H γυναίκα που προφυλακίστηκε για τη δολοφονία του βρέφους της στην Ημαθία περιγράφει το έγκλημα στην απολογία της από τη δική της οπτική γωνία και τα λόγια της σοκάρουν.


Ημαθία: Συγκλονίζει η απολογία - «Δεν ήταν το παιδί μου εκείνη την ώρα, αλλά κάτι άλλο»

«Πήρα τα παιδιά και πήγα σπίτι. Έβαλα τα κορίτσια να δουν τηλεόραση. Ο μικρός το προηγούμενο βράδυ δεν ηρεμούσε και κάτι άσχημο του συνέβαινε. Επειδή ήταν νηστικός, του ετοίμασα γάλα, αλλά δεν το έπινε. Προσπάθησα να το δώσω σιγά σιγά, αλλά δεν το έπινε. Τον πίεσα να το πιει. Το ήπιε τελικά, αλλά ήθελα να του δώσω κι’ άλλο. Ήρθαν και οι αδερφές του να δουν τι κάνει το παιδί. Τρόμαξαν, αλλά τους είπα ότι δεν είναι ο αδερφός σας, είναι βρικόλακας» είπε.

«Ξέρω ότι σκότωσα το παιδί μου, αλλά δεν ήταν το παιδί μου εκείνη την ώρα, αλλά κάτι άλλο. Έβλεπα ότι δεν έπινε το γάλα και άρχισα να γίνομαι βίαιη. Πίεσα με τα γόνατά μου την κοιλιά του. Δεν θυμάμαι να έκανα κάτι άλλο. Ντρέπομαι, θέλω να πεθάνω» πρόσθεσε.

Βιντεοσκόπησε το φονικό

Η 37χρονη αποκάλυψε ότι βιντεοσκόπησε τη στιγμή του φονικού προκειμένου να έχει, όπως είπε, αποδείξεις πως σκότωσε το βρικόλακα: «Πήρα το κινητό μου και τράβηξα ένα βίντεο για να υπάρχει το ντοκουμέντο ότι σκότωσα το βρικόλακα. Πήρα τηλέφωνο τον πατέρα μου και μετά την αδερφή μου για να έρθουν σπίτι να τους δείξω κάτι. Τους έλεγα “αν του δώσετε αίμα, θα γίνει καλά”. Μετά την πράξη μου ήταν σαν να λύθηκαν τα μάγια. Βασανίζομαι όλες αυτές τις ημέρες».

Επίσης, υποστήριξε πως οι γονείς της την καταπίεζαν, αν και όπως έχει γίνει γνωστό μετά το έγκλημα, ήταν οι μοναδικοί άνθρωποι που με αυτοθυσία προσπαθούσαν να βοηθήσουν στο μεγάλωμα των τριών παιδιών της. «Δεν είχα βοήθεια από τους γονείς μου. Εκείνοι βοηθούσαν την αδερφή μου. Οι γονείς μου, αν και λένε ότι με αγαπούν, ήταν καταπιεστικοί απέναντί μου. Έφυγα από το σπίτι όταν αρραβωνιάστηκα. Έκανα το πρώτο μου παιδί το 2017. Πάντα ήθελα να κάνω οικογένεια και παιδιά, επειδή προέρχομαι από πολύτεκνη οικογένεια» είπε.


Ημαθία: Η 37χρονηείχε διακόψει τη φαρμακευτική αγωγή 

Να σημειωθεί ότι η 37χρονη είχε διακόψει τους τελευταίους μήνες τη φαρμακευτική αγωγή της και η κατάστασή της επιδεινώθηκε: «Πήρα αγωγή για έξι μήνες και όταν σταμάτησα, υποτροπίασα και σε αυτό συνέβαλε και η συμπεριφορά του πρώτου μου συζύγου. Ήταν εξυβριστικός και κακοποιητικός. Δεν σκέφτηκα, όμως, να τον καταγγείλω. Έπαιρνα ενέσιμη θεραπεία μία φορά το μήνα. Το δεύτερο σύζυγο τον γνώρισα τον Μάιο. Ήθελε οικογένεια και παιδιά, αλλά όχι εμένα. Ήταν κι εκείνος κακοποιητικός και με είχε χτυπήσει όταν ήμουν έγκυος. Τον Σεπτέμβριο με χτύπησε στο πρόσωπο και έπαθα διάτρηση τυμπάνου. Έσπερνε διχόνοιες στα παιδιά μου. Δεν είχε ιδιαίτερο δέσιμο ούτε με το γιο του. Κυρίως, η μάνα του με βοηθούσε. Ήταν αδιάφορος. Δεν ερχόταν να δει το παιδί».

Και συνέχισε: «Το τελευταίο διάστημα έβλεπα πράγματα υπερφυσικά, έβλεπα τα τρία μου παιδιά με άλλα μάτια, πολύ πονηρά, λες και ήταν κάτι μέσα τους. Εκεί που κοιμόμασταν χοροπηδούσε το κρεβάτι. Τα έλεγα στους γονείς μου, αλλά δεν με πίστευαν. Μου έλεγαν να πάω σε ψυχίατρο, γιατί δεν με καταλάβαιναν με αυτά που έλεγα. Δεν κοιμόμουν και άρχισα να βλέπω πράγματα που οι άλλοι δεν αντιλαμβάνονταν. Καθόμασταν και τρώγαμε κι εγώ έβλεπα σκιές πάνω από τα κεφάλια τους σε σχήμα λύκου ή κουνελιού, μια μαγκούρα μεγάλη και μικρή. Έβλεπα γενικά αντικείμενα, λες και ήταν σημάδια, λες και κάποιος τα τοποθετούσε με τέτοιο τρόπο για να μας έχει δεμένους. Όταν το πάθαινα αυτό, πήγαινα αμέσως εκκλησία. Ένιωθα πως κάποιος με κυνηγούσε και γενικά ένιωθα το κακό. Νοσηλεύτηκα στην ψυχιατρική κλινική, αλλά τους φοβόμουν, γιατί δεν μου άρεσε το βλέμμα τους».

Η 37χρονη μητέρα είδε τους συμμαθητές της να χάνουν τη ζωή τους στο φριχτό τροχαίο δυστύχημα των Τεμπών, το 2003, και όπως είπε: «Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι ότι θα πήγαινα εκδρομή με το σχολείο, αλλά τελικά δεν μου το επέτρεψε ο πατέρας μου, γιατί μου είχε πει να διαλέξω αν ήθελα χρήματα για ψώνια ή για την εκδρομή».