Ακούν, καταγράφουν, µετρούν, προειδοποιούν, αλλά κατ’ αρχήν οι Ευρωπαίοι συµφωνούν στα µέτρα ανακούφισης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, που θα παρουσιάσει συνολικά από τη Θεσσαλονίκη ο πρωθυπουργός, υπογραµµίζοντας ότι οι επιπτώσεις της πρωτοφανούς κρίσης πρέπει να αντιµετωπιστούν άµεσα, χωρίς, όµως, να υποθηκεύουν το δηµοσιονοµικό και µακροοικονοµικό status της Ελλάδας στη µετά-COVID εποχή.

Ο υπουργός Οικονοµικών Χρήστος Σταϊκούρας το προηγούµενο 48ωρο είχε ένα πυκνό πρόγραµµα συναντήσεων στο Βερολίνο, πριν από το Eurogroup, ενώ, σύµφωνα µε πληροφορίες, είχε τηλεδιασκέψεις το προηγούµενο χρονικό διάστηµα τόσο µε οµολόγους του όσο και µε τους θεσµούς. Ποιο είναι το γενικό και αβίαστο συµπέρασµα; Πάνω από την Ευρώπη πλανάται µια αµηχανία για το πώς πρέπει να κινηθούν συντεταγµένα οι χώρες, προκειµένου να αντιµετωπίσουν τις παρατεταµένες και βίαιες επιπτώσεις της πανδηµίας, µε το «πάγωµα» των κανόνων του Συµφώνου Σταθερότητας και κατά τη διάρκεια του 2021 να χαρακτηρίζεται όχι απλώς αυτονόητη παραδοχή, αλλά ενδεχοµένως και ανεπαρκής.

Ποιο ήταν -και παραµένει- το... άγχος των Ευρωπαίων; Πώς θα επηρεαστεί το... Μεσοπρόθεσµο ∆ηµοσιονοµικό Πρόγραµµα που καλύπτει την περίοδο ως το 2024.
Σε µια συγκυρία όπου η ενεργοποίηση της «ρήτρας διαφυγής» του Συµφώνου Σταθερότητας δεν µπορεί να αποκλειστεί ούτε για το 2022 -αυτό εκµυστηρεύονται πηγές από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο- κάποιοι φαίνεται ότι επιχείρησαν να εγκλωβίσουν την Αθήνα σε µια στενόµυαλη προσέγγιση των ενδεδειγµένων µέτρων στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, παρά το ότι ακόµα και η σύνταξη Προϋπολογισµού για το 2021 είναι µια δύσκολη εξίσωση τη δεδοµένη χρονική στιγµή, λόγω της γενικευµένης αβεβαιότητας. Τελικά αυτό, όµως, φαίνεται να λειτουργεί ως πλεονέκτηµα για την ελληνική πλευρά.

Η Ελλάδα, εκτός δραµατικού απροόπτου, δεν θα διαχωρισθεί από την υπόλοιπη Ευρώπη ως προς τις επιπτώσεις της πανδηµίας στο ΑΕΠ, καθώς θα απαιτηθεί... ολοκαύτωµα στο δεύτερο εξάµηνο για να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις των Ευρωπαίων για διψήφιο ποσοστό ύφεσης. Υπάρχουν, όµως, ποιοτικά στοιχεία, που διαφοροποιούν την περίπτωση της Ελλάδας, τα οποία δεν µπορούν να αγνοηθούν ούτε κατά τον σχεδιασµό των αναγκαίων παρεµβάσεων ούτε κατά την εγκριτική -η Ελλάδα παραµένει σε καθεστώς ενισχυµένης εποπτείας- διαδικασία αυτών των παρεµβάσεων.

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ «ΚΕΝΟ»

Το πρώτο στοιχείο είναι ότι η Ελλάδα προέρχεται από µια «µαύρη» περίοδο, όπου απώλεσε το 25% του ΑΕΠ της, µε το επενδυτικό «κενό» να υπολογίζεται σε 100 δισ. ευρώ, την ανεργία να υποχωρεί, µεν, σταθερά, αλλά από τα απίστευτα επίπεδα του 27% και τους δείκτες φτώχειας να καλύπτουν σχεδόν το 40% του πληθυσµού. Αυτά τα στοιχεία αποτέλεσαν το «διαβατήριο» για τα 32 δισ. ευρώ από το Ταµείο Ανάκαµψης, αλλά συνέθεσαν και το υπόβαθρο για τις µειώσεις φόρων και εισφορών, οι οποίες θα ενισχύσουν αφενός την αναπτυξιακή δυναµική, αφετέρου τα εισοδήµατα φυσικών και νοµικών προσώπων.

Το δεύτερο στοιχείο είναι η υψηλή εξάρτηση της ελληνικής οικονοµίας από τον τουρισµό. Τα στοιχεία που πήραν στα χέρια τους και οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες επιβεβαιώνουν το αρνητικό ντόµινο από το αρχικό σοκ, αλλά και την πρόωρη και συνάµα άδοξη λύση της φετινής σεζόν. «Ο χειµώνας θα είναι ζόρικος», παραδέχονται πηγές από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο, επιβεβαιώνοντας ότι τα δεδοµένα µαρτυρούν υψηλό δείκτη αθέτησης πληρωµών από τους εν λόγω επαγγελµατίες σε Εφορία, ΕΦΚΑ, τράπεζες αλλά και ιδιώτες (απλήρωτα ενοίκια), ενώ αναµένονται τα επικαιροποιηµένα στοιχεία για τις επιπτώσεις στην απασχόληση των νέων που συνήθως «απορροφώνται» στον τουρισµό και στην εστίαση.

Και κάπως έτσι φτάσαµε στο ευρύ «πακέτο» µέτρων στήριξης, τα οποία αφενός καλύπτουν και τους πρώτους µήνες του 2021 ως «γέφυρα» µέχρι την... άφιξη των πρώτων 3,5 δισ. ευρώ από το Ταµείο Ανάκαµψης, αφετέρου θα ελαφρύνουν άµεσα το µη µισθολογικό κόστος (µείωση εισφορών) αλλά και τους οικογενειακούς προϋπολογισµούς (µείωση εισφοράς αλληλεγγύης). Η... ντρίµπλα για να αποφύγει η ελληνική πλευρά το στενό µαρκάρισµα των Ευρωπαίων είναι ότι τα µέτρα ελάφρυνσης θα «φωτογραφίζουν» τη χρήση του 2021, ωστόσο η µονιµοποίησή τους θα γίνει µε το Μεσοπρόθεσµο της επόµενης χρονιάς, όπου θα αποτυπώνονται οι προοπτικές δυναµικής ανάκαµψης µετά την πανδηµία.

Οι ίδιες ευρωπαϊκές πηγές επισηµαίνουν, πάντως, ότι η Αθήνα θα πρέπει να σταθµίζει συνεχώς και τις αντιδράσεις των αγορών. Το φετινό πρωτογενές έλλειµµα -υπολογίζεται σε 6%- θα πρέπει να αποτελέσει εξαίρεση, ενώ οι κοινωνικές παροχές δεν θα πρέπει να θέτουν εν αµφιβόλω τη δηµοσιονοµική τροχιά, που είναι συνυφασµένη µε την εξυπηρέτηση του ογκώδους χρέους.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΆ» στις 12/9