Στο συρτάρι μέχρι νεωτέρας θα μείνουν τα σχέδια για παρεμβάσεις στο πλαίσιο των ηλεκτρονικών συναλλαγών, που αφορούσαν στην πριμοδότηση αποδείξεων από κλάδους υψηλής επικινδυνότητας.

Όταν ψηφιζόταν το φορολογικό νομοσχέδιο, μία από τις διατάξεις που συγκέντρωσε τα πυρά των φορολο-γουμένων ήταν (και παραμένει) η υποχρεωτική διενέργεια ηλεκτρονικών αγορών στο 30% των εισοδημάτων. Μια από τις σκέψεις για να αμβλυνθούν οι αντιδράσεις ήταν να προβλεφθεί ειδικό bonus για ηλεκτρονικές συναλλαγές με επαγγέλματα που βρίσκονται στη «μαύρη» λίστα, π.χ. με τεχνίτες. Συγκεκριμένα, ηλεκτρονικές αποδείξεις από τέτοιες δραστηριότητες να «μετράνε» στο διπλάσιο ή στο τριπλάσιο.

Οι εισηγήσεις αυτές εξετάστηκαν και μετά την ψήφιση του φορολογικού, αλλά, σύμφωνα με πληροφορίες, προκρίθηκε η άποψη ότι το πλαίσιο πρέπει να μείνει ως έχει, χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς ειδικές περιπτώσεις και υποπεριπτώσεις, έτσι ώστε να λειτουργήσει -θεωρητικά- πιο αποτελεσματικά. Αρμόδιες πηγές αναφέρουν, μάλιστα, ότι επίκειται ενημερωτική εκστρατεία για τα οφέλη από την ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, με παραδείγματα από άλλες χώρες. Οι ίδιες πηγές παραδέχονται, πάντως, ότι αν δεν δοθούν ισχυρά κίνητρα στους πολίτες-καταναλωτές, δύσκολα θα περάσει αυτή η εκστρατεία, πόσω μάλλον όταν, π.χ., στη Γερμανία ξεσηκώθηκε θύελλα αντιδράσεων από τη στιγμή που αποφασίστηκε ανάλογο μέτρο για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Σε κάθε περίπτωση, ούτε εγκύκλιος ούτε απόφαση θα πρέπει να αναμένεται για το μέτρο των ηλεκτρονικών συναλλαγών, καθώς, όπως εξηγούν πηγές από το υπουργείο Οικονομικών, επί τούτου προτιμήθηκε η εξαντλητική περιπτωσιολογία στην επίμαχη διάταξη, η οποία «τρέχει» κανονικά από την Πρωτοχρονιά. Υπενθυμίζεται ότι σε περίπτωση που οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί και αφορούν καταβολές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, δανειακές υποχρεώσεις προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ενοίκια υπερβαίνουν το 60% του πραγματικού εισοδήματος, το απαιτούμενο ποσοστό ηλεκτρονικών δαπανών περιορίζεται στο 20%.