Την άμεση πραγματοποίηση αυτοψίας στις νέες, σημαντικές βυζαντινές αρχαιότητες που ανακαλύφθηκαν στις δυο εισόδους του σταθμού «Αγία Σοφία», στο πλαίσιο των εργασιών για την κατασκευή του Μετρό Θεσσαλονίκης, αποφάσισαν τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ).

«Προκειμένου να συζητήσουμε καλύτερα το θέμα, είναι σημαντικό να προχωρήσουμε σε αυτοψία, κατά την οποία μπορεί να γίνει και επιτόπου συζήτηση με την Αττικό Μετρό, που δεν έχει ακόμα καταθέσει τη μελέτη διαμόρφωσης των δυο εισόδων του σταθμού, ενώ και η Εφορεία Αρχαιοτήτων θα μπορεί να πει την άποψή της», ανέφερε στο ΚΑΣ η γγ του ΥΠΠΟΑ, Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, τονίζοντας την αναγκαιότητα της επιτόπου παρουσίας της Ολομέλειας του Συμβουλίου, η οποία αποφασίστηκε να γίνει την Παρασκευή, 17 Μαρτίου.

Στη συζήτηση επισημάνθηκαν για άλλη μια φορά οι αγώνες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, που πριν ακόμα αρχίσει το έργο της κατασκευής του Μετρό στην πόλη, είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις της για τη χάραξη του έργου, το οποίο θα περνούσε, όπως και έγινε, μέσα από την καρδιά της βυζαντινής Θεσσαλονίκης (το γεγονός τονίστηκε και σε σημείωμα του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, που αναγνώστηκε στη συνεδρίαση).



«Διαχειριζόμαστε πολύ δύσκολα θέματα στο Μετρό Θεσσαλονίκης. Με τον σταθμό “Βενιζέλου” καταφέραμε να διατηρήσουμε τις αρχαιότητες στο κύριο σώμα του σταθμού. Εδώ (σσ στον σταθμό “Αγία Σοφία”), έχουν αφαιρεθεί από το κύριο σώμα. Οι πολύ σημαντικές αρχαιότητες είναι στις κύριες εισόδους που πρέπει να δούμε πώς θα διασωθούν, αλλά και με ποιο τρόπο η ζωή των κατοίκων στη Θεσσαλονίκη να μην διαταραχθεί. Είναι ένα δύσκολο θέμα, γι’ αυτό κανείς πρέπει να έχει επισκεφτεί τον χώρο», τόνισε η κ. Βλαζάκη.

Τί βρέθηκε λοιπόν στη νότια και βόρεια είσοδο του σταθμού της Αγίας Σοφίας; Όπως παρουσιάστηκε στη συνεδρίαση από τις αρμόδιες διευθύνσεις, πρόκειται για τα υπολείμματα δυο πλακόστρωτων ημικυκλικών πλατειών του 6ου αι μΧ, περικλειόμενες από ημικυκλικές στοές, όπου πιθανότατα λειτουργούσαν καταστήματα και εργαστήρια. Πιο συγκεκριμένα, στη νότια πλευρά (εκτός από υπολείμματα οικοδομημάτων του 19ου αιώνα), εντοπίστηκαν, μεταξύ άλλων, τμήμα μαρμαρόστρωτης πλατείας (μέγιστης σωζόμενης έκτασης περίπου 180 τμ) στρωμένης με ορθογώνιες πλάκες διαφόρων μεγεθών, τμήμα στοάς, έκτασης 27,5 μ, καθώς και τμήμα καμπύλου στυλοβάτη (αποκαλύφθηκε σε μέγιστο μήκος 14,20 μ. και σωζόμενο ύψος 10 εκ.), που έφερε κίονες πάνω σε βάσεις με βάθρο. Δυο πεσμένοι αράβδωτοι μονολιθικοί πεσσοί από θεσσαλικό μάρμαρο και βάθρα με συμφυή βάση κίονα (in situ εντοπίστηκαν μια βάση κίονα κι ένα βάθρο), καθώς και θραύσματα ψηφιδωτών που υποδηλώνουν τον πολυτελή διάκοσμο των τόξων της στοάς, συμπληρώνουν την εικόνα. Ένα στρώμα καταστροφής του 8ου ή 9ου αιώνα κάλυπτε σχεδόν όλη την επιφάνεια της μαρμαρόστρωτης πλατείας, ενώ εικάζεται ότι η όλη διαμόρφωση ήταν σε χρήση τουλάχιστον από την πρώιμη βυζαντινή περίοδο.



Στη βόρεια είσοδο τα ευρήματα ήταν ανάλογα. Εκτός από τμήματα της μαρμαρόστρωτης πλατείας, της στοάς και του στυλοβάτη, βρέθηκαν επίσης μεσοβυζαντινές τοιχοποιίες, πλίνθινα τοξωτά ανοίγματα στο ανατολικό πέρας του καμπύλου στυλοβάτη και του τοίχου της ημικλυκλικής στοάς, από τα οποία διέρχονταν κτιστοί αγωγοί, ο βόρειος στυλοβάτης του Decumanus Maximus, της κεντρικής ρωμαϊκής λεωφόρου, καταστήματα, ένα οικοδόμημα, πιθανόν κρηναίο, τμήμα ψηφιδωτού, μια κλίμακα δυο σκαλοπατιών από μαρμάρινες πλάκες σε δεύτερη χρήση και τα κατάλοιπα ενός μονόχωρου ναϋδρίου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η γενική διευθύντρια αρχαιοτήτων και πολιτιστικής κληρονομιάς του υπουργείου Πολιτισμού, Ελένη Κόρκα, που βρέθηκε χτες στην περιοχή των ευρημάτων, τα χαρακτήρισε «καταπληκτικά» και την εμπειρία της «φοβερή».
«Ήταν πραγματικά μια φοβερή εμπειρία να δει κανείς τα καταπληκτικά αυτά αρχαία. Σου δίνει μια τελείως διαφορετική εικόνα της Θεσσαλονίκης, που δεν έχουμε δει ούτε σε άλλες πόλεις, ούτε στους άλλους σταθμούς.



Αναμφίβολα αξίζει μια αυτοψία», επισήμανε την ανάγκη μιας σωστής εισήγησης της Αρχαιολογικής και της τοπικής Υπηρεσίας, σημειώνοντας ωστόσο ότι το θέμα ήρθε λίγο εσπευσμένα, «καθώς μόλις χτες ήταν ακόμα σε πλήρη ανάπτυξη το εργοτάξιο και στους δυο χώρους». Πληροφόρησε επίσης, ότι μόλις τώρα βρέθηκε ένα ψηφιδωτό εκπληκτικής τέχνης, ίσως του 5ου ή των αρχών του 4ου αιώνα.
Το νέο μνημειακό σύνολο, που εντοπίστηκε στη διασταύρωση της κεντρικής ρωμαϊκής λεωφόρου Decumanus Maximus με τον δρόμο cardo, βρίσκεται πάνω στον άξονα δύο σημαντικών παλαιοχριστιανικών μνημείων, της Βασιλικής της Αχειροποιήτου και της επισκοπικής Βασιλικής, στη θέση του ναού της Αγίας Σοφίας.