Το θεσμικό ζήτημα του τρόπου επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης υπό το πρίσμα της Συνταγματικής Αναθεώρησης επαναφέρει με ανακοίνωσή της η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Η δικαστική ένωση επισημαίνει την ανάγκη για τη συμμετοχή των ίδιων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών στο στάδιο της προεπιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «είναι ένα ώριμο αίτημα τόσο του ίδιου του Δικαστικού Σώματος, του συνόλου σχεδόν των πολιτικών κομμάτων της Χώρας, όσο και της κοινωνίας, που ζητά την πλήρη χειραφέτηση της Δικαιοσύνης από την Κυβέρνηση».

Ωστόσο από την ίδια ανακοίνωση προκύπτουν και διαφορετικές προσεγγίσεις, μεταξύ δικαστών και εισαγγελέων με αφορμή την έναρξη της διαδικασίας για την επιλογή νέου εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων με ανακοίνωσή της αναφέρει πως «τη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου υπηρέτησαν επάξια στο παρελθόν τόσο δικαστικοί όσο και εισαγγελικοί λειτουργοί. Αποκλεισμοί a priori μιας κατηγορίας συναδέλφων δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, αντιστρατεύονται άμεσα την ίδια την συνταγματική επιταγή του άρθρου 90 παρ. 5 και στενεύουν ανεπίτρεπτα  τον κύκλο των προς επιλογή προσώπων».

Αναλυτικά ολόκληρη η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων έχει ως εξής: «Με πράξεις Υπουργικού Συμβουλίου και κατόπιν εισήγησης του Υπουργού Δικαιοσύνης ξεκίνησε η προβλεπόμενη διαδικασία προεπιλογής δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών για τις θέσεις του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Σταθερή θέση της Ένωσης, η οποία αποτυπώθηκε και ως θέση της συντριπτικής πλειοψηφίας του Σώματος κατά τη διαδικασία της Γενικής Συνέλευσης του περασμένου Δεκεμβρίου για την συνταγματική αναθεώρηση, είναι η συμμετοχή των ίδιων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών στο στάδιο της προεπιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Είναι ένα ώριμο αίτημα τόσο του ίδιου του Δικαστικού Σώματος, του συνόλου σχεδόν των πολιτικών κομμάτων της Χώρας, όσο και της κοινωνίας, που ζητά την πλήρη χειραφέτηση της Δικαιοσύνης από την Κυβέρνηση.

Στο ισχύον καθεστώς οι κορυφαίες θέσεις της Δικαιοσύνης δεν αποτελούν θέμα «γοήτρου» ούτε απονέμονται ως «υπηρεσιακή κορύφωση» μιας πολυετούς θητείας. Θεωρούμε επίσης εντελώς λανθασμένη και απαρχαιωμένη κάθε εκτίμηση που μπαίνει σε μια βάση διάκρισης δικαστών και εισαγγελέων ως προς την προτεραιότητα για την τοποθέτηση στη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Μοναδικό κριτήριο επιλογής είναι η ικανότητα, τα προσόντα, το σθένος και η δυνατότητα να ανταποκριθεί κάποιος επάξια στον ρόλο που του εμπιστεύεται η Πολιτεία. Τη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου υπηρέτησαν επάξια στο παρελθόν τόσο δικαστικοί όσο και εισαγγελικοί λειτουργοί. Αποκλεισμοί a priori μιας κατηγορίας συναδέλφων δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, αντιστρατεύονται άμεσα την ίδια την συνταγματική επιταγή του άρθρου 90 παρ. 5 και στενεύουν ανεπίτρεπτα  τον κύκλο των προς επιλογή προσώπων».

Οι εισαγγελείς

Στη χθεσινή ανακοίνωσή τους, στην οποία απάντησαν οι δικαστές, οι εισαγγελείς αναφέρουν:

«Ενόψει της επικείμενης προαγωγής στη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος διακηρύσσει σθεναρά ότι η πλήρωσή της επιβάλλεται να γίνει, ως τείνει να παγιωθεί, με επιλογή από τους υπηρετούντες Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, λόγω της αυτοτέλειας και της θεσμικής ανεξαρτησίας του Εισαγγελικού Θεσμού στην οργάνωση και λειτουργία της Πολιτείας, αλλά και του διακριτού ρόλου του κλάδου στην απονομή της Δικαιοσύνης.

Η τυχόν προτίμηση της από το Σύνταγμα διαζευκτικής επιλογής για τη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου από τα μέλη του Αρείου Πάγου, πλήττει καίρια την ομοίως συνταγματικά κατοχυρωμένη πλήρη ισοτιμία μεταξύ Δικαστικών και Εισαγγελικών λειτουργών αλλά και το εισαγγελικό γόητρο, καθώς η προαγωγή στην εν λόγω θέση αποτελεί τη θεμιτή υπηρεσιακή κορύφωση κάθε Εισαγγελικού λειτουργού και ιδίως των αξίων για την πλήρωσή της Αντεισαγγελέων Αρείου Πάγου.»