Στην καλύτερη περίπτωση το κοντέρ του εφετινού Προϋπολογισμού θα γράψει πλεόνασμα 2,5% και αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη και πιο άμεση δυσκολία που θα κληθεί να διαχειριστεί η επόμενη κυβέρνηση. Αυτή η αποτύπωση του εκτιμώμενου δημοσιονομικού εκτροχιασμού θα φανεί, σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές, στην πολυθρύλητη έκθεση της 3ης αξιολόγησης, η οποία για έναν περίεργο λόγο έχει μεταβληθεί σε θρίλερ, αναφορικά με το πότε θα δοθεί στη δημοσιότητα.

«Δεν ξέρουμε τι θα γίνει με την έκθεση. Θα αποφασιστεί μετά το Euroworking Group της Δευτέρας», λένε οι ίδιες πληροφορίες, την ώρα που άλλες πηγές από τις Βρυξέλλες επιμένουν ότι δεν τίθεται ζήτημα αναβολής και ότι η έκθεση θα δημοσιευθεί στις 5 Ιουνίου, όπως είναι προγραμματισμένο.

Ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί τελικά, η ουσία είναι ότι στην έκθεση θα αποτυπώνονται όσα προανήγγειλε ο επικεφαλής του ESM: μια «τρύπα» 1,9 δισ. ευρώ στο εφετινό Προϋπολογισμό, δίνοντας έτσι διαστάσεις «καμένης γης» στο δημοσιονομικό πεδίο.

Μέτρα 
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι θεσμοί υπολογίζουν ότι το «πακέτο» παροχών, με το οποίο η σημερινή κυβέρνηση επιχείρησε να περιορίσει τις απώλειές της, έχει καθαρό κόστος 0,6% του ΑΕΠ, δηλαδή γύρω στο 1,14 δισ. ευρώ. Επιπλέον, δεν συμμερίζονται τους υπολογισμούς του οικονομικού επιτελείου για όφελος περί τα 280 εκατ. ευρώ από τις δίδυμες ρυθμίσεις οφειλών, εκτιμώντας, αντιθέτως, ότι ο εφετινός Προϋπολογισμός θα ζημιωθεί με περίπου 0,4% του ΑΕΠ, δηλαδή με 750 εκατ. ευρώ, καθώς τα χρέη που θα έπρεπε να πληρωθούν στη διάρκεια αυτών των μηνών θα «απλώσουν» σε ορίζοντα ετών.

Με δεδομένο, δε, ότι όλοι οι υπολογισμοί των ξένων τεχνοκρατών γίνονται επί του βασικού σεναρίου του 3,5%, χωρίς δηλαδή να προβλέπεται υπερπλεόνασμα, προκύπτει αυτή η «τρύπα» του 1% του ΑΕΠ. Ο βαθμός δυσκολίας διαχείρισης αυτών των τετελεσμένων ανεβαίνει, αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι οι μειώσεις στον ΦΠΑ και η πρόβλεψη αυτού του ειδικού συνταξιοδοτικού επιδόματος -η αποκαλούμενη «13η σύνταξη- δεν είναι άπαξ, αλλά έχουν επαναλαμβανόμενο δημοσιονομικό κόστος, το οποίο μάλιστα την επόμενη χρονιά ανεβαίνει κατά περίπου 500 εκατ. ευρώ, καθώς οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ θα ισχύουν από την αρχή και όχι από τη μέση της χρονιάς, όπως φέτος. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι το κόστος από το «πακέτο» Τσίπρα, που κληρονομεί η επόμενη κυβέρνηση, θα ξεπεράσει το 1,7 δισ. και αν συνυπολογίσει κανείς το κόστος του 1,9 δισ. ευρώ, που συνεπάγεται η διατήρηση του αφορολογήτου στα σημερινά επίπεδα, αυτό σημαίνει ότι ο επόμενος υπουργός Οικονομικών θα πρέπει να εξασφαλίσει ένα θηριώδες υπερπλεόνασμα τουλάχιστον 3,6 δισ. ευρώ, για να μην τεθεί σε κίνδυνο ο στόχος για πλεόνασμα 3,5%.

Eurogroup
Ολα αυτά θα αποτυπώνονται στην έκθεση και ενδεχομένως γι’ αυτό κάποιοι φιλικοί προς τη σημερινή κυβέρνηση παράγοντες στις Βρυξέλλες διακινούν σενάρια αναβολής της δημοσιοποίησής της, με πρόσχημα να μη θεωρηθεί παρέμβαση στην προεκλογική περίοδο της Ελλάδας. Οπως παρατηρούν, όμως, πηγές από το ευρωπαϊκό στρατόπεδο και η μη δημοσιοποίησή της αποτελεί παρέμβαση, καθώς θα θεωρηθεί ότι αποκρύπτονται σημαντικά στοιχεία της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται ώς τώρα, με κίνδυνο να εκτεθεί ανεπανόρθωτα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. «Τι θα συμβεί εάν μετά το Eurogroup της 13ης Ιουνίου ερωτηθούν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι γιατί δεν δημοσιοποιήθηκε η έκθεση για την Ελλάδα; Τι είναι αυτό που φοβούνται;», αναρωτιούνται οι ίδιες πηγές.

Τα τετελεσμένα που δημιούργησε η σημερινή κυβέρνηση στο δημοσιονομικό πεδίο έχουν, όμως, κι άλλες παρενέργειες, αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι στους υπολογισμούς για νέα υπερπλεονάσματα φαίνεται ότι υπήρχε ως Plan B ένα νέο «ψαλίδι» στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.

Οπως και πέρυσι, στις κρίσιμες διαβουλεύσεις του Σεπτεμβρίου για τον επόμενο Προϋπολογισμό, αν ζόριζαν τα πράγματα με τους θεσμούς, είναι βέβαιο ότι το ΠΔΕ θα λειτουργούσε ως αμορτισέρ. Ακόμα και η Κομισιόν επισημαίνει, όμως, στις εκθέσεις της ότι υπάρχει πρόβλημα υποδομών στην Ελλάδα, ενώ κι ένας πρωτοετής φοιτητής των Oικονομικών γνωρίζει το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στους ρυθμούς ανάπτυξης από την ομαλή εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

Ο… τσαμπουκάς της σημερινής κυβέρνησης δυσχεραίνει και τον σχεδιασμό επαναδιαπραγμάτευσης των πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια, που αποτελεί βασικό στοιχείο του προγραμματισμού του επιτελείου του Κ. Μητσοτάκη. Γιατί, όπως παρατηρούν πηγές με άμεση γνώση του θέματος, «είναι άλλο να διαπραγματεύεσαι έχοντας εκπληρώσει τους στόχους σου κι άλλο να “κυνηγάς” τις “τρύπες” που σου άφησαν αμανάτι».

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 1/6/2019