Για το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, την αποτρεπτική ικανότητα της χώρας μας, τη συνδιαχείριση με την Τουρκία στο Αιγαίο, τις σχέσεις με ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα, καθώς και τη Συμφωνία των Πρεσπών μίλησε στην εκπομπή One Talk υπουργός Εξωτερικών και υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος.

Με μια διατύπωση την οποία πάντως έχει επαναλάβει κατά τη διάρκεια συνάντησής του με Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο κ. Κατρούγκαλος στο πλαίσιο της συζήτησης για τις διεκδικήσεις σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο έκανε λόγο για «συνδιαχείριση» με την τουρκική πλευρά, η οποία ωστόσο δεν μπορεί να προχωρήσει εάν δεν έχουν ξεκαθαριστεί οι οικονομικές ζώνες και τα νομικά δικαιώματα που έχει κάθε μία από τις χώρες.

«Επιδιώκαμε πάντοτε να οριοθετήσουμε τη δική μας Οικονομική Αποκλειστική Ζώνη (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδα, προφανώς σε σεβασμό στη διεθνή νομιμότητα και ιδιαίτερα στο Δίκαιο της θάλασσας. Το ίδιο και η Κύπρος» είπε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας πάντως πως και η Τουρκία έχει δικαιώματα στο Αιγαίο. «Μόνο αυτά που της αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο και όχι αυτά που θέλει να επιβάλει με τη δύναμή της» ανέφερε ο κ. Κατρούγκαλος, προσθέτοντας πως είναι πάντα προς το συμφέρον της δικής μας χώρας να θέλουμε η συζήτηση να γίνεται αποκλειστικά και μόνο στο τραπέζι του Διεθνούς Δικαίου.

Ερωτώμενος για το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, ο υπουργός Εξωτερικών δήλωσε πως έχουν δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τίποτα, ωστόσο η Ελλάδα έχει προστατευθεί απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, λαμβάνοντας μέτρα. «Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο ισχυρές οι διπλωματικές μας συμμαχίες, ενώ και η αποτρεπτική ισχύς των Ενόπλων Δυνάμεων είναι σημαντική.

Κανείς δεν διανοείται να δημιουργήσει θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο. Πρέπει να είμαστε πάντοτε σε εγρήγορση αλλά χωρίς φόβο» σημείωσε, προσθέτοντας πως σκοπός της Τουρκίας δεν είναι να προκαλέσει θερμό επεισόδιο, γιατί ξέρει ότι κάτι τέτοιο θα είναι καταστροφικό γενικά, και πολύ περισσότερο τώρα που η οικονομία της είναι ευάλωτη. Στο πλαίσιο αυτό, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών υποστήριξε πως η χώρας μας κάνει ό,τι μπορεί για να εκτονώσει την ένταση στο Αιγαίο και προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η συζήτηση για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης με την Αγκυρα.

Επανέλαβε δε, πως «μια από τις σημαντικές κατακτήσεις της εξωτερικής μας πολιτικής είναι ότι αδρανοποιούσαμε την προβολή ισχύος που επιδεικνύει η Τουρκία με το να καταδικάζεται από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας αυτή η συμπεριφορά ως παράνομη και προκλητική». Αναφερόμενος στις σχέσεις της Ελλάδας με παγκόσμιες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ρωσία, ο κ. Κατρούγκαλος υποστήριξε πως ποτέ δεν είχαμε τόσο καλές σχέσεις με Ουάσινγκτον και Πεκίνο. Ενδεικτικό του θετικού αυτού κλίματος χαρακτήρισε το γεγονός ότι οι ΗΠΑ μας κάλεσαν για στρατηγικό διάλογο.

«Αποδείξαμε ότι είμαστε κράτος του οποίου τα συμφέροντα ευθυγραμμίζονται με τα αμερικανικά, δηλαδή θέλουμε να εξασφαλιστεί σταθερότητα στη Μεσόγειο» είπε, σημειώνοντας πως οι σχέσεις στηρίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό και την ισοτιμία. Μιλώντας δε για τη Ρωσία, χαρακτήρισε ως παρένθεση την περίοδο ψύχρανσης των διμερών σχέσεων. Τέλος, ο κ. Κατρούγκαλος αναφέρθηκε στη Συμφωνία των Πρεσπών όπου έκανε λόγο για «ψιλά γράμματα» μιλώντας για τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης περί γλώσσας και ιθαγένειας, ενώ άσκησε δριμεία κριτική στις προηγούμενες κυβερνήσεις για τη διαπραγματευτική τους γραμμή. Όπως είπε, η ΝΔ διαπραγματευόταν σε πολύ χαμηλότερη βάση τη συμφωνία με την τότε Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.

«Διαπραγματευόταν διπλή ονομασία χωρίς αλλαγή του συντάγματος» τόνισε, προσθέτοντας πως είχαν βάλει πολύ χαμηλά τον πήχη αλλά ακόμη και πάλι κατάφεραν να περάσουν από κάτω. Σύμφωνα με τον κ. Κατρούγκαλο «τα στοιχεία αλυτρωτισμού ήταν διατεθειμένοι να τα αφήσουν στο απυρόβλητο προηγούμενες κυβερνήσεις» χαρακτηρίζοντας στο πλαίσιο αυτό ως «ψιλά γράμματα» τις σημερινές αντιδράσεις για τη γλώσσα και τη ιθαγένεια με το επιχείρημα ότι «οι άλλοι διαπραγματεύονταν με τόσο χαμηλά τον πήχη».

Μάλιστα, παραδέχτηκε ότι η γείτονα παραβιάζει σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις ηθελημένα ή αθέλητα τη Συμφωνία, ωστόσο με επισήμανση της ελληνικής πλευράς προσαρμόζεται.