Πράσινο φως στην επιβολή απαγορευτικών μέτρων, όπως είναι η κατάσχεση κινητής περιουσίας και τραπεζικών λογαριασμών σε περίπτωση μη απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), δίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας.


Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου «κάθε φορά που η φορολογική αρχή διαπιστώνει φορολογικές παραβάσεις, από τις οποίες    προκύπτει ότι δεν έχει αποδοθεί συνολικά στο Δημόσιο ποσό πάνω από  150.000 ευρώ από  Φ.Π.Α.,  απαγορεύεται στις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες να  παραλαμβάνουν δηλώσεις ή να χορηγούν βεβαιώσεις ή πιστοποιητικά που ζητούνται από τον παραβάτη, για  την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων". 


Παράλληλα, αναστέλλεται το απόρρητο των καταθέσεων, των λογαριασμών, των κοινών λογαριασμών, των πάσης φύσεως επενδυτικών λογαριασμών, των συμβάσεων και πράξεων επί παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων και του περιεχομένου των θυρίδων του φορολογούμενου σε Τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα και δεσμεύεται το 50% των ποσών αυτών.


Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο στην απόφαση του Β΄ Τμήματος, αναφέρει ότι σε φορολογικό έλεγχο που έγινε σε γνωστή εταιρεία πώλησης κοσμημάτων και ωρολογίων της Θεσσαλονίκης διαπιστώθηκε ότι κατά διετία 1999 -2001 δεν αποδόθηκε ΦΠΑ ύψους 407.579 ευρώ. Στην συνέχεια, επιβλήθηκαν στην επίμαχη εταιρεία και στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλό της, τα προβλεπόμενα απαγορευτικά μέτρα, μεταξύ των οποίων ήταν η συντηρητική κατάσχεση όλης της κινητής περιουσίας (τραπεζικών λογαριασμών, κ.λπ.).


Τα μέλη της εταιρείας προσέφυγαν στα Διοικητικά Δικαστήρια της συμπρωτεύουσας όπου έχασαν την  μάχη και άσκησαν αναίρεση στο ΣτΕ.  Υποστηρίχθηκε από την πλευρά της εταιρείας ότι είναι αντισυνταγματική η συλλήβδην κατάσχεση της κινητής περιουσίας και  ότι δεν μπορεί ο πρόεδρος της εταιρείας να καταβάλει την μηνιαία διατροφή στα παιδιά του, ενώ παράλληλα αποκλείεται από τραπεζικές συναλλαγές και σταμάτησε την λειτουργία υποκαταστήματος.