Για πρώτη φορά την ελληνική Δικαιοσύνη απασχολεί το ζήτημα το ποιο επώνυμο θα λάβει και αν μπορεί να καταχωρηθεί σε Ληξιαρχείο της Ελλάδας το πρώτο παιδί το οποίο γεννήθηκε από Ελληνίδα μητέρα ομόφυλου ζευγαριού που τεκνοποίησε με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή στην Ισπανία. Το Συμβούλιο της Επικρατείας με απόφαση του δήλωσε αναρμοδιο να κρίνει το ζήτημα και παρέπεμψε την υπόθεση στα Πολιτικά Δικαστήρια.

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, τον Οκτώβριο του 2013 στην Αγγλία δύο Ελληνίδες, μόνιμοι κάτοικοι της Αττικής, η Δ. και η Α., παντρεύτηκαν σύμφωνα με το Βρετανικό δίκαιου, ενώ τον Ιούνιο του 2015, η Α. με τη συγκατάθεση της Δ. υποβλήθηκε στη Βαρκελώνη σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με τη συμμετοχή τράπεζας σπέρματος. Στην Ισπανία, ως γονέας του παιδιού που θα γεννιόνταν από την Α. δηλώθηκε η Δ. και μετά από 9 μήνες, το Μάρτιο του 2016, η Α. γέννησε ένα αγοράκι, σήμερα 2 ετών.

Στην συνέχεια, το παιδί δηλώθηκε σε Ληξιαρχείο του Λονδίνου με το επώνυμο της Δ. και με μητέρα την Α. Ως γονέας του παιδιού καταγράφηκε η Δ. κάτι που βεβαιώνει και η αναπληρώτρια ληξίαρχος του Λονδίνου, η οποία μάλιστα στη βεβαίωση επικαλείται και τη σύμβαση της Χάγης, ενώ το 2016, οι ίδιες σύναψαν στην Ελλάδα σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, το οποίο καταχωρήθηκε σε Ληξιαρχείο της Αττικής.Το ζευγάρι επιχείρησε να δηλώσει το παιδί στο Ληξιαρχείο της περιοχής που διέμενε μόνιμα στην περιοχή της Αττικής.

Όμως, έλαβαν την απάντηση ότι δεν μπορεί να καταχωρηθεί η ληξιαρχική πράξη γέννησης του Ηνωμένου Βασιλείου στα Ελληνικά Ληξιαρχεία.Η υπόθεση συζητήθηκε πριν από ένα περίπου στο Δ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Χρήστο Ράμμο και εισηγήτρια την σύμβουλο Επικρατείας Όλγα Παπαδοπούλου, μετά από αίτηση του ανήλικου παιδιού που κατατέθηκε από την Α. και την Δ.

Οι δύο δικηγόροι του ζεύγους, Βασίλης Χειρδάρης και Νικόλαος Πινάτσης, υποστήριξαν ότι η άρνηση εγγραφής του παιδιού από τον ληξίαρχο στην Ελλάδα καθιστά ανύπαρκτη την υπόσταση του παιδιού, το οποίο δεν μπορεί να αναγνωριστεί. Την ίδια στιγμή παραβιάζεται η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διεθνής σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, το Σύνταγμα, ενώ παρεμποδίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., κάτι που έχει κατοχυρωθεί νομοθετικά.

Τελικά, το ΣτΕ εξέδωσε την υπ΄ αριθμ. 1084/2018 απόφασή του με την οποία έκρινε ότι είναι αναρμόδιο να επιληφθεί της υπόθεσης και ότι για το επίμαχο θέμα αρμόδια είναι τα Πολιτικά Δικαστήρια.Συγκεκριμένα, το ΣτΕ έκρινε ότι σύμφωνα με το νόμο 344/1976 περί ληξιαρχικών πράξεων και τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας οι αμφισβητήσεις περί νομιμότητας ή ορθότητας ληξιαρχικών πράξεων και οι αμφισβητήσεις που αφορούν την άρνηση του ληξιάρχου και την άρνησή του να καταχωρήσει ληξιαρχική πράξη Ελλήνων πολιτών που έχουν συνταχθεί στην αλλοδαπή, επιλύονται από τα Πολιτικά Δικαστήρια.