Στο 20% ανέρχεται η αύξηση μεταξύ των ετών 2019-2023 στον κατώτατο μισθό, συμπεριλαμβανομένου του 9,4% που ανακοινώθηκε χθες, συμπαρασύροντας προς τα πάνω και 19 επιδόματα. Έτσι, από την 1η Απριλίου διαμορφώνεται στα 780 ευρώ (667 καθαρά) ο μισθός και στα 34,84 ευρώ το κατώτατο ημερομίσθιο για τα οικοδομοτεχνικά έργα.

Η κυβέρνηση εξέπληξε με την πρότασή της καθώς τα αρχικά σενάρια την έφερναν σύμφωνη με την αύξηση που πρότεινε το ΚΕΠΕ (7,75%), ενώ η πρότασή της ξεπέρασε και τις πιο «γαλαντόμες» εργοδοτικές τάξεις (5,5% ο ΣΕΒ, 8% η ΓΣΕΒΕΕ, 6,1% ο ΣΕΤΕ και 7% η ΕΣΕΕ). Σημειώνεται ότι η μηνιαία αύξηση ισοδυναμεί με 57,7 ευρώ.

Οι τριετίες

Για την απελευθέρωση των τριετιών, κατά την παρουσίαση της πρότασης του υπουργείου Εργασίας, ο κ. Κωστής Χατζηδάκης επανέλαβε αυτό που είχε πει στη συνέντευξή του στην «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», ότι η κυβέρνηση για την επόμενη αύξηση του 2024 θα εκτιμήσει την κατάσταση της οικονομίας, το ποσοστό ανεργίας και θα αποφασίσει. Σημείωσε, ωστόσο, ότι χρειάζεται σταθερή κυβέρνηση για το επόμενο διάστημα γιατί «η ανεργία δεν πέφτει αυτόματα. Έπεσε από το 17,5 στο 10,8 %, γιατί συνέτρεξε μια σειρά από πολιτικές και οικονομικές προϋποθέσεις, δηλαδή κυβερνητική σταθερότητα, σοβαρότητα και θετικό κλίμα στην οικονομία. Αν δεν υπάρχουν αυτά, η ανεργία θα πάρει και πάλι τον ανήφορο», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.

Κατά την παρουσίαση της πρότασης, ο κ. Χατζηδάκης στάθηκε στα εξής:

  • 1) Στην εξέλιξη του κατώτατου μισθού: Από 650 ευρώ το 2019 αυξήθηκε σε 663 ευρώ τον Ιανουάριο του 2022, 713 ευρώ τον Μάιο του 2022 και 780 ευρώ από τον Απρίλιο του 2023. Σωρευτικά η αύξηση διαμορφώνεται στο 20%.
  • 2) Στις καθαρές αποδοχές: Ο καθαρός μισθός μετά από φόρους και εισφορές γίνεται 667 ευρώ τον μήνα (778 με δώρα και επίδομα άδειας) από 548 ευρώ το 2019 (639 με δώρα και επίδομα άδειας). Συνολικά οι εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό θα εισπράττουν τρεις επιπλέον καθαρούς μισθούς σε σχέση με το 2019 σε ετήσια βάση, καθώς οι ετήσιες αποδοχές αυξάνονται από 7.667 ευρώ το 2019 σε 9.336 ευρώ το 2023 (συν 1.669 ευρώ ή 21,8 %).
  • 3) Στο πλήθος εργαζόμενων που καλύπτονται: Οι εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό είναι 585.000, κατά 60.000 λιγότεροι σε σχέση με το 2021. «Αυτό δείχνει τη δυναμική της οικονομίας, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ οι μέσες αμοιβές το 2022 αυξήθηκαν κατά 12,4 % σε σχέση με το 2019.
  • 4) Στις τριετίες: Όσοι είχαν συμπληρώσει τουλάχιστον μία τριετία στην εργασία τους μέχρι τον Φεβρουάριο του 2012 έχουν επιπλέον αποδοχές οι οποίες μπορούν να φτάσουν μέχρι και το 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας.
  • 5) Στη σύγκριση με την ΕΕ: Η Ελλάδα ανεβαίνει στη 10η θέση μεταξύ των 22 χωρών-μελών της ΕΕ από τη 13η θέση προηγουμένως.
  • 6) Στη σύγκριση με τον πληθωρισμό: Από το 2019 μέχρι και το 2023, με βάση τις προβλέψεις για την πορεία του πληθωρισμού που περιλαμβάνονται στον κρατικό προϋπολογισμό, ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξάνεται κατά 15,1%. Η αύξηση του κατώτατου μισθού στο ίδιο διάστημα είναι 20 %, δηλαδή πέντε ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον πληθωρισμό.
  • 7) Στις προεκλογικές δεσμεύσεις: Η ΝΔ είχε δεσμευθεί προεκλογικά για διπλάσια αύξηση του κατώτατου μισθού σε σχέση με το ΑΕΠ. Από το 2019 (δεδομένου ότι μεσολάβησε ύφεση του 2020, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς λόγω του κορωνοϊού) έχουμε αύξηση του ΑΕΠ κατά 6,5%, που σημαίνει ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι τριπλάσια. «Όχι μόνο τηρήσαμε τη δέσμευση αλλά προχωρήσαμε πολύ περισσότερο», υπογράμμισε ο κ. Χατζηδάκης.
  • 8) Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών: Ισχύει η δέσμευση του πρωθυπουργού για περαιτέρω μείωση (πέρα από τη μείωση κατά 4,4 μονάδες που έχει ήδη εφαρμοστεί).

ΠΙΝΑΚΑΣ: ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ


Αμηxανία από την αντιπολίτευση

Αντιδράσεις στα κόμματα της αντιπολίτευσης προκάλεσε η αναγγελία για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Η τομεάρχης Εργασιακών του ΣΥΡΙΖΑ, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, αφού τη χαρακτήρισε «προεκλογικό μέτρο», προχώρησε σε ρελάνς προτείνοντας αύξηση στα 880 ευρώ.

Συγκεκριμένα τόνισε πως «η δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ, η θέσπιση ετήσιας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής ανάλογα με τον πληθωρισμό, το “ξεπάγωμα” των τριετιών και η κατοχύρωση και διεύρυνση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας αποτελούν την ελάχιστη ρεαλιστική και ουσιαστική προϋπόθεση ώστε να πάρουν μία ανάσα οι εργαζόμενοι».

Η κυρία Ξενογιαννακοπούλου συνδύασε την κυβερνητική πρόταση με το δυστύχημα των Τεμπών, σημειώνοντας πως «υπό το βάρος της κοινωνικής κατακραυγής, ο κύριος Μητσοτάκης έσπευσε να ανακοινώσει αύξηση του κατώτατου μισθού. Ακόμα και έτσι, ωστόσο, είναι πολύ λίγο και πολύ αργά. Αφού με τον νόμο Χατζηδάκη διέλυσε τις εργασιακές σχέσεις, δύο χρόνια τώρα ο κύριος Μητσοτάκης έχει αφήσει τους εργαζόμενους στο έλεος της αισχροκέρδειας με δραματική μείωση εισοδημάτων από λογαριασμούς, δόσεις δανείων και σουπερμάρκετ».


ΠΙΝΑΚΑΣ: ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ


Σχολιάζοντας την αύξηση του κατώτατου μισθού, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, είπε: «Εύχομαι να είναι η τελευταία παρέμβαση του κράτους για τον κατώτατο μισθό και από εδώ και πέρα να καθορίζεται μέσα από διαπραγματεύσεις που θα αφορούν τους εργαζόμενους και τους φορείς τους. Και βέβαια, πρέπει να λειτουργήσουν ξανά οι τριετίες για να υπάρχουν μισθοί αξιοπρέπειας. «Ζούμε σε μια εποχή όπου ο πληθωρισμός μειώνει τα εισοδήματα του ελληνικού λαού. Έχουμε χρέος να στηρίξουμε τους αδύναμους εργαζόμενους».

Για προεκλογικού χαρακτήρα κίνηση κάνει λόγο και το ΚΚΕ
, με τον επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του κόμματος, Θανάση Παφίλη, να λέει πως η αύξηση δεν καλύπτει τις απώλειες από τον πληθωρισμό, την ακρίβεια, αλλά και την αύξηση των επιτοκίων, δεδομένου ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι έχουν δάνεια: «Ο κατώτατος μισθός είναι χαμηλός, δεν καλύπτει τίποτα. Και βέβαια, υπάρχει και το δεύτερο σημείο, που είναι ο νόμος Βρούτση - Αχτσιόγλου που καθορίζει τις αυξήσεις. Όχι όπως λένε τις ελεύθερες διαπραγματεύσεις μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων, αλλά καθορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση και τα κριτήρια τα ακούσαμε και είναι ίδια. Και από τη Νέα Δημοκρατία, και από τον ΣΥΡΙΖΑ, και από το ΠΑΣΟΚ».

Το ΜέΡΑ25 έκανε λόγο για «χυδαίο Μαυρογιαλουρισμό» και ζήτησε σταθερές αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις βάσει Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής. «Η ανακοίνωση του νέου κατώτατου μισθού βρίσκεται μακριά από τις απαιτήσεις των πιο φτωχών εργαζομένων και δεν τους επιτρέπει να καλύπτουν βασικές ανάγκες διαβίωσης», σημειώνει η ΓΣΕΕ. Η θέση της Συνομοσπονδίας αντιστοιχεί στο 60% του διάμεσου μισθού συν τον προσδοκώμενο πληθωρισμό, δηλαδή στα 826 ευρώ.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 21/3