Στις 31 Δεκεμβρίου 2020, παραγράφηκαν αυτόματα χιλιάδες φορολογικές υποθέσεις, που αφορούν στα έτη από το 2004 μέχρι και το 2014, τις οποίες η Εφορία δεν πρόλαβε να ελέγξει.

 Μεταξύ των υποθέσεων που παραγράφηκαν είναι και οι κινήσεις των τραπεζικών καταθέσεων του έτους 2014, τις οποίες πλέον η Εφορία δεν μπορεί να τις χρησιμοποιήσει για τη διασταύρωση των δηλωθέντων εισοδημάτων.

 Οι φορολογούμενοι που δεν έλαβαν φύλλο ελέγχου ή εκκαθαριστικό σημείωμα, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου για φορολογικές τους εκκρεμότητες των ετών 2014, 2011, 2009 και 2004, μπορούν πλέον να «κοιμούνται ήσυχοι», καθώς, οι φορολογικές αρχές, δεν μπορούν να ανοίξουν ξανά τις συγκεκριμένες υποθέσεις.

 Εξαίρεση αποτελεί η πιθανότητα εύρεσης «συμπληρωματικών στοιχείων», αλλά στην κατηγορία αυτή δεν εμπίπτουν οι τραπεζικές καταθέσεις.

 Συμπληρωματικά είναι τα στοιχεία εκείνα, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να γνωρίζει η Εφορία, εντός της πενταετίας που είναι ο γενικός κανόνας παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων.

 Εφόσον εντοπιστεί κάποιο από αυτά, η υπόθεση ανοίγει ξανά και ο χρόνος παραγραφής εκτείνεται στην δεκαετία.

 Όμως, εξαιρούνται οι καταθέσεις, που σημαίνει, ότι η Εφορία ακόμη και αν βρει μια ύποπτη κίνηση τραπεζικού λογαριασμού που καταγράφηκε το 2014, δεν μπορεί να διενεργήσει φορολογικό έλεγχο και να βεβαιώσει φόρους πρόστιμα και προσαυξήσεις.

 Σημειώνεται ότι παρά τις προόδους που έχουν κάνει οι ελεγκτικές διαδικασίες της ΑΑΔΕ, είναι αδύνατον να ελεγχθεί το σύνολο των παραγραφόμενων υποθέσεων, αλλά εφαρμόζονται δειγματοληπτικά κριτήρια επιλογής.