«Ανοικτό προσκλητήριο» σε ιδιώτες μικροκαταθέτες για τοποθετήσεις σε έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου ετοιμάζει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, με στόχο τη διεύρυνση των επενδυτικών τους επιλογών.

Με τον πληθωρισμό να ροκανίζει τις αποταμιεύσεις και τα επιτόκια καταθέσεων να κινούνται σε χαμηλά επίπεδα, στο οικονομικό επιτελείο εξετάζουν σενάριο διάθεσης εντόκων γραμματίων σε φυσικά πρόσωπα, μέχρι του ποσού των 15.000 ευρώ ανά ΑΦΜ, σε σταθερή βάση.

Με άλλα λόγια, οι τοποθετήσεις στα έντοκα από τους ιδιώτες με μικρά πορτοφόλια να πάρουν μόνιμο χαρακτήρα. Να σημειωθεί ότι, έπειτα από δύο χρόνια διακοπής, η συγκεκριμένη διαδικασία επανήλθε πρόσφατα στις τελευταίες δημοπρασίες εντόκων με διάρκειες 6 και 12 μηνών, που διενήργησε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), δίνοντας τη δυνατότητα σε ιδιώτες μικροεπενδυτές να προμηθευτούν τους εν λόγω τίτλους μέσω δημόσιας εγγραφής σε οποιαδήποτε τράπεζα ή χρηματιστηριακή εταιρεία.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ενδιαφέρον για την απόκτηση των «λαϊκών» εντόκων εκδήλωσαν 10.000 φυσικά πρόσωπα, κερδίζοντας επιτόκιο σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο ετήσιο πληθωρισμό.

Με δεδομένο ότι ο νέος Προϋπολογισμός στηρίζεται στην πρόβλεψη για πληθωρισμό 2,4% το 2024, το επιτόκιο (απόδοση) στα εξάμηνα έντοκα διαμορφώθηκε στο 3,83% και στα ετήσια στο 3,81%, καλύπτοντας ακόμα και τις απώλειες εισοδήματος που είχαν οι μικροαποταμιευτές από τον φετινό δείκτη, καθώς η μέση ταχύτητα για όλο το 2023 θα είναι 3,8%.

Την ίδια στιγμή, οι καταθέσεις με μεγάλες προθεσμίες στις τράπεζες δεν ξεπερνούν σε απόδοση το 2,5%, ενώ στις μικρές το επιτόκιο παραμένει πολύ χαμηλό, αρκετά κάτω της μίας ποσοστιαίας μονάδας.


Ισχυρή ζήτηση για τοποθετήσεις σε έντοκα γραμμάτια

Τους τελευταίους μήνες καταγράφεται ισχυρή ζήτηση για τοποθετήσεις σε έντοκα γραμμάτια λόγω της «δίψας» των επενδυτών για μεγαλύτερες αποδόσεις, αλλά σε ασφαλή καταφύγια. Πάνω σε αυτό το κύμα οι επιτελείς στο υπουργείο Οικονομικών έτρεχαν το προηγούμενο διάστημα διάφορες ασκήσεις για εξειδικευμένες εκδόσεις λαϊκών ομολόγων, έως 1 δισ. ευρώ, στοχεύοντας στους μικρούς καταθέτες, οι οποίοι είχαν φθάσει να ζητούν ένα συμπληρωματικό εισόδημα από τα πιστωτικά ιδρύματα.

Υπό αυτό το πρίσμα σχεδιάζονται και οι νέες κινήσεις στο μέτωπο του βραχυπρόθεσμου δανεισμού με την έκδοση εντόκων γραμματίων ύψους 11,8 δισ. ευρώ το 2024. Παράλληλα, σημαντική ρευστότητα θα αποκτήσει το Δημόσιο μέσω των πράξεων διαχείρισης «repo agreements», τις οποίες συνάπτει ο ΟΔΔΗΧ για την αξιοποίηση των διαθεσίμων, κυρίως, των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης. Το δανειακό πρόγραμμα του 2024 ξεκινά, πάντως, χωρίς ιδιαίτερο... άγχος για το οικονομικό επιτελείο, καθώς, μετά την ολική εξόφληση του ΔΝΤ και την πρόωρη αποπληρωμή μέρους των ευρωπαϊκών διακρατικών δανείων από το 1ο Μνημόνιο (GLF - Greek Loan Facility), 2,645 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2022 και 5,290 δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους (δόσεις δανείων 2024 και 2025), οι καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες περιορίζονται σε 6,114 δισ. ευρώ.

Από αυτά:
  • Τα 3,862 δισ. ευρώ είναι το ύψος των ομολόγων που λήγουν το 2024 και πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν.
  • Το 1,738 δισ. ευρώ είναι δάνεια από το 2ο Μνημόνιο (EFSF - ESM), για τα οποία ολοκληρώθηκε η περίοδος χάριτος και ξεκινά η αποπληρωμή τους. Η πρώτη δόση ήταν το 2023 και η τελευταία των 5,3 δισ. ευρώ το 2070.
  • Τα 391,1 εκατ. ευρώ είναι τόκοι και δάνεια προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
  • Τα 122,2 εκατ. ευρώ είναι λοιπά δάνεια. Στα πλάνα του ΟΔΔΗΧ για το 2024 περιλαμβάνεται και η υποχρέωση για την έκδοση του πρώτου πράσινου ελληνικού ομολόγου.
Στο μεταξύ, σε χαμηλά επίπεδα θα παραμείνουν οι χρηματοδοτικές ανάγκες και το 2025, καθώς ανέρχονται σε 6,277 δισ. ευρώ, ενώ από το 2026 ανεβαίνουν στα 13,028 δισ. ευρώ.


Το μεγάλο «αγκάθι» για τον κρατικό προϋπολογισμό

Το μεγάλο «αγκάθι» αυτή τη στιγμή για τον κρατικό προϋπολογισμό είναι η ραγδαία αύξηση στο κόστος δανεισμού από τις επιτοκιακές αναταράξεις της ΕΚΤ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δαπάνες για τόκους το 2023 θα κινηθούν πάνω από το φράγμα των 6 δισ. ευρώ, φθάνοντας στα 6,5 δισ. ευρώ, ενώ σε ανάλογο ύψος θα κυμανθεί η επιβάρυνση και το 2024 ( 6,350 δισ. ευρώ). Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει τις αγορές είναι ότι οι δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ δεν θα ξεπεράσουν το 2,7% το 2024 και το 2,9% το 2023. Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και με το δημόσιο χρέος (Γενικής Κυβέρνησης), το οποίο λόγω της μεγαλύτερης ονομαστικής ανάπτυξης θα υποχωρήσει στο 152,2% το 2024, από 159,3% φέτος, αλλά ως απόλυτο μέγεθος παραμένει τρομακτικό, πάνω από τα 357 δισ. ευρώ. Την κατάσταση σώζουν τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα, η στάθμη των οποίων βρίσκεται στα 37-38 δισ. ευρώ και κρίνεται σκόπιμη η διατήρησή τους σε αυτά τα επίπεδα, τουλάχιστον μέχρι την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας από την πλειονότητα των οίκων αξιολόγησης.

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο Money Pro της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 14/10/2023