«Ο Νίκος Καζαντζάκης, που συχνά αναφέρεται ως ο Όμηρος της σύγχρονης Ελλάδας, δεν είναι άσχετος προς τους ήρωες της Ελληνικής αρχαιότητας. Σ’ αυτό το ιστορικό μυθιστόρημα, που βασίζεται στη ζωή τού Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Καζαντζάκης έχει αντλήσει τόσο από την πλούσια παράδοση του ελληνικού θρύλου, όσο και από τα καταγεγραμμένα χειρόγραφα ιστορικών αρχείων, για να αναδημιουργήσει έναν Αλέξανδρο σε όλες τις πολύπλευρες όψεις του – τον Αλέξανδρο τον θεό· τον Αλέξανδρο τον απόγονο του Ηρακλή που έκανε τους δώδεκα άθλους· τον Αλέξανδρο τον μύστη, τον τολμηρό οραματιστή που προοριζόταν να φέρει σε πέρας μια θεϊκή αποστολή· τον Αλέξανδρο τον θνητό, με σάρκα και οστά, που πότε-πότε δεν είναι ανώτερος από τον κοινό στρατιώτη που καβγαδίζει και πίνει.

Το μυθιστόρημα, που αντιστέκεται στον πειρασμό να απεικονίσει τον Αλέξανδρο με το περίβλημα του καθαρά ρομαντικού θρύλου, καλύπτει τη ζωή του από τα δεκαπέντε του χρόνια μέχρι τον θάνατό του. Το βιβλίο, που αρχικά γράφτηκε σαν επιμορφωτικό βοήθημα για νεαρούς αναγνώστες, προορίζεται και για τον ενήλικα νου εξ ίσου και, όπως οι θρύλοι των παλαιών, είναι ψυχαγωγικό αλλά και διδακτικό για αναγνώστες όλων των ηλικιών.»

(Από την αγγλική έκδοση Nikos Kazantzakis, Alexander the Great,
Ohio University Press, Athens (Ohio)-London, U.S.A. 1982.)

«Από τη γέννησή του το 356 π.Χ. έως τον θάνατό του στα 323 π.Χ., όταν δεν ήταν παραπάνω από 33 ετών, περνά η ζωή τού Μεγάλου Αλεξάνδρου, γιου τού Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας. Αφ’ ότου ο πατέρας του ένωσε την Ελλάδα, ο Αλέξανδρος ήξερε ποια όφειλε να είναι η δική του αποστολή: να κατακτήσει την Ασία και να φέρει την ελευθερία των Ελλήνων μέχρι τα πέρατα του κόσμου. Για να το καταφέρει, ο Αλέξανδρος στηρίζεται σε δυο ρωμαλέα θεμέλια: τον Όμηρο και τον Αριστοτέλη.

Ο πρώτος τού ενσταλάζει τον ηρωισμό, που του είναι απαραίτητος για να αναλάβει ένα τέτοιο εγχείρημα και για να αντιμετωπίσει τους κινδύνους χωρίς φόβο· ο δεύτερος τον βοηθάει να μορφωθεί με σωφροσύνη και σοφία, δυο αρετές που ο νεαρός Αλέξανδρος καλλιέργησε όχι χωρίς προσπάθεια. Κρατώντας αυτούς τους δυο άξονες, τη σοφία και τον ηρωισμό, ο Καζαντζάκης επεξεργάστηκε τον βίο τού Αλεξάνδρου και των συντρόφων του, αναδημιουργώντας τα πρωτόγνωρα τοπία που θάμπωσαν τα μάτια των Δυτικών, τις μάχες για εξουσία και τη φιλοδοξία για πλούτη, και κατά βάθος, το καθαρό, ατόφυο ιδανικό τού Αλεξάνδρου να εκπληρώσει την αποστολή που του εμπιστεύτηκαν οι θεοί. Οι νέοι θα συναντήσουν στις σελίδες αυτές έναν ίσο τους. Ο Αλέξανδρος είναι κάποιος που ήξερε να προσφέρει τη ζωή του για ένα υψηλό ιδανικό, που πολέμησε ενάντια στην ευτέλεια και τη μικρότητα τής ανθρώπινης φύσης, όχι πάντα νικηφόρα, αλλά τελικά, και σ’ αυτό έγκειται η μεγαλοσύνη του, έδωσε τη νιότη του με αντάλλαγμα έναν ηρωικό και ένδοξο αγώνα.»
(Από την αργεντίνικη έκδοση Niko Kazantzakis, Alejandro el Grande,
Ediciones Carlos Lohlé, Buenos Aires - Argentina 1983.)

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

1.
Ποιο είναι το ανώτατο χρέος του γιου; Να ξεπεράσει τον πατέρα του!

2.
Ένα μεγάλο άστρο φάνηκε στον ουρανό, τρεις αγγελιοφόροι ήρθαν την ίδια στιγμή κι έφεραν τρία καλά μαντάτα στο βασιλιά Φίλιππο: ο στρατηγός Παρμενίων νίκησε τους βάρβαρους, το βασιλικό άλογο νίκησε στους Ολυμπιακούς αγώνες κι η Ολυμπιάδα γέννησε γιo. Τον Αλέξανδρο!

3.
Στους κατώτερους σου να μην είσαι άγριος και δεσποτικός, μα καλός και πράος. Στους ανώτερους σου να μην είσαι περίφοβος η κόλακας, μα ατρόμητος και τίμιος και να μην ξεχνάς ποτέ, μπροστά σε κανένα, πως είσαι ελεύτερος άνθρωπος.

4.
Αδερφοί Έλληνες! Μεγάλη μέρα τούτη! Για πρώτη φορά όλες οι ελληνικές πόλεις ενώνουνται κι ειρηνεύουν. Για πρώτη φορά πλαταίνουν τόσο πολύ τα σύνορα της πατρίδας. Δεν περιορίζονται πια στα τείχη της Αθήνας ή της Σπάρτης ή οποιασδήποτε άλλης πολιτείας. Πλαταίνουν, φτάνουν από τη μια μεριά ως τη θάλασσα, κι από την άλλη ως τα ψηλά χιονισμένα βουνά της Μακεδονίας. Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, νησιά, Θεσσαλία Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη∙ αυτή πρέπει να 'ναι από σήμερα και πέρα η πατρίδα του καθενός μας. Να μη λέμε: «Είμαι Αθηναίος, είμαι Κορίνθιος, είμαι Μακεδόνας». Παρά να λέμε όλοι: «Είμαι Έλληνας». Τίποτα άλλο.

5.
—Είμαι ο Αλέξανδρος ο βασιλιάς της Μακεδονίας, είπε ο νεαρός μονάρχης με υπερηφάνεια.
—Κι εγώ είμαι ο φιλόσοφος ο Διογένης ο Σκύλος.
—Ζήτησε μου όποια χάρη θες και θα σου την κάμω, είπε
ο Αλέξανδρος με γενναιοδωρία.
—Να παραμερίσεις λίγο από τον ήλιο, του αποκρίθηκε ο Διογένης.
Και την ώρα που όλοι οι σύντροφοι κορόιδευαν το φιλόσοφο, ο Αλέξανδρος κούνησε το κεφάλι του κι είπε:
—Αν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα 'θελα να είμαι Διογένης!

6.
Ο βασιλιάς πήρε τη γεμάτη περικεφαλαία με το πολύτιμο πιοτό, μα τη στιγμή που άνοιγε τα στεγνά χείλια του να πιει, είδε γύρω του τους συντρόφους του που τον κοίταζαν με λαχτάρα. Αμέσως έγειρε την περικεφαλαία κι έχυσε το νερό στην άμμο.
—Ή όλοι, είπε, θα πιούμε νερό η κανένας!
Χτύπησαν τις ασπίδες τους οι στρατιώτες από περηφάνια.
—Πήγαινε μας όπου Θες, Αλέξανδρε! του φώναξαν. Μαζί σου ας πεθάνουμε της δίψας!