Διχάζει δικαστές και εισαγγελείς η έκδοση ή μη των οκτώ Τούρκων αξιωματικών, με τις ανατροπές να διαδέχονται η μία την άλλη. Ενώ η πρώτη απόφαση για τα πρόσωπα τριών εκζητουμένων ήταν απορριπτική από την πλευρά του εισαγγελέα και του συμβουλίου στο αίτημα της Τουρκίας, λίγες ώρες αργότερα έγινε γνωστό ότι η Εισαγγελία Εφετών μελετά το ενδεχόμενο της άσκησης έφεσης και της παραπομπής του θέματος στον Αρειο Πάγο.

«Μια τέτοια απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί από τον πρώτο βαθμό», έλεγαν εισαγγελικές πηγές, κρίνοντας ότι ένα τέτοιο θέμα μείζονος δικαστικής, αλλά και πολιτικής σημασίας πρέπει να οδηγηθεί σε οριστική κρίση από το ανώτατο δικαστήριο. Μία ημέρα αργότερα, το δεύτερο συμβούλιο, υπό διαφορετική σύνθεση, είχε την άποψη ότι η δεύτερη «παρτίδα» αξιωματικών πρέπει να εκδοθεί στην Τουρκία, παρά την αντίθετη εισήγηση της εισαγγελέως. «Δεν τηρήθηκαν οι διεθνείς συνθήκες», ανέφερε στο έγγραφο της έφεσής του ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών, Α. Λιόγας, παραπέμποντας την «καυτή πατάτα» στο Β’ Τμήμα του Αρείου Πάγου, το οποίο, σύμφωνα με τον νόμο, πρέπει μέσα σε οκτώ ημέρες να συνεδριάσει για το θέμα. Δύο ημέρες μετά, ένα τρίτο δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι οι τελευταίοι δύο Τούρκοι αξιωματικοί δεν πρέπει να εκδοθούν στη γειτονική χώρα. «Σας ευχαριστούμε για την απόφαση.

Η Ελλάδα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Για αυτό ήρθαμε στην Ελλάδα», ήταν η απάντηση των οκτώ, σε μια προσπάθεια να αγγίξουν τις καρδιές των πολιτών, αλλά και των αρεοπαγιτών που καλούνται να κρίνουν την τύχη τους. «Αν εκδοθούμε, κινδυνεύουν οι ζωές μας και η αξιοπρέπειά μας. Στην Τουρκία έχουμε γίνει στόχος», λένε στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» οι οκτώ, υποστηρίζοντας ότι ο τρόπος που απέδρασαν και το γεγονός ότι δεν έχουν εκδοθεί ακόμη έχει γίνει μεγάλο θέμα στη χώρα τους. «Τι θα απογίνουν οι οικογένειές σας, εάν εσείς τελικά παραμείνετε στην Ελλάδα;», τους ρώτησε μία εκ των συνέδρων στην τελευταία διαδικασία. «Δεν γνωρίζουμε», απάντησαν. «Η γυναίκα μου όμως», είπε ο Οκάν, «δεν λέει ότι είμαι σύζυγός της, γιατί θα χάσει τη δουλειά της. Φοβάμαι να γυρίσω. Είδα στο Διαδίκτυο αποκεφαλισμούς. Θα υποστώ φρικτά βασανιστήρια».

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Αξιωματικοί με σπουδές, πειθαρχία, οπαδοί του κεμαλισμού, με οικογένειες και παιδιά είναι οι οκτώ που έφθασαν στη χώρα μας στις 15 Ιουλίου, με ένα ελικόπτερο, για να αποφύγουν, όπως λένε, τα χειρότερα στη χώρα τους. Κατηγορούνται ότι προσπάθησαν να σκοτώσουν τον Ερντογάν, να καταλύσουν το πολίτευμα, αλλά και για την κλοπή του στρατιωτικού ελικοπτέρου. «Εμείς βρισκόμασταν στην Κωνσταντινούπολη και ο Ερντογάν στη Μαρμαρίδα, 700 χιλιόμετρα μακριά. Δεν συμμετείχαμε στο πραξικόπημα. Αυτό μπορεί να φανεί και από τα τηλέφωνά μας. Ημασταν στην Πόλη όταν δεχθήκαμε τηλεφώνημα να πετάξουμε το ελικόπτερο για να σώσουμε τραυματίες. Η πληροφορία ήταν ότι υπήρχε επίθεση του ISIS και κάποιοι είχαν τραυματιστεί. Οταν προσγειωθήκαμε, άρχισαν να μας πυροβολούν. Ηταν αστυνομικοί. Το ελικόπτερο είχε δώδεκα σφαίρες. Το σηκώσαμε και φύγαμε και πήγαμε στην ασιατική πλευρά της Τουρκίας, σε μια δασώδη περιοχή. Εκεί προσπαθήσαμε να επικοινωνήσουμε με τους διοικητές μας, αλλά δεν βρήκαμε κανέναν. Ανοίξαμε το Διαδίκτυο και είδαμε τι γινόταν με το πραξικόπημα. Δεν είχαμε μαζί μας ούτε όπλα, ούτε τίποτα. Φορούσαμε τις στολές μας, ήμασταν υποψήφιοι πραξικοπηματίες. Φοβηθήκαμε. Δεν σκεφτήκαμε να πάμε ούτε στη Βουλγαρία, ούτε στη Ρουμανία.

Γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα είναι χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ετσι, πήραμε την απόφαση να έρθουμε εδώ», λένε στα «Π», εκφράζοντας την αγωνία τους για την επόμενη ημέρα. Τους ρωτήσαμε τι συμβαίνει τώρα με τις οικογένειές τους. Υποστηρίζουν ότι είναι υπό δίωξη. Εχουν απολυθεί από τις δουλειές τους, έχουν δεσμευθεί οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί, ενώ οι γνωστοί δεν τους μιλούν στον δρόμο, γιατί φοβούνται ότι θα στιγματιστούν. Μάλιστα, τους έδιωξαν από τα σπίτια όπου έμεναν, αφού τους τα έδινε ο Στρατός. Στην Τουρκία οι ίδιοι δεν έχουν καμία τύχη, λένε...

Οι καβγάδες, οι αμανέδες και τα τσιμεντένια κρεβάτια

Στο κρατητήριο του Αστυνομικού Τμήματος του Ολυμπιακού Xωριού ο Αχμέτ Γκιουζέλ, ο Γκενζάι Μπογιούκ και ο Μπιλάλ Κουρουγκιούλ πανηγύριζαν το βράδυ της Δευτέρας μετά την απόφαση του δικαστηρίου να μην εκδοθούν στην Τουρκία, ενώ τα τηλέφωνα «πήραν φωτιά» για να μεταφέρουν τα ευχάριστα νέα στις οικογένειές τους.

Την επόμενη ημέρα όμως το κλίμα άλλαξε δραματικά, αφού η αντίθετη απόφαση για τους επόμενους τρεις αξιωματικούς, τον Αμπντουλάχ Γετίκ, τον Σουλεϊμάν Οσκάιναντσι και τον Φερουντούν Τσοπάν, έφερε τη διχόνοια στον χώρο κράτησης. Οι καβγάδες ήταν αναπόφευκτοι, αφού οι ισχυρισμοί ορισμένων ενώπιον των δικαστών κρίθηκε ότι εκθέτουν τους υπολοίπους, που τα είχαν πάει καλύτερα στις απολογίες τους, και πλέον έχουν γίνει από... δυο χωριά.

Η απόφαση να το σκάσουν την επομένη της απόπειρας πραξικοπήματος, στις 16 Ιουλίου, ήταν κοινή, αφού, όπως υποστηρίζουν, «κινδύνευε η ζωή τους», ωστόσο το γεγονός ότι είχαν διαφορετικούς βαθμούς στο στράτευμα και διαφορετικούς ρόλους διαφοροποιεί και τις ευθύνες τους. Μέχρι σήμερα αρνούνται πεισματικά ότι συμμετείχαν στην απόπειρα ανατροπής και δολοφονίας του Τ. Ερντογάν, παρά τις βαριές κατηγορίες που περιλαμβάνονται στο τουρκικό αίτημα έκδοσης. Φοβισμένοι μετά τις εξελίξεις έφτασαν στο δικαστήριο οι δύο τελευταίοι αξιωματικοί, ο Οούρ Ουτσάν και ο Μεσούντ Φιράτ. Σε αυτούς που αποφασίστηκε να εκδοθούν περιλαμβάνονται οι δύο πιλότοι που οδήγησαν το ελικόπτερο μέχρι την Αλεξανδρούπολη, με σκοπό όλοι οι επιβαίνοντες να ζητήσουν πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα.

Πρόκειται για τον πλέον λιγομίλητο της παρέας και κλεισμένο συνήθως στον εαυτό του, Σουλεϊμάν Oσκάινατσι, και τον εξωστρεφή Αμπντουλάχ Γετίκ, ο οποίος ταξίδευε συχνά στην Ευρώπη για υπηρεσιακούς λόγους και μιλάει πολύ καλά αγγλικά.

ΑΜΑΝΕΔΕΣ

Στα αγγλικά συνεννοούνται μαζί τους και οι αστυνομικοί στο Ολυμπιακό Χωριό, που, όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι Τούρκοι κρατούμενοι, τους φέρονται άψογα.

Το συσσίτιο έρχεται στις 2 το μεσημέρι και ξανά νωρίς το βράδυ, ενώ για το πρωινό φροντίζουν με δικά τους έξοδα. Στον χώρο κράτησης συναντούν τη δικηγόρο τους, Σταυρούλα Τομαρά, η οποία αποτελεί στην ουσία τον μόνο σύνδεσμό τους με τον έξω κόσμο. «Μου έσωσες τη ζωή», ακούστηκε να της λέει ο ένας από τους Τούρκους στο δικαστήριο, όταν ανακοινώθηκε η απόφαση να μην εκδοθεί και πριν ασκηθεί η έφεση. Οι αστυνομικοί ακούν συχνά αμανέδες από το κελί των αξιωματικών, αφού έχουν βρει τρόπο να ακούνε τουρκική μουσική, για να κυλάνε πιο εύκολα οι ώρες.

Μέχρι πριν από λίγες ημέρες, οι έξι πιλότοι και οι δύο μηχανικοί που κρατούνται από τον Ιούλιο ήλπιζαν να αφεθούν ελεύθεροι. Κάποιοι από αυτούς ήθελαν να ζήσουν στην Αθήνα, με την ελπίδα ότι οι γυναίκες και τα παιδιά τους θα κατάφερναν να περάσουν τα σύνορα στο μέλλον, αφού τους έχουν αφαιρεθεί τα ταξιδιωτικά έγγραφα. Κάποιοι όμως είχαν μεγαλύτερα όνειρα και σχεδίαζαν να ζήσουν στη Βόρεια Ευρώπη, ακόμα και στην Αμερική.

Πλέον, το κλίμα στο μικρό κελί με τα τσιμεντένια κρεβάτια είναι βαρύ, αφού οι δικαστικές εξελίξεις τρέχουν και είναι θέμα ημερών να κριθεί η τύχη τους. Στο μεταξύ, την Πέμπτη το Συμβούλιο Εφετών αποφάσισε να μην εκδοθούν στην Τουρκία οι δύο τελευταίοι από τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς, εκδίδοντας απόφαση σύμφωνη με την πρόταση του εισαγγελέως Εφετών Γεωργίου Βούλγαρου, που είχε ταχθεί υπέρ της απόρριψης του αιτήματος των τουρκικών Αρχών. Μετά και την εξέλιξη αυτή, την τρίτη κατά σειρά απόφαση που εκδόθηκε από το Συμβούλιο Εφετών, η υπόθεση των αιτημάτων των τουρκικών Αρχών για έκδοση εξελίσσεται σε θρίλερ, καθώς δύο αποφάσεις έχουν ταχθεί υπέρ της άποψης να μην εκδοθούν συνολικά οι πέντε από τους οκτώ, ενώ για τρεις έχει αποφασιστεί το αντίθετο. Παράλληλα, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών, Αντώνιος Λιόγας, έχει ασκήσει έφεση, όπως και οι τρεις που έχασαν τη δίκη, και ο Αρειος Πάγος αναμένεται να κρίνει αμετάκλητα για την τύχη τους.

«Κινδυνεύει η ζωή τους αν φύγουν»

 «Κινδυνεύει η ζωή τους αν φύγουν» Οι νομικοί παραστάτες των οκτώ υποστηρίζουν ότι το αίτημα της Τουρκίας για έκδοσή τους είναι αόριστο, γεγονός που υποστήριξε και η εισαγγελέας Ε. Καπαγιάννη. Αν και έγιναν διευκρινίσεις από την τουρκική πλευρά στα ερωτήματα που έθεσε η Ελλάδα, εντούτοις και πάλι αυτά δεν απαντήθηκαν. «Οι κατηγορίες σε βάρος των οκτώ δεν είναι συγκεκριμένες», υποστήριξε στην πρότασή της η εισαγγελέας, «ο κάθε κατηγορούμενος πρέπει να γνωρίζει ακριβώς γιατί κατηγορείται». Ολοι οι εισαγγελικοί λειτουργοί στάθηκαν, όμως, και στα προβλήματα δημοκρατίας που αντιμετωπίζει η Τουρκία, υποστηρίζοντας ότι δεν θα έχουν μια δίκαιη δίκη, εάν τελικά εκδοθούν. «Ακούμε ότι τους τελευταίους μήνες απολύθηκαν 3.000 δικαστές και εισαγγελείς και αντικαταστάθηκαν με άλλους. Πού θα τους δώσουμε αυτούς τους ανθρώπους;», αναρωτήθηκε ο εισαγγελέας Γ. Βούλγαρης και κάλεσε τους συναδέλφους του να θυμηθούν τον Τερτσέτη και τον Πολυζωίδη, που πέρασαν από τα έδρανα της Δικαιοσύνης χωρίς να πάνε με το ρεύμα, αλλά ακολουθώντας αυτό που όριζε η συνείδησή τους. «Αυτό σας καλώ και σας παρακαλώ να κάνετε», είπε ο εισαγγελέας. «Απορρίψετε το αίτημα της Τουρκίας».