«Μπουµ» στις αγοραπωλησίες ακινήτων, αλλά και στις εισπράξεις από τους φόρους µεταβίβασης, προεξοφλεί ο προϋπολογισµός για το 2024, ενσωµατώνοντας την υπόθεση ότι το εγχώριο real estate θα παραµείνει στην πρώτη γραµµή των επενδύσεων.

Παρά την άνοδο των επιτοκίων και το ράλι των εµπορικών τιµών για κατοικίες, οικόπεδα και διαµερίσµατα, ο πήχυς των εσόδων από τις µεταβιβάσεις τοποθετείται στα 805 εκατ. ευρώ για το επόµενο έτος, από 591 εκατ. ευρώ που είναι η εκτίµηση για το 2023, καταγράφοντας νέο άλµα κατά 36,2%.

Σύµφωνα µε τον νέο προϋπολογισµό, οι φόροι από τις αγοραπωλησίες θα φθάσουν στα 570 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα 235 εκατ. ευρώ υπολογίζεται ότι θα εισρεύσουν στα κρατικά ταµεία από γονικές παροχές, δωρεές και κληρονοµιές. Πιο συγκεκριµένα, τα έσοδα από αγοραπωλησίες ακινήτων (κατοικίες, επαγγελµατικά ακίνητα κ.λπ.) θα ανέλθουν το 2024 στα 459 εκατ. ευρώ, από 369 εκατ. ευρώ φέτος, για να προστεθούν άλλα 111 εκατ. ευρώ στον λογαριασµό από τις πωλήσεις οικοπέδων και αγροτεµαχίων. Την ίδια στιγµή σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα εκτιµάται ότι θα κινηθούν και οι εισπράξεις από τον φόρο κληρονοµιών, γονικών παροχών και δωρεών.

Οι εισπράξεις από τις κληρονοµιές προβλέπεται να οδηγηθούν στα 187 εκατ. ευρώ το 2024, από 177 εκατ. ευρώ φέτος, ενώ από τις γονικές παροχές και τις δωρεές -και παρά το υψηλό αφορολόγητο όριο των 800.000 ευρώ για ακίνητη και κινητή περιουσία (χρήµατα, οµόλογα, µετοχές κ.ά.)- τα έσοδα θα ανέλθουν στα 48 εκατ. ευρώ, από 45 εκατ. ευρώ που θα συγκεντρωθούν φέτος. Συνολικά και από τις δύο πηγές εσόδων το ∆ηµόσιο θα εισπράξει 235 εκατ. ευρώ, από 222 εκατ. ευρώ το 2023.

Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος

Η ελληνική κτηµαταγορά έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των επενδυτών, καθώς δεκάδες χιλιάδες ακίνητα άλλαξαν χέρια από τις αρχές του έτους και µάλιστα σε εξωφρενικά υψηλές τιµές, που σε αρκετές περιπτώσεις φθάνουν να είναι έως και δέκα φορές πάνω από τις αντικειµενικές. Σύµφωνα µε τα στοιχεία του Μητρώου Αξιών Μεταβιβάσεων Ακινήτων, στο 11µηνο Ιανουαρίου - Νοεµβρίου 2023 πραγµατοποιήθηκαν 35.765 αγοραπωλησίες ακινήτων συνολικής αξίας 3,82 δισ. ευρώ ή 106.968 ευρώ κατά µέσον όρο, όπως προκύπτει από τα συµβόλαια.

Το 2022 αγοράστηκαν 36.858 ακίνητα µε τη συνολική αξία στα 2,5 δισ. ευρώ και τη µέση αξία απόκτησης να κινείται στα 68.415 ευρώ, ενώ ένα χρόνο πριν, το 2021, διενεργήθηκαν 37.106 µεταβιβάσεις συνολικής αξίας 2,9 δισ. ευρώ, µε τη µέση τιµή αγοράς να διαµορφώνεται στα 77.900 ευρώ.

Από τα ακίνητα που µεταβιβάστηκαν το 2023:

  • Τα 18.852 είναι διαµερίσµατα συνολικής αξίας 1,68 δισ. ευρώ, όπως εµφανίζεται στα συµβόλαια. Η µέση τιµή αγοράς διαµορφώνεται στα 89.507 ευρώ.
  • Τα 3.755 είναι µονοκατοικίες αξίας 607 εκατ. ευρώ, ή 161.612 ευρώ κατά µέσον όρο.
  • Τα 5.592 είναι οικόπεδα συνολικής αξίας 1,12 δισ. ευρώ και µέσης τιµής 200.411 ευρώ.
  • Τα 1.618 είναι θέσεις στάθµευσης αξίας 18 εκατ. ευρώ. Η µέση τιµή πώλησης για ένα πάρκινγκ ανέρχεται σε 11.150 ευρώ. Ο ∆ήµος Αθηναίων έρχεται πρώτος στις αγοραπωλησίες ακινήτων, καθώς από τον Ιανουάριο µέχρι και το τέλος Νοεµβρίου πραγµατοποιήθηκαν 16.907 µεταβιβάσεις συνολικής εµπορικής αξίας 2,76 δισ. ευρώ και ακολουθεί η Θεσσαλονίκη µε 4.383 αγοραπωλησίες, αξίας 310 εκατ. ευρώ και µέση τιµή πώλησης 70.854 ευρώ. Με µία προσεκτικότερη µατιά στα στοιχεία των συµβολαίων που έχουν ανεβεί στο Μητρώο Αξιών Μεταβιβάσεων Ακινήτων, µπορεί κάποιος να διαπιστώσει περιπτώσεις που κυριολεκτικά βγάζουν µάτι. Οι τιµές αγοράς που αναγράφονται σε ορισµένα συµβόλαια προκαλούν ζάλη.

Αριθµοί που ζαλίζουν

Για παράδειγµα, διαµέρισµα 6ου ορόφου 48,5 τ.µ. στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο κατασκευάστηκε το 1971, αγοράστηκε στην τιµή των 3.700.000 -ή 76.288 ευρώ (!) το τετραγωνικό µέτρο- όταν η αντικειµενική αξία στη συγκεκριµένη περιοχή ανέρχεται σε µόλις 1.400 ευρώ. Αλλο διαµέρισµα 83 τ.µ. του 5ου ορόφου στο Κολωνάκι, το οποίο κατασκευάστηκε το 1950, αγοράστηκε στην τιµή των 800.000 ευρώ ή 9.639 ευρώ το τετραγωνικό µέτρο, όταν η αντικειµενική αξία στη συγκεκριµένη περιοχή ανέρχεται στα 4.250 ευρώ. ∆ηλαδή, το συγκεκριµένο ακίνητο πουλήθηκε σε τιµή υπερδιπλάσια της αντικειµενικής αξίας.

Οµως, το ακριβότερο ακίνητο που άλλαξε ιδιοκτήτες είναι µια κατοικία επιφάνειας 429,25 τ.µ. του 1903 και βρίσκεται πίσω από την Ηρώδου Αττικού, του ακριβότερου δρόµου της Αθήνας. Για το συγκεκριµένο ακίνητο η µεταβίβαση του 60% της ψιλής κυριότητας κόστισε 2.603.999 ευρώ, ένα ποσοστό 20% της πλήρους κυριότητας στοίχισε 1.240.000 ευρώ και το 60% της επικαρπίας 1.115.999 ευρώ. Στην υπόλοιπη Ελλάδα, στις Κυκλάδες και συγκεκριµένα στο νησί της Μυκόνου και στην περιοχή του Αγίου Ιωάννη κατοικία η οποία κατασκευάστηκε το 2020, 202,91 τ.µ. µε βοηθητικούς χώρους 48,06 τ.µ., µε ποσοστό συνιδιοκτησίας 32% επί του οικοπέδου, αγοράστηκε µε βάση το συµβόλαιο στην τιµή του 1.700.000, δηλαδή πάνω από 6.773 ευρώ το τ.µ. Η αντικειµενική τιµή στη συγκεκριµένη περιοχή είναι 3.200 ευρώ. Στη Σαντορίνη, στην περιοχή Οία, ακίνητο του 1880, 90 τ.µ., αγοράστηκε 950.000 ευρώ ή πέντε φορές πάνω από την αντικειµενική τιµή (2.200 ευρώ), ήτοι 10.555 ευρώ το τετραγωνικό.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής