Στην ίδρυση µιας νέας υπηρεσίας, που θα έχει ως στόχο να επιφέρει καίριο πλήγµα στο οικονοµικό έγκληµα των ισχυρών, προχωρά η κυβέρνηση. Το νέο σώµα θα λειτουργεί στα πρότυπα του εξωτερικού, απαρτιζόµενο από περίπου 150 ελεγκτές, που θα έχουν ευθύς εξαρχής καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου.

Ο στόχος θα είναι διττός: αφενός η πάταξη της µεγάλης φοροδιαφυγής και αφετέρου η καταπολέµηση του ανεξέλεγκτου, τα τελευταία ιδίως χρόνια, λαθρεµπορίου.

Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, το βάρος θα δοθεί στον εντοπισµό αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης µεγάλων επιχειρήσεων και πάσης φύσεως κυκλωµάτων για τα οποία υπάρχουν βάσιµες υποψίες ότι δεν δηλώνουν δεκάδες εκατοµµύρια ευρώ και όχι στον µικροµεσαίο έµπορο της γειτονιάς. Σηµειωτέον ότι η φοροδιαφυγή έχει θεσπιστεί ως διαρκές έγκληµα και συνεπώς ως «συνεχές αυτόφωρο», που, ανάλογα µε το ύψος του οφειλόµενου φόρου, χαρακτηρίζεται ακόµα και ως κακούργηµα, επισύροντας ποινές κάθειρξης από 5 έως 20 έτη. Σε αυτές τις κακουργηµατικές πράξεις θα εστιάσουν οι νέοι «Ράµπο».

Θα ελέγχεται κυρίως εάν έχουν διαπραχθεί τα αδικήµατα της µη καταβολής βεβαιωµένων χρεών προς το ∆ηµόσιο, της παράλειψης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς φορολογικής δήλωσης, της µη απόδοσης ΦΠΑ ή άλλων παρακρατούµενων φόρων και της έκδοσης ή λήψης πλαστών ή εικονικών ή νοθευµένων φορολογικών στοιχείων.

Παράλληλα, οι ελεγκτές θα κινηθούν και προς την κατεύθυνση της καταπολέµησης του λαθρεµπορίου καυσίµων, όπου οι απώλειες για τα κρατικά ταµεία φθάνουν τα 300 εκατοµµύρια ευρώ τον χρόνο, δηλαδή ποσό ίσο µε την ετήσια περικοπή του ΕΚΑΣ.

Όλοι οι αυστηρά επιλεγµένοι ελεγκτές της υπό σύσταση υπηρεσίας θα τελούν υπό την εποπτεία της εισαγγελέως Εφετών Μαρίας Ψαρουδάκη. Πρόκειται για µια πολύ έµπειρη εισαγγελική λειτουργό, που προέρχεται από το Εφετείο Πειραιά και τοποθετήθηκε επικεφαλής όλων των οικονοµικών εισαγγελέων στα µέσα του περασµένου Ιουνίου, κατόπιν οµόφωνης απόφασης του δεκαπενταµελούς Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου Πολιτικής και Ποινικής ∆ικαιοσύνης του Αρείου Πάγου, αντικαθιστώντας τον εισαγγελέα Π. Αθανασίου.

Το βάρος θα πέσει στον αυστηρό έλεγχο όλων των σταδίων διακίνησης καυσίµων, από το διυλιστήριο µέχρι τα πλοία ή τα πρατήρια, καθώς λίγο έως πολύ είναι γνωστό σε ποια σηµεία «χωλαίνει» το σύστηµα µέχρι σήµερα. Για πρώτη φορά, µάλιστα, αναµένεται να ελεγχθούν και αδήλωτοι αποθηκευτικοί χώροι καυσίµων, από όπου γίνεται η παράνοµη διακίνηση.  

ΣΤΟΙΧΗΜΑ

Η πάταξη του λαθρεµπορίου αποτελεί ένα από τα µεγάλα στοιχήµατα της κυβέρνησης, που υποσχόταν τόσο καιρό ότι θα έχει έσοδα της τάξης του 1,5 δισεκατοµµυρίου ευρώ, αλλά µέχρι στιγµής µόλις και µετά βίας εισπράττει 3 εκατοµµύρια ευρώ τον χρόνο. Για τον λόγο αυτό δηµιουργεί και το «επίλεκτο» σώµα των ελεγκτών της µεγάλης οικονοµικής εγκληµατικότητας. Αξιοσηµείωτο είναι το γεγονός ότι η συγκρότηση της υπηρεσίας αυτής έχει την πλήρη συγκατάθεση των δανειστών µας, που εκτιµούν ότι από τη στιγµή που δεν θα λειτουργεί µε κοµµατικά κριτήρια στον τοµέα της επιλογής των προσώπων και θα εποπτεύεται από την επικεφαλής των οικονοµικών εισαγγελέων θα έχει πολύ σύντοµα απτά αποτελέσµατα.

Στο όλο έργο θα συνδράµουν παράλληλα ελεγκτές της Ειδικής Γραµµατείας του Σ∆ΟΕ, που τελεί υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο (άλλωστε και η έδρα του νέου σώµατος θα βρίσκεται αρχικά στα γραφεία του Σ∆ΟΕ) καθώς και µια σειρά δικαστικών υπαλλήλων. Βεβαίως, για να εισρεύσει «ζεστό» χρήµα στα δηµόσια ταµεία, θα πρέπει, πέραν της βεβαίωσης φόρων, να υπάρξει και η ανάλογη είσπραξη των επιβαλλόµενων ποσών.

Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά και η βουλευτής της Ν∆ Ντόρα Μπακογιάννη, σε επίκαιρη επερώτηση που κατέθεσε προ ηµερών για το λαθρεµπόριο καυσίµων, απευθυνόµενη προς τους υπουργούς Οικονοµίας και Οικονοµικών και τον αναπληρωτή υπουργό ∆ικαιοσύνης ∆. Παπαγγελόπουλο, από τον Ιανουάριο του 2015 µέχρι και τον Αύγουστο του 2017 βεβαιώθηκαν φόροι και πρόστιµα για λαθραία καύσιµα ύψους 18,5 εκατ. ευρώ. Από αυτά, εισπράχθηκαν 10,2 εκατοµµύρια ευρώ. ∆ηλαδή, σωρευτικά, ούτε το 1% των εσόδων που υποσχόταν άλλοτε ότι θα πετύχει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2017