Με κύκλο εργασιών πάνω από 15,5 δισ. ευρώ, εξαγωγές 6 δισ. ευρώ και ανθρώπινο δυναµικό που ξεπερνά τους 360.000 εργαζοµένους, η ελληνική βιοµηχανία τροφίµων και ποτών συµβάλλει ουσιαστικά στην οικονοµία της χώρας, στηρίζοντας την απασχόληση, τις επενδύσεις και την εξωστρέφειά της.

Μετά τις χρηµατοοικονοµικές υπηρεσίες, η βιοµηχανία τροφίµων είναι ο κλάδος που ξεχωρίζει στα µεγάλα deals. Μόνο το 2022 πραγµατοποιήθηκαν 94 εξαγορές, µε αξία 10,4 δισ. ευρώ, και σύµφωνα µε µελέτη της PwC το 23% αυτής της αξίας ήρθε από συµφωνίες στη βιοµηχανία τροφίµων. Ενδεικτικά σηµειώνεται η εξαγορά από τη Mondelez International της Chipita, µε τίµηµα 1,756 δισ. ευρώ για τους µετόχους Σπύρο Θεοδωρόπουλο και Οµιλο Olayan, καθώς και τα άλλα deals του γνωστού επιχειρηµατία, όπως η εξαγορά µέσω της Bespoke SGS της εταιρείας τροφίµων Edesma Α.Ε. και της θυγατρικής της, «Αµβροσία», και πιο πρόσφατα η απόκτηση µεριδίου στη ΜΕΒΓΑΛ και του ελέγχου της ΙΟΝ.

Στα σηµαντικά deals περιλαµβάνονται και η ενσωµάτωση των Ιχθυοτροφείων Κεφαλλονιάς στον ισπανικό όµιλο Grupo Profand, η εξαγορά της «Κουρέλλας» από τη ∆έλτα, αλλά και µικρότερων αλυσίδων σούπερ µάρκετ από µεγάλους παίκτες της αγοράς, όπως των «Σκλαβενίτης», «Μασούτης» κ.ά. Παρά τις προκλήσεις, οι βιοµηχανίες τροφίµων διατηρούν την ανταγωνιστικότητά τους, έχοντας αντιµετωπίσει τη διατάραξη της παγκόσµιας εφοδιαστικής αλυσίδας, σε συνέχεια της πανδηµίας, και µετέπειτα την ενεργειακή κρίση. Προσαρµόστηκαν στις αλλαγές και καλούνται πλέον να διαχειριστούν νέες αβεβαιότητες, που απορρέουν από τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και τις αναγκαίες προσαρµογές στη νέα οικονοµία, µε γνώµονα τη βιώσιµη ανάπτυξη.

Οι επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και πράσινη ενέργεια είναι µονόδροµος, αλλά ταυτόχρονα η βιοµηχανία τροφίµων καλείται να συνεισφέρει στη διαχείριση της κρίσης τιµών στα τρόφιµα, που έχει γίνει βραχνάς για τη µέση ελληνική οικογένεια.

Αποκλιμάκωση πληθωρισμού

Είναι ενδεικτικό ότι, ενώ ο πληθωρισµός αποκλιµακώνεται, οι ανατιµήσεις στα τρόφιµα επιµένουν, πυροδοτώντας αλυσιδωτές παρενέργειες στην αγορά, µε αποτύπωµα στην κατανάλωση.

Σηµειώνεται ότι στην ακαθάριστη προστιθέµενη αξία της βιοµηχανίας τροφίµων ξεχωρίζουν η αρτοποιία και τα αλευρώδη µε το µεγαλύτερο ποσοστό συµµετοχής (19%), ενώ ακολουθούν τα φρούτα και τα λαχανικά (18%) και τα γαλακτοκοµικά (16%). Σύµφωνα µε κλαδική µελέτη του ΙΟΒΕ, στην αξία παραγωγής το σηµαντικότερο µερίδιο έχουν τα γαλακτοκοµικά (18%) και τα φρούτα και λαχανικά (17%), ενώ στον αριθµό των επιχειρήσεων του κλάδου το µεγαλύτερο µερίδιο έχει η αρτοποιία (58%) και ακολουθούν τα έλαια και λίπη (11%).

Επίσης, όσον αφορά τον κύκλο εργασιών, το υψηλότερο µερίδιο κατέχουν τα γαλακτοκοµικά προϊόντα (17%), ενώ την πρωτοκαθεδρία ως προς τον αριθµό των εργαζοµένων έχουν η αρτοποιία και τα αλευρώδη (42%). Είναι σηµαντικό να σηµειωθεί ότι το 2022 οι απασχολούµενοι στη βιοµηχανία τροφίµων και ποτών αυξήθηκαν κατά 13,7%, ξεπερνώντας σχεδόν τους 157.000, έναντι µικρότερης αύξησης, 5,2%, στο σύνολο της µεταποίησης.

Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 9/9