Για όλα τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με το υπουργείο Πολιτισμού με αιχμή τις αρχαιότητες στο «σταθμό Βενιζέλου» του μετρό Θεσσαλονίκης, αλλά και το θέμα που προέκυψε με το Βρετανικί Μουσείο, μίλησε στα Παραπολιτικά 90,1 η υπουργός Λίνα Μενδώνη.

Η συζήτηση για το Μετρό της Θεσσαλονίκης και τις αρχαιότητες στο σταθμό Βενιζέλου απασχολεί όλους τους φορείς που εμπλέκονται, διαβεβαίωσε, τονίζοντας πως το 2013-2014 το υπουργείο είχε πάρει συγκεκριμένες αποφάσεις για τη διαχείριση των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου, αλλά -όπως είπε- η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να διαχειριστεί με διαφορετικό τρόπο τις αρχαιότητες.

Ανέφερε πως σήμερα επισήμως φάκελος από την Αττικό Μετρό με τα πλήρη στοιχεία δεν έχει έρθει στο υπουργείο και έως εκ τούτου δεν μπορεί να αξιοποιήσει τα δεδομένα. Είπε πως το υπουργείο θα πάρει σαφή θέση όταν θα έχει όλα τα δεδομένα.

Ειδικότερα η υπουργός Πολιτισμού είπε: «Αυτό το οποίο είναι δεδομένο, είναι ότι η συζήτηση για το Μετρό της Θεσσαλονίκης και δη από τη στιγμή που αποκαλύφθηκαν συγκεκριμένες αρχαιότητες στον σταθμό Βενιζέλου απασχολεί και την πόλη, και το υπουργείο Πολιτισμού, και το υπουργείο Υποδομών και την «Αττικό Μετρό» εδώ και πολλά χρόνια. Η συζήτηση δεν είναι τωρινή, η συζήτηση ξεκίνησε από το 2013, όταν τα ευρήματα στον σταθμό Βενιζέλου έγιναν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης και σε τοπικό και σε κεντρικό επίπεδο».

Ενώ στη συνέχεια τόνισε: «Αποφάσεις οι οποίες, ειδικά η μια, η κρίσιμη απόφαση, εκρίθη απολύτως σύννομη από το ΣτΕ το 2016, από εκεί και πέρα με την αλλαγή της κυβέρνησης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να διαχειριστεί με έναν διαφορετικό τρόπο τις αρχαιότητες, χωρίς να περιμένει την απόφαση του ΣτΕ, όπως συνήθως γίνεται, έκανε μια συγκεκριμένη επιλογή. Σήμερα, επισήμως φάκελος από την Αττικό Μετρό, με τα πλήρη δεδομένα και τα πλήρη στοιχεία του έργου, δεν έχει έρθει στο υπουργείο Πολιτισμού. Γι’ αυτό και το υπουργείο Πολιτισμού δεν είναι ακόμη σε θέση να αξιολογήσει τα δεδομένα σήμερα. Θα πάρουμε σαφή θέση τη στιγμή που θα έχουμε όλα τα δεδομένα. Θα εκτιμηθούν τα πάντα. Ούτως ή άλλως, υπάρχει πλέον και νομολογία σε σχέση με τις αρχαιότητες, ότι από τη στιγμή που υπάρχουν ευρήματα, αυτά αξιολογούνται. Προφανώς το υπουργείο Πολιτισμού θα εφαρμόσει απολύτως τις διατάξεις του νόμου 3028 του 2002, δηλαδή του λεγόμενου Αρχαιολογικού Νόμου, όμως νομολογιακά οφείλει να συναξιολογήσει τις οικονομικές και αναπτυξιακές παραμέτρους».

Πρόσθεσε ότι κανένας Έλληνας, είτε είναι απλός πολίτης είτε κατέχει κάποια αξιώματα, δεν διανοείται να κάνει σκόντο στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Τόνισε ότι ο Αρχαιολογικός Νόμος είναι από τους πλέον στιβαρούς νόμους. «Το ίδιο το Σύνταγμα δίνει την αρμοδιότητα στην έκδοση του Αρχαιολογικού Νόμου. Αυτή ακριβώς η διαδικασία έγινε μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001, το 2002. Δεν είναι καθόλου αγκύλωση. Ένας από τους βασικούς στόχους και των αναπτυξιακών πολιτικών, είναι η απόλυτη προστασία του πολιτιστικού αποθέματος, της πολιτιστικής κληρονομίας και η ανάδειξη τους, άρα δεν τίθεται θέμα αγκυλώσεων. Αυτό το οποίο θέλει ιδιαίτερη προσοχή, και το λέω από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα τα καθήκοντα μου στο υπουργείο Πολιτισμού, είναι ότι δεν νοείται εργαλειοποίηση των αρχαιοτήτων. Δε νοείται εργαλειοποίηση κατά βούληση και κατά περίπτωση από διάφορες ομάδες των ευρημάτων σε ανασκαφές!»

Με αφορμή τις φωτογραφίες από το Βρετανικό Μουσείο όπου βρίσκεται μέρος των Μαρμάρων του Παρθενώνα είπε πως αν η κατάσταση είναι αυτή που
αποτυπώνεται στις φωτογραφίες, αυτό είναι προσβλητικό για τα γλυπτά.