Τα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος Απριλίου ανακοινώνουν από μεθαύριο Κυριακή οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας και, από ό,τι δείχνει μέχρι τώρα η πορεία της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν πρέπει να περιμένουμε σημαντικές μειώσεις στα τιμολόγια όπως αυτές του Μαρτίου που στο «πράσινο» ήταν χαμηλότερες σε σχέση με τον Ιανουάριο κατά 42%.


Τιμολόγια ρεύματος: Οι εκτιμήσεις

Δύο συνεδριάσεις απομένουν στο Χρηματιστήριο Ενέργειας για την οριστικοποίηση του κόστους ενέργειας, ενώ με τη μέχρι σήμερα πορεία προκύπτει μια μικρή μείωση που εκτιμάται ότι δεν θα συνεχίσει το πτωτικό σερί σημαντικών μειώσεων των τιμολογίων ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Η καθοδική πορεία της Τιμής Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) του Μαρτίου ανακόπηκε σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες και εκτιμάται ότι οι προμηθευτές ενέργειας δεν θα ρίξουν χαμηλότερα τα τιμολόγια Απριλίου. Υπενθυμίζεται ότι το ειδικό τιμολόγιο (πράσινο) για τον μήνα Μάρτιο κυμαινόταν περίπου στα 11 λεπτά, ενώ τα κυμαινόμενα τιμολόγια (κίτρινα) σε αρκετούς παρόχους ήταν πιο φθηνά από τα ειδικά τιμολόγια.

Η παραμονή των τιμολογίων του Απριλίου στα επίπεδα του Μαρτίου επιβάλλεται από την ΤΕΑ η οποία από τις 29 Φεβρουαρίου μέχρι τις 29 Μαρτίου διαμορφώνεται στα 69,36 ευρώ ανά MWh. Να σημειωθεί ότι η μέση τιμή της ΤΕΑ του Φεβρουαρίου ήταν στα 73,61 ευρώ ανά MWh από 93,02 ευρώ ανά MWh του Ιανουαρίου.

Τον Φεβρουάριο η ΤΕΑ σημείωσε πτώση κατά 20,6% σε σχέση με αυτή του Ιανουαρίου. Η μέση τιμή του Μαρτίου της ΤΕΑ σε σχέση με αυτή του Φεβρουαρίου σημειώνει πτώση κατά 5,7%. Από τα 73,61 ευρώ ανά MWh μειώθηκε στα 69,36 ευρώ ανά MWh.

Η τελική τιμή της ΤΕΑ θα βγει με τις δύο τελευταίες συνεδριάσεις για να διαμορφωθεί η πλήρης εικόνα. Να σημειωθεί ότι η τιμή ΤΕΑ για τις σημερινές καταναλώσεις ενέργειας διαμορφώθηκε στα 54,52 ευρώ ανά MWh η οποία αυξήθηκε κατά 14,12% σε σχέση με την προηγούμενη τιμή που ήταν τα 47,56 ευρώ ανά MWh. Στο μερίδιο αγοράς κυριαρχούν αλλά με μικρότερο ποσοστό οι ΑΠΕ που συνέβαλαν στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής κατά 37,03%. Η ηλεκτροπαραγωγή από τις μονάδες φυσικού αερίου ανήλθε στο 35,2%. Στο 18% ήταν οι εισαγωγές, στο 3,80% τα μεγάλα υδροηλεκτρικά και στο 1,96% ο λιγνίτης.