Ο Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Οικονομία Πάολο Τζεντιλόνι δήλωσε σήμερα πως είναι σίγουρος ότι μια συμφωνία για την επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ μπορεί να επιτευχθεί μέχρι τα τέλη του έτους, αποκλείοντας παράταση της αναστολής τους το 2024.

Οι κανόνες της ΕΕ, το αποκαλούμενο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, έχουν ανασταλεί από το 2020 ώστε να βοηθηθούν οι κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν την πανδημία της COVID-19 και τον αντίκτυπο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων.

Οι κανόνες, που θέτουν όρια στα δημοσιονομικά ελλείμματα και στο χρέος, αναμένεται να εφαρμοστούν και πάλι το 2024 και η ΕΕ έχει αποδυθεί σε μια μάχη με τον χρόνο για να καταρτίσει ένα νέο εγχειρίδιο κανόνων που θα μπορεί να γίνει αποδεκτό από όλα τα κράτη μέλη, με την Ιταλία να τάσσεται υπέρ μιας πιο επιεικούς προσέγγισης σε σχέση με ορισμένες κυβερνήσεις της βόρειας Ευρώπης.

«Είμαι σίγουρος, θα έλεγα πρέπει να είμαι σίγουρος, πως μια συμφωνία (για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες) μπορεί να επιτευχθεί μέχρι τα τέλη του έτους», δήλωσε ο Τζεντιλόνι στο περιθώριο του οικονομικού φόρουμ The European House - Ambrosetti που διεξάγεται στο Τσερνόμπιο της Ιταλίας.

«Η αναστολή δεν θα παραταθεί το 2024», πρόσθεσε.

Τα σχόλια του Τζεντιλόνι φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση με τις δηλώσεις που έκανε τη Δευτέρα, 28 Αυγούστου, ο Ιταλός υπουργός Οικονομίας Τζανκάρλο Τζορτζέτι, ο οποίος είπε πως μια συμφωνία είναι πιθανόν ανέφικτη μέχρι το τέλος του 2023, κάτι το οποίο αποδέχεται τώρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ιταλία ετοιμάζει έναν δύσκολο προϋπολογισμό για το 2024 στον οποίο θα επιδιώξει να συμβιβάσει τις υποσχέσεις για μειώσεις φόρων της πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι με μείωση του ελλείμματος ενώ αντιμετωπίζει οικονομική επιβράδυνση.

Ο Τζεντιλόνι είπε πως μια αποτυχία να επιτευχθεί συμφωνία θα σήμαινε επιστροφή στους προηγούμενους δημοσιονομικούς κανόνες που δεν βοήθησαν ώστε να προωθηθεί η οικονομική μεγέθυνση και να μειωθεί το δημόσιο χρέος.

Είπε πως η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ «μας υπενθυμίζει συχνά πως η επίτευξη αυτής της συμφωνίας είναι επίσης θεμελιώδης στη συνολική αξιολόγηση που θα κάνει η ΕΚΤ της κατάστασης της αγοράς».

Η κρατική υποστήριξη και τα επενδυτικά προγράμματα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της COVID στην οικονομία είχαν ως αποτέλεσμα την εκτόξευση του χρέους πολλών χωρών της ΕΕ πέρα από το τρέχον όριο του 60% του ΑΕΠ που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας.