι γι’ αυτόν, κι όχι μόνο, τον λόγο που επιδιώξαμε και πετύχαμε, τα τελευταία ειδικότερα χρόνια, να ασκήσουμε μια αρκούντως εξωστρεφή εξωτερική πολιτική, με βασικότερο στόχο να είμαστε χρήσιμοι για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικότερα στην κρίσιμη για τον κόσμο περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Απόδειξη αυτής της στόχευσης και πολιτικής αποτελεί όλο το φάσμα των σχημάτων συνεργασίας που αναπτύξαμε στην περιοχή με τις πιο σημαντικές χώρες, σε μια περίοδο που τα βλέμματα όλου του κόσμου είναι στραμμένα εκεί, ένεκα της αστάθειας και πολυεπίπεδων συνεπειών που προκύπτουν από τις βίαιες και άλλοτε νομοτελειακές εξελίξεις στην περιοχή. Όμως, μέσα σ’ όλα αυτά, σε καμία στιγμή δεν σταματήσαμε να επιδιώκουμε και να εκδηλώνουμε την ετοιμότητά μας για επανέναρξη συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού. Έχουμε αποδείξει, με όλους τους τρόπους, ότι είμαστε θετικό σημείο αναφοράς στην περιοχή και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά την συνεχιζόμενη για 45 χρόνια Τουρκική κατοχή του 37% της Κυπριακής Δημοκρατίας και παρά τη συνεχή, απροκάλυπτη και προκλητική παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία.

Η αλληλεγγύη, λοιπόν, και η στήριξη που ζητούμε από τους εταίρους μας είναι τεκμηριωμένη και θωρακισμένη με όλους τους τρόπους που θα μπορούσε η Κυπριακή Δημοκρατία να το πράξει. Ασφαλώς και υπάρχουν στιγμές και φορές που προκύπτει δυσκολία, προβληματισμός ή/και συστολή από πλευράς των εταίρων μας ή κάποιων εξ’ αυτών. Γι’ αυτό εμείς είμαστε εκεί. Για να έχουμε, και έχουμε, την ευθύνη να εξηγούμε και να προσπαθούμε να πείθουμε για την υιοθέτηση του δικαίου.Το θέμα Τουρκία δεν είναι «προσωπικό» αλλά συλλογικό, η στήριξη της ευρωπαϊκής οικογένειας σε ένα από τα παιδιά της δεν θα έπρεπε και δεν θα πρέπει να είναι συνεπεία παράκλησης αλλά νομοτελειακής προκύπτουσας αλληλεγγύης. 

Συχνά γίνεται λόγος για την Τουρκία ως έναν «απρόβλεπτο παίχτη» στη διεθνοπολιτική σκακιέρα. Κρίνετε ότι θα προχωρήσει σε υποχωρήσεις μετά τις εξαγγελίες της Συνόδου Κορυφής;

Η Τουρκία ήταν και παραμένει η Τουρκία. Μία πολύ προβλεπτή χώρα. Και ίσως αυτό που λέω να σας εκπλήσσει, υπό την έννοια ότι όλοι μιλούν για τον απρόβλεπτο Ερντογάν και την απρόβλεπτη Τουρκία. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο την θεωρώ προβλεπτή. Μία προβλεπτά απρόβλεπτη χώρα. Μία χώρα με συνεχείς παλινωδίες και αναπροσαρμογές στην άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής. Μία χώρα η οποία πασκίζει απεγνωσμένα με τις ενέργειές της να μην απολέσει επ’ ουδενί το ρόλο και το προσωνύμιο του ταραξία της περιοχής.

Αν η ερώτησή σας αφορούσε μία χώρα που υπηρετούσε αρχές και αξίες στη βάση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και όχι μόνο, η απάντησή μου προφανώς θα ήταν θετική. Η ερώτησή σας όμως αφορά μία χώρα η οποία, παρεμπιπτόντως, από τις 20 του Ιούλη του 1974 κατέχει παράνομα και συνεπεία εισβολής το 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, και η οποία όχι μόνο δεν χάνει την ευκαιρία να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε προβλήματος που προκύπτει στην περιοχή αλλά, αντίθετα υποδειγματικά και με συνέπεια δημιουργεί συνεχώς νέα προβλήματα και εφευρίσκει ή και προτάσσει συνεχώς νέα «θέλω» και επιδιώξεις, όλα δε και πάντα στη σφαίρα και στο πλαίσιο παρανομίας, παραβίασης αρχών δικαίου και έκνομων ενεργειών.

Αν λοιπόν μετά απ όλα αυτά, και δη μετά τα ξεκάθαρα μηνύματα που έχουν σταλεί προς την Τουρκία, συνεχίσει τις παράνομες ενέργειές της, επιδιώκοντας την κορύφωση ακόμα περισσότερο της προκύπτουσας έντασης κάνοντας βήματα πρόσθετης εμβάθυνσης των παραβιάσεων, τότε θα είναι αμάχητα τεκμαρτό ότι μπροστά στην επιθυμία της και πρόθεση να επιβάλει τις παράνομες απαιτήσεις της και να διαμορφώσει πρόσθετο πλαίσιο γκρίζων ζωνών δεν θα δίσταζε να ρισκάρει ακόμα και τη δημιουργία μεγαλύτερης κρίσης.    

Αναλυτές αναφέρουν ότι η Τουρκία κάνει απλώς προβολή ισχύος χωρίς να περιμένει αποτελέσματα από τις γεωτρήσεις καθώς, όπως επισημαίνουν, δεν έχει την απαραίτητη τεχνογνωσία για εξόρυξη. Θεωρείτε ότι η Άγκυρα αναλώνεται σε ένα παιχνίδι πολιτικών σκοπιμοτήτων;

Ως πιο πάνω είπα, ο τρόπος που η Τουρκία ενεργεί ασφαλώς και αποβλέπει στην κεφαλαιοποίηση στο τέλος της όποιας διαδικασίας προκύψει μέσα απ’ αυτές τις ενέργειες. Ο τρόπος και οι μέθοδοι που το κάνει είναι τόσο συχνά επαναλαμβανόμενοι που δεν είναι πλέον πρωτότυποι.

Πρώτα, εξαγγέλλει επιστρατεύοντας απαράδεκτα, ανύπαρκτα, ανυπόστατα για να μην πω και αστεία επιχειρήματα και σε δεύτερη φάση αρχίζει να υλοποιεί μετρώντας σε κάθε βήμα της τόσο τις αντιδράσεις αυτών των οποίων παραβιάζει τα δικαιώματα όσο και την ένταση των αντιδράσεων αυτών που έχουν υποχρέωση είτε καλούνται να την σταματήσουν και αποτρέψουν, και αναλόγως προχωρεί. Είναι κομμάτι και μέρος της συνολικής στάσης με την οποία η Τουρκία πάντα έβλεπε και αντιμετώπιζε τόσο τους κανόνες γειτονίας όσο και τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.

Όσο δε αφορά την ικανότητα ή όχι της Τουρκίας και το αν διαθέτει ή όχι την τεχνογνωσία για εξορύξεις, θα μου επιτρέψετε να μην εστιάσω την προσοχή μου, για λόγους που μπορείτε να αντιληφθείτε, σε αυτή την απάντηση, λέγοντας απλά ότι η πιθανή απουσία τεχνογνωσίας καθώς και του εξειδικευμένου προσωπικού για διενέργεια αποτελεσματικής εξόρυξης από μέρους της Τουρκίας, όχι μόνο δεν αποδυναμώνει την ένταση της παραβίασης αλλά αντίθετα την αποσαφηνίζει και την ξεδιαλύνει ακόμα περισσότερο, αφού έτσι γίνεται πιο εμφανές το σχέδιό της. Ήτοι να παραβιάσει ώστε να δημιουργήσει νέα δεδομένα απέναντι από τους κανόνες του δικαίου. 

Η κατοχική κυβέρνηση απείλησε ουσιαστικά με εποικισμό των Βαρωσίων, ξεκινώντας με απογραφή στην περίκλειστη από το 1974 πόλη. Πως ερμηνεύετε αυτή την κίνηση;

Παρακολουθούμε με κάθε επιμέλεια και προσοχή το σύνολο των δηλώσεων αλλά και ενεργειών με τις οποίες, και μέσα από τις οποίες, προσπαθεί η Τουρκία να δημιουργεί συνθήκες σύγχυσης στα ενώπιών μας δεδομένα. 

Σκεφτείτε απλά ότι την ώρα που προχωρεί στα πιο πάνω που αναφέραμε και την ίδια ώρα βρίσκεται απέναντι από την Ευρωπαϊκή Ένωση της οποίας, ως διατείνεται, θέλει να γίνει μέλος, αλλά και απέναντι από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές της διεθνούς σκακιέρας, την ίδια ώρα ακριβώς τοποθετεί στη σφαίρα του δημόσιου λόγου ένα τέτοιο ζήτημα, προκαλώντας τόσο την αγανάκτηση και την ανησυχία χιλιάδων προσφύγων που άμεσα επηρεάζονται όσο και του συνόλου του κυπριακού ελληνισμού.

Σημειώνω απλά και ενδεικτικά επί του θέματος ότι υπάρχουν σειρά και σωρεία ψηφισμάτων που αφορούν την πόλη της Αμμοχώστου καθώς και ουκ ολίγες  πρωτοβουλίες, ενέργειες και προτάσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας επί του θέματος όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και απέναντι σ’ όλα αυτά η σταθερά αδιάλλακτη στάση της Τουρκίας, η οποία δεν δημιουργεί και δεν δίνει τη δυνατότητα ή/και τις προϋποθέσεις για θετικές εξελίξεις.