Τον γύρο του κόσμου κάνει η τραγική είδηση της κλοπής αρχαιοτήτων -χρυσών κοσμημάτων, πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων και μετάλλων από τον 15ο αι. π.Χ. έως τον 19ο- από τα θησαυροφυλάκια του Βρετανικού Μουσείου.

«Χάθηκαν, εκλάπησαν ή καταστράφηκαν», αναφέρεται στην επίσημη ανακοίνωση του Μουσείου, θησαυροί που φυλάσσονταν για ακαδημαϊκούς - ερευνητικούς σκοπούς και δεν είχαν εκτεθεί στις συλλογές του.

Πώς «χάθηκαν», πώς «εκλάπησαν», πώς και γιατί «καταστράφηκαν»; Δεν ήταν καταγεγραμμένα και έτσι απλά «χάθηκαν»; Ήταν τόσο ελλειμματική η ασφάλεια και έκαναν φτερά ή/και τα βανδάλισαν; Αυτά τα ερωτήματα απασχολούν τον παγκόσμιο Τύπο, εκθέτοντας παράλληλα το Μουσείο.

Φυσικά, έπειτα από αυτό το περιστατικό, είναι λογικό να συζητιέται εκ νέου στους πολιτιστικούς -σε πρώτο χρόνο- κύκλους το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά πιο έντονα από ποτέ.

Το πρώτο στο οποίο προέβη το Μουσείο ήταν να απολύσει τον υπάλληλό του, ειδικό στην Αρχαία Ελλάδα, και να κινηθεί νομικά εναντίον του. Ο 56χρονος Πίτερ Τζον Χιγκς, «παγκόσμιος ειδικός στις ελληνικές αρχαιότητες», ύστερα από τρεις δεκαετίες που βρισκόταν στο δυναμικό του Μουσείου κατηγορείται «για κλοπή ανεκτίμητων θησαυρών».

Και αναπόφευκτα είδε την πόρτα εξόδου. Αξιοσημείωτο, πως στο παρελθόν φέρεται να βγήκαν κοσμήματα από τη συλλογή ελληνορωμαϊκών τεχνουργημάτων Townley προς πώληση στο eBay. Πάλι είχε εμπλακεί το όνομά του, παρά ταύτα όμως εξακολούθησε να εργάζεται στο Μουσείο.

Εκτός από επιμελητής ελληνικών συλλογών του Βρετανικού Μουσείου, ήταν μέλος της ομάδας των «Monuments Men», με αρμοδιότητα στον εντοπισμό βανδαλισμένων αντικειμένων και την επιστροφή τους στις χώρες τους ή, εφόσον κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, σε έκθεσή τους στο Λονδίνο.

«Επικρατεί χάος»

Η οικογένειά του επιμένει στην αθωότητά του: «Έχασε τη δουλειά, τη φήμη του χωρίς να έχει κάνει τίποτα. Είναι άδικο. Δεν θα μπορούσε να είναι αυτός. Δεν νομίζω ότι λείπει κάτι. Είναι συντετριμμένος, πρόκειται για το ‘‘έργο’’ της ζωής του. Δεν έχω γνωρίσει ποτέ κάποιον που να είναι τόσο παθιασμένος με αυτό που έκανε. Είναι παγκόσμιος ειδικός στον τομέα του. Το όνομά του σύρθηκε στη λάσπη, δαιμονοποιήθηκε», υποστηρίζει ο γιος του, Γκρεγκ, συμπληρώνοντας ότι ο πατέρας του «απολύθηκε τον Ιούλιο και ήταν υπό έρευνα για ένα διάστημα».

Χαρακτηριστικό είναι πως ο ίδιος, μιλώντας στους «Times», προ 21 ετών, απαντώντας σε ρεπόρτερ που του είχε μιλήσει για «απώλεια αντικειμένων τέχνης», απάντησε (αναφερόμενος στο Βρετανικό Μουσείο): «Θα εμφανιστούν ξανά, επικρατεί χάος εδώ κάτω. Ορισμένα αντικείμενα δεν έχουν καταγραφεί για έναν αιώνα».

Η πολυπλόκαμη, όπως φαίνεται, υπόθεση της κλοπής των αρχαιοτήτων πο-νοκεφαλιάζει τους επικεφαλής του Βρετανικού Μουσείου, καθώς γινόταν σταδιακά: συντελούνταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ακόμα και πριν από το 2023. Πρόκειται, εξάλλου, για τη μεγαλύτερη παραβίαση ασφάλειας που έχει γνωστοποιηθεί τα τελευταία χρόνια.

Σε δεύτερο χρόνο περνάνε, όπως είναι φυσικό, οι δηλώσεις του προέδρου του Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν, που τόνισε: «Σκοπεύουμε, πρώτον, να ανακτήσουμε τα κλεμμένα αντικείμενα. Δεύτερον, να αναζητήσουμε εάν θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει κάτι για να αποτρέψουμε το συμβάν και, τρίτον, να διασφαλίσουμε τον χώρο ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να ξανασυμβεί».

Και πρόσθεσε ότι τα περιστατικά ενισχύουν την απόπειρα ανακαίνισης και επανασχεδιασμού των κτιριακών υποδομών του Βρετανικού Μουσείου. «Αυτό είναι ασυνήθιστο συμβάν. Ξέρω ότι μιλάω εκ μέρους όλων των συναδέλφων όταν λέω ότι λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας την ασφάλεια των αντικειμένων υπό την επίβλεψή μας», δήλωσε ο απερχόμενος διευθυντής του Μουσείου, Χάρτγουικ Φίσερ, και πρόσθεσε: «Συνεργαζόμαστε με εξωτερικούς συμβούλους για να καταγράψουμε ακριβώς τι λείπει, τι έχει καταστραφεί και κλαπεί». «Το μουσείο απολογείται για ό,τι συνέβη. Τελείωσε όμως και είμαστε αποφασισμένοι να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους», κατέληξε.

Έρευνα εκ των έσω

Το θέμα είναι πρωτοσέλιδο στα ευρωπαϊκά ΜΜΕ, με τα βρετανικά έντυπα, μεταξύ άλλων την «Daily Telegraph», να αναφέρουν πως δεν έχουν δοθεί περιγραφές ούτε φωτογραφίες των αντικειμένων. Την έρευνα εκ των έσω ανέλαβε πρώην μέλος του διοικητικού του συμβουλίου, ο σερ Νάιτζελ Μπόρντμαν, επισημαίνοντας ότι οι κλεμμένες αρχαιότητες θα επιστρέψουν στην έδρα τους. «Θα είναι μια δύσκολη δουλειά που θα εμπλέξει εσωτερικούς και εξωτερικούς ειδικούς, αλλά είναι προτεραιότητά μας, ανεξάρτητα από το πόσο χρονοβόρα θα αποβεί».

Με κάτι τέτοια περιστατικά τίθεται εκ νέου το ζήτημα της επιστροφής στην Ελλάδα των Γλυπτών του Παρθενώνα. Το Βρετανικό Μουσείο μπορεί να τα προστατέψει ή τώρα πια όχι; Σχετικά με την απώλεια, κλοπή και φθορά αντικειμένων από τις Συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, η Ελληνίδα υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε: «Είναι εξαιρετικά λυπηρό και ιδιαίτερα σοβαρό το γεγονός που γνωστοποίησε το Βρετανικό Μουσείο. Το υπουργείο Πολιτισμού παρακολουθεί με πολύ μεγάλη προσοχή την εξέλιξη του θέματος».

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή