Λίγα λόγια για την πορεία του στο τραγούδι

Σαράντα πέντε ολόκληρα χρόνια, ο Δημήτρης Κοντογιάννης υπηρετεί το παραδοσιακό και ρεμπέτικο τραγούδι στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Έχει τραγουδήσει είκοσι δύο προσωπικούς δίσκους και έχει συμμετάσχει σ’ άλλους είκοσι οκτώ δίσκους, σπουδαίων συνθετών, όπως των Τσιτσάνη, Σαββόπουλο, Λοΐζο, Μαμαγκάκη, Ξυδάκη και Ρασούλη.

Στους γνωστότερους προσωπικούς του δίσκους συγκαταλέγονται  «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει» των Νικολόπουλου και Ρασούλη,  «Μια βραδιά στου σαμπάνη» με ρεμπέτικα και παραδοσιακά, «Εκ πρώτης όψεως λαϊκά» του Χρήστου Νικολόπουλου, «Ο τελευταίος αισθηματίας» των Νικολόπουλου, Βίρβου , «Δρόμοι της νύχτας» του Νίκου Μαμαγκάκη και «Τι γίνεται δε λέγεται» του Τάκη Σούκα.

Από την αρχή της επαγγελματικής του πορείας ασχολείται με τα κοινά, αφού ήταν απ’ τα ιδρυτικά μέλη της ΕΤΕ , της ΕΜΣΕ, του ΠΜΣ και της Ερατούς (Οργανισμός συλλογικής διαχείρησης συγγενικών δικαιωμάτων). Διετέλεσε πρόεδρος της ΕΤΕ για δυο συνεχόμενες θητείες και εργάστηκε σκληρά για τη δικαίωση των εργασιακών προβλημάτων του κλάδου. Μάλιστα κάποιες από τις προτάσεις νομοσχεδίων που έχει καταθέσει, έχουν ψηφιστεί και στη Βουλή. Επίσης, έχει διατελέσει για τρία χρόνια γενικός γραμματέας στην Ερατώ.

Το 1974 έγινε ο εμπνευστής της πρώτης ρεμπέτικης κομπανίας, δημιουργώντας ουσιαστικά την πρώτη αναβίωση του ρεμπέτικου τραγουδιού. Η ρεμπέτικη κομπανία ηχογράφησε τέσσερις μεγάλους δίσκους και στο τελευταίο δίσκο συμμετείχαν η Δόμνα Σαμίου και ο Διονύσης Σαββόπουλος.

Σημαντική επιρροή άσκησε και στο λαϊκό τραγούδι, αφού ήταν από τους κύριους συντελεστές του επαναπροσδιορισμού του λαϊκού τραγουδιού, με τους δίσκους «Εκδίκηση της γυφτιάς» και «Δήθεν» των Ξυδάκη, Ρασούλη. Στους δίσκους αυτούς τραγούδησε μαζί με το Νίκο Παπάζογλου.

Όλα αυτά τα χρόνια είναι μάχιμος τραγουδιστής και μουσικός και εμφανίζεται αδιάλειπτα σε μουσικές σκηνές και συναυλίες. Είναι τελειόφοιτος βυζαντινής μουσικής, είναι γνώστης ηχοληψίας και οργανοποιός.

Μπορείς εύκολα να εμφανίζεσαι στο Ηρώδειο, στο Μέγαρο Μουσικής αλλά και στο ρεμπέτικο πάλκο.

Τα τραγούδια δεν έχουν πατρίδα και συγκεκριμένο χώρο. Ένα τραγούδι πρέπει να έχει λόγο ύπαρξης, να είναι εμπνευσμένο, να έχει περιεχόμενο και να εκφράζει πραγματικές ανάγκες, ανεξάρτητα από το που παίζεται. Αρκεί ο εκτελεστής να έχει υπόβαθρο, γνώση και δυνατότητες.

Η «Ρεμπέτικη Κομπανία» σε στιγμάτισε ως καλλιτέχνη...

Η Ρεμπέτικη Κομπανία σίγουρα με στιγμάτισε και ήταν μια εποχή που μυήθηκα στη γνώση του ρεμπέτικου τραγουδιού, μελετώντας τις παλιές εκτελέσεις. Ήταν για μένα μια σπουδαία μαθητεία.

Μεγάλες σου συνεργασίες με διαχρονικά τραγούδια ήταν η συνεργασία σου με Ν. Ξυδάκη - Μανώλη Ρασούλη. Ποιο τραγούδι τους αγάπησες περισσότερο;

Δε μπορώ να ξεχωρίσω, γιατί ήταν όλα εμπνευσμένα και δουλεμένα τραγούδια. Επίσης πιστεύω ότι αυτοί οι δυο δίσκοι ("Η εκδίκηση της γυφτιάς" και "τα δήθεν") επαναπροσδιόρισαν δημιουργικά το λαϊκό τραγούδι.

Μετά ήρθε ο Χρηστός Νικολόπουλος και ο Κώστας Βίρβος.. Τι έμεινε από αυτή την συνεργασία;

Με το Χρήστο Νικολόπουλο είχαμε πολύ στενή και φιλική σχέση. Έκανα το πρώτο μου προσωπικό δίσκο μαζί του ( Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει σε στίχους Μανώλη Ρασούλη). Ακολούθησαν άλλοι 3 δίσκοι και στη συνέχεια συνεργάστηκα και με τον Κώστα Βίρβο αλλά και με το Χρήστο Νικολόπουλο σε προσωπικό μου δίσκο (ο τελευταίος αισθηματίας). Απ' όλους αυτούς τους δίσκους έμειναν κάποιες εκφραστικές και διαχρονικές εκτελέσεις.

Τώρα σε ξαναβρίσκουμε με επανεκτελέσεις ρεμπέτικου..

Ναι αποφάσισα να ηχογραφήσω 15 παραβατικά κι ερωτικά ρεμπέτικα (τα πιο πολλά της προπολεμικής περιόδου) και τα 11 απ' αυτά είναι παιγμένα με την κιθάρα μου. Ήθελα να αφήσω κάποιες σύγχρονες εκτελέσεις με την υποκειμενική μου αισθητική για το ρεμπέτικο. Άλλωστε νομίζω ότι το δικαιούμαι μετά από τόσα χρόνια ενασχόλησης με το είδος.

Τι άλλο έχεις βάλει στόχο να κάνεις;

Σκέφτομαι να γράψω καινούρια λαϊκά τραγούδια και είμαι σε αναζήτηση στίχων. Επίσης μέσα στους στόχους είναι να ηχογραφήσω δημοτικά τραγούδια.

Νιώθεις καταξιωμένος καλλιτεχνικά αλλά και οικονομικά;

Έχω εισπράξει πάρα πολλή αγάπη από τους ανθρώπους, αλλά αυτό δεν αντικατοπτρίζεται και στα οικονομικά μου.

Πονάει σήμερα το ελληνικό τραγούδι; Ποια η γνώμη σου;

Βρίσκεται σε παρακμή και τα περισσότερα εμπορικά σουξέ έχουν διάρκεια 6 μηνών και μετά χάνονται διαπαντός. Κι αυτό γιατί δεν είναι ζυμωμένα με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.

Τι σε ενοχλεί στην δουλειά σου και θέλεις να αλλάξει;

Μ' αρέσει η δουλειά μου, αλλά ούτε η δισκογραφία ούτε και η νυχτερινή εργασία αποφέρει χρήματα. Δουλεύουμε μια φορά την εβδομάδα.

Πως φαντάζεσαι το καλλιτέχνη Δημήτρη Κοντογιάννη μετά από 10 χρόνια;

Αραχτό με επιλεγμένες και σπάνιες εμφανίσεις.

Δυο τραγούδια σου τα αγαπάω περισσότερο, «τον Λέντζο», και «τα μέντιουμ». Υπάρχει κάποια μικρή ιστορία πίσω από αυτά;

Υπάρχει μια πραγματικά βιωματική ιστορία για το Λέντζο, που αφορά την ιδιωτική ζωή του Μανώλη Ρασούλη, αλλά και για τα Μέντιουμ, που δε θέλω να επεκταθώ, γιατί είναι μεγάλες ιστορίες. Ίσως μια άλλη φορά.