Στο πένθος έχει βυθιστεί η χώρα για τον άδικο χαμό των δύο πιλότων του Canadair που συνετρίβη την Τρίτη (25/07) στην Κάρυστο. Ο σμηναγός Χρήστος Μουλάς και ο ανθυποσμηναγός Περικλής Στεφανίδης «έπεσαν» στο καθήκον κατά τη διάρκεια επιχείρησης στη φωτιά.

Αυτόπτης μάρτυρας της συντριβής του μοιραίου Canadair στην Κάρυστο που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο των δύο πιλότων ήταν ο αντιπτέραρχος εν αποστρατεία Γιώργος Γερούλης.

Ο ίδιος μίλησε στην ΕΡΤ για όλα όσα είδε στο «μαύρο» σημείο της τραγωδίας και την αυταπάρνηση των στελεχών της Ελληνικής Αεροπορίας και της Πυροσβεστικής.

Περιγράφοντας τα συναισθήματα των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, δήλωσε ότι «δυστυχώς αυτές τις μέρες δεν είμαστε και στην καλύτερη κατάσταση ψυχολογικά, βλέποντας ότι ο φόρος τιμής, ο φόρος αίματος συνεχίζεται». Ωστόσο, όπως τόνισε, «αυτή είναι η ζωή, αυτό είναι το καθήκον και αυτό είναι το πρόβλημα της Πολεμικής Αεροπορίας, να υποστηρίζει με αίμα το έργο της».

Όσον αφορά τα όλα όσα είδε στην περιοχή Πλατανιστός και τις προσπάθειες που κατέβαλαν κατά τη διάρκεια της δασοπυρόσβεσης οι πιλότοι σε μια περιοχή με δύσκολο ανάγλυφο και ανεμογεννήτριες, ανέφερε χαρακτηριστικά τα εξής:

«Είχα πάει στην κορυφή για να βλέπω τι θα κάνουμε εμείς εάν συνεχιστεί η φωτιά», είπε, προσθέτοντας ότι οι πιλότοι «με χειρουργικό τρόπο επιχειρούσαν. Έπαιρναν νερό από την Κάρυστο και στη συνέχεια, παράλληλα με τις γραμμές μεταφοράς ρεύματος, για να έχουν ασφάλεια, προσέγγιζαν τη φωτιά με τη φόρα από Δύση προς Ανατολή και έριχναν το νερό ακριβώς στο σημείο. Όλες οι ρίψεις ήταν περίπου στο ίδιο στυλ».

«Έγινε από υπερβάλλοντα ζήλο»

Μιλώντας για τη μοιραία ρίψη, δήλωσε ότι έγινε «από υπερβάλλοντα ζήλο. Άφησε το νερό με τον στόχο να μην ξαναγυρίσει γιατί ήταν και η τελευταία προσπάθεια. Δυστυχώς, αυτή η τελευταία ρίψη ήταν και η μοιραία. Ενδεχομένως το σφάλμα του υπερβάλλοντος ζήλου για να τελειώσει με τον καλύτερο τρόπο τη δουλειά του είναι αυτό που δεν του έδωσε (σ.σ.: στον κυβερνήτη) τη δυνατότητα να προσέξει ή είχε καπνό μπροστά του, δεν είδε το δέντρο και έγινε το μοιραίο».

Η πτέρυγα του αεροπλάνου ήταν άχρηστη μετά το χτύπημα

Σχολιάζοντας τα τελευταία δευτερόλεπτα και την αποκόλληση του πλωτήρα, ο κ. Γερούλης αποκάλυψε ότι από το σημείο που ήταν το αεροπλάνο δεν άλλαξε καθόλου ούτε μία μοίρα τη στάση του. Γεγονός που σημαίνει ότι «ο πλωτήρας ίσως να παρέσυρε ή να φράκαρε το πηδάλιο κλίσεως στην άκρη του φτερού».

Και όπως είπε, εάν συνέβη αυτό, τότε η πτέρυγα του αεροπλάνου ήταν άχρηστη. «Οι άνθρωποι έκαναν σίγουρα την αντίδραση, αλλά δεν είχε αποτέλεσμα. Είχε φρακάρει. Χρόνος υπήρχε, αλλά δεν ανταποκρίθηκε το σκάφος», συμπλήρωσε, περιγράφοντας την τροχιά πτώσης του αεροσκάφους.

Ο ίδιος αναφέρθηκε στις ικανότητες των πιλότων, λέγοντας ότι «η ανθρώπινη μηχανή εκείνη τη στιγμή δούλευε τέλεια. Το έβλεπα στις τέσσερις ώρες που επιχειρούσαν. Δεν ολιγώρησε καθόλου αλλά ίσα ίσα υπερέβαλαν μέχρι την τελευταία στιγμή».

Ο κ. Γερούλης μίλησε και για την παλαιότητα των Canadair, προσθέτοντας ότι ένα αεροσκάφος όταν πετάει πετάει ασφαλέστατα ύστερα από συντήρηση. «Δεν υπάρχει αεροσκάφος που να πετάει, να απογειώνεται με πρόβλημα. Κανένας χειριστής δεν είναι τρελός να πάει να σκοτωθεί. Ένας τεχνικός δίνει το πράσινο φως για να πετάξει ένα αεροσκάφος, γνωρίζοντας πως είναι η μεγάλη ευθύνη», σημείωσε ο αντιπτέραρχος εν αποστρατεία.

Τέλος, σχολιάζοντας την τελετή-φόρο τιμής στη μνήμη των πιλότων, εξέφρασε την ευχή να είναι η τελευταία αιματοχυσία πιλότων της Ελληνικής Αεροπορίας.