Δεν απαλλάσσονται από το φόρο τα εισοδήματα της Εκκλησίας της Ελλάδος από την εκμίσθωση των αστικών ακινήτων της. Αυτό έκρινε το Β τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με τρεις αποφάσεις του, απορρίπτωντας τις σχετικές πρόσφυγες της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Ειδικότερα με τις πρόσφυγες ζητειτο να ανακαλέσει μερικώς, λόγω πλάνης, ο προϊστάμενος της Α΄ Δ.Ο.Υ. Αθηνών τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών 2011-2013 (διαχειριστικά έτη 2010-2012), που την υποχρέωναν να καταβάλλει συνολικό φόρο ύψους 18 εκατ. ευρώ περίπου.Ακόμη, ζητούσε να αναγνωριστεί ότι το ακαθάριστο εισόδημα που δηλώθηκε από την εκμίσθωση των 164 αστικών ακινήτων της απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος και ότι πρέπει για το λόγο αυτό να τις επιστραφεί το ποσό των 2,9 εκ. ευρώ περίπου ως αχρεωστήτως καταβληθείς φόρος εισοδήματος.

Το Β΄ Τμήμα του ΣτΕ με τις υπ΄ αριθμ. 1731-1733/2018 αποφάσεις του (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Μαίρη Σάρπ και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Ευαγγελία Νίκα) απέρριψε τις αιτήσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και παράλληλα επικύρωσε αντίστοιχες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι η απαλλαγή από το φόρο που προβλεπόταν από το έτος 1952 με το Νομοθετικό Διάταγμα 2185/1952 για τα νομικά πρόσωπα καταργήθηκε το 1971 με το Νομοθετικό Διάταγμα 1077/1971.

Συνεπώς, συνεχίζει το ΣτΕ, «έκτοτε η Εκκλησία της Ελλάδος ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου μη κερδοσκοπικού σκοπού, κατά τα άρθρα 99, 101 και 109 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.) υπόκειται σε φόρο εισοδήματος για τα εισοδήματα από τα παραχωρηθείσα σ΄ αυτήν δυνάμει της σύμβασης του 1952 αστικά ακίνητα.