Η μοιχεία, είναι σχεδόν όσο παλιά όσο ο θεσμός του γάμου και της οικογένειας. Η παραβίαση της συζυγικής πίστης με συνουσία από έναν έγγαμο, είναι νομική παράβαση και στο παρελθόν είχε ποινική δίωξη. Μπορεί βέβαια στο νέο ελληνικό κράτος να ήταν πλημμέλημα και να τιμωρούνταν με φυλάκιση ενός έτους μέχρι τις 24 Ιουλίου του 1982, όμως στο παρελθόν υπήρξαν πολύ χειρότερες τιμωρίες για την μοιχεία.

Τον 18ο αιώνα π.Χ. στην Βαβυλώνα, η μοιχεία τιμωρούνταν με θάνατο και μάλιστα με πνιγμό. Στην Αρχαία Ελλάδα και στην Αρχαία Ρώμη, η μοιχαλίδα μπορούσε να τιμωρηθεί και με θάνατο, ενώ για τους άντρες η τιμωρία ήταν πολύ πιο ήπια.

Με την εμφάνιση των μονοθεϊστικών θρησκειών και κοινωνιών, τα πράγματα δεν άλλαξαν πολύ. Ο Χριστιανισμός καταδικάζει την μοιχεία, που η απαγόρευσή της είναι μάλιστα μια από τις Δέκα Εντολές. Το ίδιο περίπου κάνουν και ο Ιουδαϊσμός και ο Ισλαμισμός, με τους Ινδουιστές να είναι πολύ πιο ανεκτικοί. Σήμερα στις δυτικές κοινωνίες, η μοιχεία αποτελεί λόγο διαζυγίου. Σε ορισμένες μουσουλμανικές, τιμωρείται ακόμα και με θάνατο, ειδικά για τις γυναίκες.

Πάντως στην χώρα, ήταν ποινικό αδίκημα από την σύσταση του ελληνικού κράτους μέχρι και το 1982, όταν η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου ψήφισε την άρση της ποινικής δίωξης στις 24 Ιουλίου.

Ο Νέος Ποινικός Κώδικας του 1951, διατήρησε την μοιχεία ως ποινικό αδίκημα. Ήταν μάλιστα πλημμέλημα και τιμωρούνταν με φυλάκιση ενός έτους, ενώ το έγκλημα διώκονταν μόνο ύστερα από καταγγελία του/της συζύγου. Όμως για να ισχύσει η ποινή η δράστες θα έπρεπε να συλληφθούν επ΄ αυτοφώρω την ώρα της πράξης.

Η Εκκλησία της Ελλάδας αντέδρασε με την αποποινικοποίηση της, λέγοντας ότι ότι «η αποποινικοποίηση της μοιχείας θα κλονίσει τα θεμέλια της οικογένειας και του γάμου». Η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου όμως δεν έκανε πίσω, Πλέον, η μοιχεία έχει πάψει να αποτελεί και λόγο διαζυγίου στο αστικό δίκαιο. Μπορεί να φέρει την λύση του γάμου, μόνο αν κριθεί ότι από αυτή έχουν διαταραχθεί τόσο σοβαρά οι συζυγικές σχέσεις, ώστε ο γάμος να έχει γίνει αφόρητος για τον ενάγοντα.