Η συμφωνία στο Παρίσι αποτελεί μια μοναδική στιγμή στην ιστορία. Για πρώτη φορά επετεύχθη μια αληθινά παγκόσμια συμφωνία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η οποία πλέον αναγνωρίζεται από την πλειοψηφία των παγκοσμίων ηγετών ως η μεγαλύτερη πρόκληση του 21ου αιώνα, αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η περιβαλλοντική οργάνωση WWF. Αποτιμώντας τη σημασία της συμφωνίας για τη χώρα μας, ο υπεύθυνος ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής της WWF Νίκος Μάντζαρης επισημαίνει ότι «η Ελλάδα κάνει πολύ λιγότερα από αυτά που της αναλογούν στην παγκόσμια μάχη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Και συνεχίζει λέγοντας: «Παρά την πρωτόγνωρη οικονομική κρίση, οι εκπομπές μας ανά μονάδα ΑΕΠ, όπως επίσης και οι κατά κεφαλήν εκπομπές μας είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών κρατών του ΟΟΣΑ, ενώ η Ελλάδα έχει την 6η χειρότερη επίδοση στις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στην ΕΕ28 με βάση την πρόσφατη αναλυτική έκθεση της Eurostat. Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι η κατανάλωση ενέργειας, έχει μειωθεί κατά 22,6% λόγω της οικονομικής κρίσης».
 
«Βασικός υπεύθυνος για αυτή την κατάσταση είναι ο λιγνίτης ο οποίος ευθύνεται για παραπάνω από το 1/3 των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της χώρας, το 2ο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ πίσω μόνο από τη Βουλγαρία και διπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ28 (17%)» τονίζει, προσθέτοντας ότι «οι αλλαγές στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία καθιστούν το λιγνιτικό μοντέλο ηλεκτροπαραγωγής στη χώρα μας, πέρα από περιβαλλοντικά επιβλαβές και οικονομικά αδιέξοδο».
 
Σύμφωνα με τη WWF, μετά από αυτήν την ιστορική παγκόσμια συμφωνία-καταλύτη είναι βέβαιο ότι οι ήδη μεγάλες πιέσεις στον ελληνικό λιγνίτη θα γίνουν ακόμα ασφυκτικότερες. «Δεν είναι διόλου τυχαία η άρνηση του Επιτρόπου Ενέργειας Miguel Arias Canete στον Πάνο Σκουρλέτη για χορήγηση δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών στην ηλεκτροπαραγωγή, ελάχιστες μέρες πριν την έναρξη της 21ης Παγκόσμιας Συνδιάσκεψης για το Κλίμα. Χωρίς αυτά τα δικαιώματα οι πολυδιαφημισμένες επενδύσεις σε δύο νέες λιγνιτικές μονάδες (Πτολεμαΐδα 5 και Μελίτη 2) δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμες, όπως πλέον παραδέχεται και η ΔΕΗ», αναφέρει ο υπεύθυνος ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής της οργάνωσης.

Και συμπληρώνει: «με αυτά τα νέα καταιγιστικά δεδομένα, η κυβέρνηση, αντί να προσπαθεί να διατηρήσει στη ζωή ένα ενεργειακό μοντέλο που έχει πλέον χρεοκοπήσει οριστικά, πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσει ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί μια σπουδαία ευκαιρία για τη χώρα». Για τον κ. Μάντζαρη, «κυβέρνηση και ΔΕΗ πρέπει επειγόντως να εγκαταλείψουν τα σχέδια για νέες λιγνιτικές μονάδες και με τα χρήματα που θα εξοικονομηθούν να επενδύσουν σε ενεργειακές υποδομές που βασίζονται στις ΑΠΕ και την αποθήκευση ενέργειας. 'Αλλωστε καθαρές εναλλακτικές στην Πτολεμαΐδα 5 υπάρχουν, οι οποίες μάλιστα είναι και οικονομικά πιο συμφέρουσες».
Εκ μέρους της WWF, τονίζεται η αναγκαιότητα για την υλοποίηση ενός «σχεδίου για τη μετάβαση στη μεταλιγνιτική περίοδο στους 3 λιγνιτικούς νομούς (Κοζάνης, Φλώρινας και Αρκαδίας) που δεκαετίες τώρα καίγονται για να φωτίζεται η Ελλάδα. Χρήματα για αυτή τη μετάβαση υπάρχουν. Σύμφωνα με τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία, τα δημόσια έσοδα από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων εκπομπών που κατανέμονται στα Κράτη Μέλη θα πρέπει να διατίθενται και για τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε περιοχές που θα επηρεαστούν περισσότερο από τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα».
 
Τέλος, όσον αφορά την συνδιάσκεψη στο Παρίσι, η WWF αναφέρει ότι: «187 κράτη που εκπέμπουν τη συντριπτική πλειοψηφία των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως κατέθεσαν εθνικές συνεισφορές (INDCs) για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι αυτές οι δεσμεύσεις μας βάζουν σε τροχιά ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας 2,7οC. Παρόλα αυτά, τα κράτη, συνειδητοποιώντας την κρισιμότητα της κατάστασης, αποφάσισαν στο Παρίσι να θέσουν έναν ακόμα πιο φιλόδοξο στόχο για συγκράτηση της ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5 οC και μηδενισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο δεύτερο μισό του αιώνα. Ένας τέτοιος στόχος προφανώς σημαίνει δέσμευση των κρατών για δραστικότερες μειώσεις εκπομπών, μεγαλύτερο και ταχύτερο περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων, και αποφασιστική στροφή στις Ανανεώσιμες Πηγές και την Εξοικονόμηση Ενέργειας».