Το 2022 αναµφίβολα θα µείνει στο µυαλό των επενδυτών ως µια πολύ κακή χρονιά. Οχι µόνο για τις µετοχές, αλλά γενικότερα. Τα περισσότερα assets δέχθηκαν µεγάλο πλήγµα από την άνοδο του πληθωρισµού και τις επιπτώσεις του πολέµου στην Ουκρανία, ενώ η αβεβαιότητα και συνεπώς η µεταβλητότητα ήταν χαρακτηριστικά που κυριάρχησαν για ακόµα µία φορά.

Μετά την καταιγίδα, συνήθως ο ουρανός ανοίγει και το ουράνιο τόξο κάνει την εµφάνισή του. Το ίδιο ελπίζουν και οι επενδυτές ανά την υφήλιο, οι οποίοι είδαν τα εντυπωσιακά κέρδη του 2021 να γίνονται καπνός, τα κρυπτονοµίσµατα να καταρρέουν και τις αποδόσεις των οµολόγων να επιστρέφουν έπειτα από πολλά χρόνια σε επίπεδα που θυµίζουν κρίση. Πόσο πιθανό είναι, λοιπόν, το νέο έτος να είναι χειρότερο;

Παραδοσιακά ισχύει ότι οι µακροπρόθεσµοι επενδυτές δεν βγαίνουν χαµένοι από τις τοποθετήσεις τους σε µετοχές. Αρκεί να περιµένουν, όταν ο κόσµος διανύει περιόδους κρίσης, να περάσει η καταιγίδα. Η Ιστορία έχει δείξει ότι οι αγορές ξεπέρασαν όλες τις µεγάλες πτώσεις του παρελθόντος και κατάφεραν να ανακάµψουν τις περισσότερες φορές πολύ γρήγορα, χαρίζοντας και πάλι κέρδη στους επενδυτές. Οµως υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.

Με δεδοµένο ότι οι «back to back» χρονιές µε απώλειες στα παγκόσµια χρηµατιστήρια είναι σπάνιο φαινόµενο, το 2023 οι µετοχές θα σηµειώσουν, έστω οριακή, άνοδο. Οι περισσότεροι επενδυτικοί οίκοι προβλέπουν άνοδο από 4% έως και 12%. Το κακό είναι ότι, σύµφωνα µε την παράδοση, σε αυτές τις πολύ λίγες περιπτώσεις των διαδοχικών ετών πτώσης οι απώλειες της δεύτερης χρονιάς ήταν πάντοτε µεγαλύτερες από της πρώτης.

Η πρώτη περίπτωση ήταν στη Μεγάλη Υφεση του 1929-1939, η δεύτερη στον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, η τρίτη κατά τη διάρκεια της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του ’70 και η τέταρτη στη φούσκα των dot.com, στις αρχές του 21ου αιώνα. Σε δύο περιπτώσεις, ο S&P 500 κατέγραψε πτώση για τρία συνεχόµενα έτη, ενώ µόνο κατά την τροµερή κρίση της δεκαετίας του ’30 το αµερικανικό χρηµατιστήριο κινήθηκε πτωτικά τέσσερις διαδοχικές χρονιές.

Αν λοιπόν επιβεβαιωθεί το κακό σενάριο, οι παγκόσµιες µετοχές κινδυνεύουν µε πτώση άνω του 20%, όσο υποχωρούν µέχρι στιγµής µέσα στο 2022 ο παγκόσµιος δείκτης MSCI All-Country World και ο µεγαλύτερος δείκτης της Wall Street, S&P 500. Από έρευνα που πραγµατοποίησε η Deutsche Bank, µε τη συµµετοχή 856 επαγγελµατιών του παγκόσµιου χρηµατοοικονοµικού κλάδου, προκύπτει ότι οκτώ στους δέκα υποδέχονται το 2023 µε απαισιοδοξία και οι µέσες εκτιµήσεις κάνουν λόγο για πτώση των µετοχών της τάξης του 2,2%.



Για λίγους

Γενικότερα, όµως, η χρονιά ήταν κακή για τους περισσότερους και καλή για πολύ λίγους. Εξαίρεση αποτέλεσαν τα εµπορεύµατα, τα οποία είδαν τις τιµές τους να εκτινάσσονται, γεγονός που οφείλεται στον συνδυασµό της ανόδου του δολαρίου σε υψηλά 20 ετών και των γεωπολιτικών εντάσεων µετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Για το 2023, ο πληθωρισµός και κυρίως ο τρόπος µε τον οποίο οι κεντρικές τράπεζες θα πετύχουν την εξασθένησή του θα κρίνει τα πάντα. Στο κακό σενάριο, οι κεντρικές τράπεζες θα προκαλέσουν ύφεση σε ΗΠΑ και Ευρώπη, η Κίνα θα συνεχίσει να παλεύει µε την πανδηµία και να αντιµετωπίζει τις επιπτώσεις της πολιτικής µηδενικών κρουσµάτων, ενώ οι γεωπολιτικές εντάσεις θα συνεχιστούν ή και θα ενταθούν.

Στο καλό σενάριο, θα βρεθούν δίαυλοι επικοινωνίας µεταξύ Ρωσίας και ∆ύσης και οι ροές φυσικού αερίου θα επανέλθουν, προκαλώντας ένα µεγάλο ράλι ανακούφισης στην Ευρώπη. Ο πληθωρισµός θα υποχωρήσει ταχύτερα και η ύφεση θα είναι καθαρά τεχνική. Τέλος, στο βασικό σενάριο, ΗΠΑ και Ευρώπη θα διανύσουν µία διετία, τουλάχιστον, στασιµοπληθωρισµού και το ενδιαφέρον των επενδυτών θα στραφεί σταδιακά στο γεωπολιτικό µέτωπο, µε επίκεντρο όχι τον πόλεµο στην Ουκρανία, αλλά την κόντρα ΗΠΑ - Κίνας για την τεχνολογία και… την Ταϊβάν. 

«Buy the dip»

Την ώρα που τα χρηµατιστήρια παίρνουν, αντί να δώσουν, λεφτά φέτος, µε τον S&P 500 να χάνει µέχρι στιγµής 20%, ένα από τα πιο γνωστά ρητά των αγορών κινδυνεύει µε… αφανισµό και ένα στατιστικό προµηνύει ακόµα χειρότερες καταστάσεις για το 2023. Το παλιό χρηµατιστηριακό ρητό «buy the dip», που σηµαίνει ότι οι επενδυτές πρέπει να αγοράζουν µετοχές όταν βλέπουν ότι έχουν πέσει αρκετά, κινδυνεύει να χάσει την αξία του µετά τη µεγάλη, τόσο σε µέγεθος όσο και σε διάρκεια, κατρακύλα του 2022. ∆ιότι πολύ απλά µέσα στη φετινή χρονιά είχαµε πολλές πτώσεις και µάλιστα πολλές φορές απότοµες, αλλά πολύ λίγες ανοδικές κινήσεις, οι οποίες κράτησαν λίγο. Κοιτώντας στο µέλλον, το 2023 οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια -τουλάχιστον τους πρώτους µήνες- και ο πληθωρισµός θα παραµείνει πολύ υψηλότερα από τον στόχο.

Η νέα αυτή πραγµατικότητα στις αγορές κάνει τους αναλυτές της BlackRock να υποστηρίζουν ότι χρειάζεται ένα νέο εγχειρίδιο. Εκτιµούν ότι οι κεντρικές τράπεζες θα προκαλέσουν σκόπιµα ύφεση, γιατί αλλιώς δεν µπορούν να ρίξουν τον πληθωρισµό, και γι’ αυτό είναι απίθανο να µειώσουν τα επιτόκια -όπως πολλοί ελπίζουν- για να περιορίσουν τον αντίκτυπο. Το νέο εγχειρίδιο των αγορών θα πρέπει να περιλαµβάνει «κανόνες» που θα ισορροπούν την αξιολόγηση της συνολικότερης διάθεσης ανάληψης κινδύνων µε τις εκτιµήσεις για την οικονοµική ζηµία που έχει προεξοφληθεί.

Δημοσιεύτηκε στο MoneyPro των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 30/12/2022