Τα 42 εξοπλιστικά προγράμματα όλων των Κλάδων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, που παρουσιάστηκαν σήμερα ενώπιον της αρμοδίου επιτροπής της Βουλής από τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης Δημήτρη Αβραμόπουλος και τους τέσσερις Αρχηγούς των Γενικών Επιτελείων με επικεφαλής τον Α/ΓΕΕΘΑ Στρατηγό Μιχαήλ Κωσταράκο, αναμένεται να λάβουν την «κατ’ αρχάς» έγκρισή τους από αυτή, προκειμένου στη συνέχεια να προχωρήσει η διαδικασία.

Το συνολικό κόστος όλων αυτών των προγραμμάτων είναι περίπου 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ, με κονδύλια που ήδη υπάρχουν και είναι δεσμευμένα στους αντίστοιχους προϋπολογισμούς και επιμερίζονται σε βάθος οκταετίας, ενώ από τα 42 αυτά προγράμματα, μόνο δύο είναι αγορές (40 μεταχειρισμένων πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων MLRS για το Πυροβολικό του ΣΞ και τεσσάρων Σκαφών Ανορθοδόξου Πολέμου/ΣΑΠ για τους υποβρύχιους καταστροφείς του ΠΝ), ενώ όλα τα υπόλοιπα αφορούν είτε εκσυγχρονισμούς υπαρχόντων οπλικών συστημάτων, είτε αγορά ανταλλακτικών για την υποστήριξη άλλων συστημάτων όλων των Κλάδων. 

Τα 42 φετινά προγράμματα, σε συνδυασμό με τα 54 περσινά, του 2013, 96 συνολικώς προγράμματα, που θα υλοποιηθούν «κυλιόμενα» τα επόμενα χρόνια σε βάθος χρόνου περίπου οκταετίας, εκτιμάται ότι θα επιτρέψουν στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας να «ανασάνουν» και να ξεπεράσουν τον σκόπελο των ασφυκτικών περιορισμών του Μνημονίου αυτή την περίοδο. Όπως προαναφέρθηκε στη συντριπτική τους πλειοψηφία αφορούν κυρίως προγράμματα “Follow-On-Support” (FOS) υποστηρίξεως υφισταμένων οπλικών συστημάτων ή εκσυγχρονισμούς κρίσιμων υφισταμένων οπλικών συστημάτων. 

Στην τελευταία αυτή κατηγορία, όπως ανακοίνωσε χθες ο ίδιος ο Αρχηγός ΓΕΝ Αντιναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, ανήκει το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των τεσσάρων φρεγατών του Στόλου, τύπου MEKO-200HN, κλάσεως «Ύδρα», καθώς και ισάριθμων αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας P-3B Orion, που ανήκουν επιχειρησιακά στο ΠΝ, διοικητικά στην ΠΑ και πετούν με μικτά πληρώματα στελεχών των δύο Κλάδων. 

Όπως έλεγε στην ιστοσελίδα μας κορυφαία στρατιωτική πηγή, «το 2011 η απορροφητικότητα ήταν μόλις 25% ενώ το 2014 έχει ανέλθει στο 82%», κάτι που πρακτικώς σημαίνει ότι ενώ τα κονδύλια για τα προγράμματα υπήρχαν, εντούτοις αυτά δεν προχωρούσαν. Το «γιατί» είναι μάλλον προφανές. 

Λ.Σ.Μ.