Μία πρώτη, σημαντική όσο και αδιαμφισβήτητη επιτυχία αποτελεί για την ίδια την κυβέρνηση το γεγονός ότι είναι, ουσιαστικά, ένα και μόνον ένα εκείνο το άρθρο του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας για το ΕΣΥ, την ιατρική εκπαίδευση και τις αυξήσεις στις μηνιαίες αποδοχές και τα επιδόματα των γιατρών του ΕΣΥ της χώρας μας, το οποίο έχει συγκεντρώσει τα “πυρά” της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, των Δ.Σ. ορισμένων ιατρικών συλλόγων της χώρας μας, καθώς και του Δ.Σ. του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ). Πρόκειται για το περιβόητο άρθρο 10, δευτερευόντως και για το άρθρο 7. Τα εν λόγω άρθρα αφορούν νέες ρυθμίσεις για τις εργασιακές σχέσεις των γιατρών στο ΕΣΥ.

Το νομοσχέδιο κατατέθηκε την Τετάρτη 23 Νοεμβρίου στη Βουλή και εισάγεται σήμερα προς συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής. Αναμένεται, μάλιστα, να ψηφισθεί σήμερα το βράδυ ή αύριο, Παρασκευή, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται καταθέσει αίτημα στον πρόεδρο της Βουλής, Κωνσταντίνο Τασούλα, για τη διεξαγωγή ονομαστικής ψηφοφορίας.

Με το εν λόγω νομοσχέδιο αυξάνονται, μεταξύ άλλων, αναδρομικά οι αποδοχές των γιατρών του ΕΣΥ, γεγονός το οποίο συνιστά υλοποίηση της σχετικής εξαγγελίας του ιδίου του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, από την Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ).

Άξονες

Συγκεκριμένα, θα καταβληθούν αναδρομικά, από τις 28 Ιουνίου 2022, αυξήσεις της τάξης του 10%, μεσοσταθμικά, στους μισθούς και τα επιδόματα περισσότερων από 20.000 γιατρών του ΕΣΥ, ενώ, την ίδια στιγμή, από την 1η Ιανουαρίου 2023 θα καταβληθεί επιπλέον για πρώτη φορά προσαύξηση, ύψους έως ακόμη και 690 ευρώ, στο νοσοκομειακό επίδομα για τους γιατρούς οι οποίοι υπηρετούν σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ). Επίσης, θα χορηγηθεί για πρώτη φορά μηνιαίο χρηματικό επίδομα, ύψους 250 – 400 ευρώ, στους γιατρούς οι οποίοι υπηρετούν στα τμήματα επειγόντων περιστατικών (ΤΕΠ) των νοσοκομείων του ΕΣΥ όλης της χώρας, αλλά και στους αναισθησιολόγους οι οποίοι υπηρετούν στα αναισθησιολογικά τμήματα των ιδρυμάτων.

Έτσι, με το νομοσχέδιο αποκτά πάγιο χαρακτήρα το προβλεπόμενο στο άρθρο 32 του νόμου 4816/2021 μηνιαίο χρηματικό επίδομα, ύψους 250 – 400 ευρώ, προς τους γιατρούς της ειδικότητας της Αναισθησιολογίας, καθώς και σε εκείνους οι οποίοι ασκούνται για την απόκτηση της συγκεκριμένης ιατρικής ειδικότητας.

Μεταξύ των σημαντικών ρυθμίσεων του νομοσχεδίου είναι η τροποποίηση του νομικού πλαισίου το οποίο διέπει την κρίση και την επιλογή των γιατρών του ΕΣΥ, προκειμένου να καθίσταται εφικτή η στοχευμένη και προσαρμοσμένη στις ανάγκες των νοσοκομείων επιλογή του μόνιμου ιατρικού προσωπικού για τη στελέχωση των νοσοκομείων του ΕΣΥ όλης της χώρας.

Σύμφωνα με την ίδια την κ. Γκάγκα, “η συνεκτίμηση των αναγκών αυτών συνιστά καταλυτικό παράγοντα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της κρίσης και της επιλογής των γιατρών στο ΕΣΥ, κατά τρόπο ορθολογικό και ανάλογο των αναγκών για τη στελέχωση των νοσοκομείων”.

Από τους βασικούς άξονες του νομοσχεδίου είναι επίσης η αναβάθμιση της ιατρικής εκπαίδευσης, με δύο τρόπους: Πρώτον, με την επιτάχυνση της τοποθέτησης γιατρών για άσκηση σε ιατρική ειδικότητα μέσω της μεταφοράς της διαδικασίας τοποθέτησης από το υπουργείο Υγείας στα ίδια τα νοσοκομεία, τα οποία θα αποτελούν πλέον εκπαιδευτικά κέντρα, καθώς και της δημιουργίας μίας ηλεκτρονικής πλατφόρμας για την υποβολή των αιτήσεων και την τήρηση της σειράς της χρονικής προτεραιότητας. Δεύτερον, μέσω της δημιουργίας ομάδων νοσοκομείων ανά ιατρική ειδικότητα, για την τοποθέτηση ειδικευομένων γιατρών προς άσκηση για απόκτηση ειδικότητας, καθώς και μέσω της κυκλικής τοποθέτησης των ειδικευομένων γιατρών στα νοσοκομεία της ομάδας, στην οποία θα ενταχθούν, αλλά και του καθορισμού του αριθμού των θέσεων γιατρών προς άσκηση ανά ειδικότητα και ανά νοσοκομείο, με γνώμονα τις ανάγκες του συστήματος Υγείας της χώρας και, φυσικά, των πολιτών της.

Εργασιακά

Ιδιαίτερη ευελιξία, κίνητρα για την παραμονή των γιατρών στο ΕΣΥ, αλλά και την αναγκαία αποτελεσματικότητα για τους ιδίους τους ασθενείς φιλοδοξεί να προσδώσει στο ΕΣΥ της χώρας μας ο εκσυγχρονισμός του νομικού πλαισίου, το οποίο διέπει το καθεστώς της απασχόλησης των γιατρών του ΕΣΥ. Έτσι, με το νομοσχέδιο προβλέπεται η δυνατότητα να προκηρύσσονται θέσεις μερικής απασχόλησης, σε νοσοκομεία δυσπρόσιτων και απομακρυσμένων περιοχών, θέσεις που θα καλύπτονται από γιατρούς οι οποίοι θα έχουν επίσης τη δυνατότητα για άσκηση ιδιωτικού επαγγέλματος (άρθρο 7).

Στο ίδιο μήκος κύματος και, μάλιστα, χωρίς να αμφισβητείται διόλου η πυρηνική όσο και θεμελιώδης εργασιακή σχέση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών του ΕΣΥ, θεσπίζεται η δυνατότητα για μερικούς από αυτούς τους γιατρούς να μπορούν, υπό συγκεκριμένες και πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, να λειτουργούν παράλληλα ιδιωτικό

ιατρείο ή να παρέχουν παράλληλα τις υπηρεσίες τους προς ιδιωτικές κλινικές, ιδιωτικά διαγνωστικά ή θεραπευτικά εργαστήρια κ.λπ., και μόνον για μία ημέρα την εβδομάδα (άρθρο 10).

Την ίδια στιγμή και για λόγους ίσης μεταχείρισης, με το νομοσχέδιο αίρεται η σχετική απαγόρευση, η οποία ίσχυε μέχρι σήμερα, και θα επιτρέπεται πλέον σε όσους πανεπιστημιακούς γιατρούς υπηρετούν σε νοσοκομεία του ΕΣΥ ή σε νοσοκομεία αρμοδιότητας του υπουργείου Παιδείας να παρέχουν παράλληλα τις υπηρεσίες τους σε ιδιωτικές κλινικές.

Όπως διαβεβαίωσε, άλλωστε, την περασμένη εβδομάδα ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, από τον ραδιοφωνικό σταθμόΠαραπολιτικά 90,1 FM”:Θα γεμίσουμε με γιατρούς τα νοσοκομεία μας και θα είναι η πρώτη φάση της μεταρρύθμισης, που  και στη δεύτερη φάση να κάνουμε και εξορθολογισμό των δομών, με τέτοιο τρόπο που να ικανοποιούν τις ανάγκες. Και όταν λέμε εξορθολογισμό δεν εννοούμε ούτε μείωση δομών ούτε συγχωνεύσεις, αλλά να ξέρουμε ότι κάθε υγειονομική μονάδα έχει ένα χαρακτήρα και εξυπηρετεί κατά τον καλύτερο τρόπο τις υγειονομικές ανάγκες των πολιτών”.

Γιάννης Μπολέτης: Το νομοσχέδιο προωθεί αναγκαίες επιμέρους παρεμβάσεις

Oι περισσότεροι, αν όχι όλοι, έχουμε τη γνώμη, ότι το σύστημα υγείας χρειάζεται ριζική αναμόρφωση. Αυτό όμως δεν αποκλείει επιμέρους παρεμβάσεις, εφόσον κρίνεται αναγκαίο.

Μία τέτοια παρέμβαση επιχειρείται με το προς ψήφιση Νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας, το οποίο κατά κύριο λόγο ρυθμίζει θέματα του ιατρικού προσωπικού των Νοσοκομείων του ΕΣΥ. Οι αλλαγές για τις κρίσεις και προσλήψεις των ιατρών είναι γενικά προς τη σωστή κατεύθυνση διότι: α)προσδίδουν σχετική ευελιξία β)ενισχύουν τα ποιοτικά κριτήρια επιλογής έναντι των ποσοτικών- γ) δίνουν τη δυνατότητα στο Νοσοκομείο,στο οποίο ο ιατρός θα προσληφθεί, να έχει ουσιαστική άποψη κατά τη κρίση δ) ενεργοποιούν τη δυνατότητα προκηρύξεων θέσεων Συντονιστών –Διευθυντών και καθορίζουν τα κριτήρια πρόσληψης τους. Προδιαγράφεται έτσι η αρχή μιας ορθολογικής αποκατάστασης της ιεραρχίας των κλινικών και εργαστηρίων μετά τη 15ετή λειτουργία του επονομαζόμενου «πολυδιευθυντικού συστήματος», το οποίο δεν φαίνεται να απέδωσε τα αναμενόμενα. ε) Γίνεται προσπάθεια ορθότερης διευθέτησης του τρόπου ορισμού προσωρινού Επιστημονικού Υπευθύνου στα τμήματα που υπηρετούν περισσότεροι του ενός διευθυντές.

Η εκπαίδευση για τη χορήγηση ειδικότητας σε ομάδα Νοσοκομείων αντί ενός, όπως ισχύει μέχρι σήμερα, είναι θετική με την προϋπόθεση, ότι η ποιότητα της εκπαίδευσης δεν θα διαφέρει μεταξύ των Νοσοκομείων. Αυτό εν μέρει μόνο ισχύει σήμερα και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί. Αντιπροσωπευτικές ιατρικές ομάδες για την κάθε ειδικότητα έχουν παραδώσει από 4ετίας τις προτάσεις τους για την ομαδοποίηση των Νοσοκομείων και καλό είναι να αξιοποιηθούν.

Τέλος, η πλέον συζητημένη αλλαγή αφορά στη δυνατότητα των Νοσοκομειακών ιατρών να εργάζονται ιδιωτικά εκτός Νοσοκομείου για περιορισμένο χρόνο στη διάρκεια της εβδομάδας. Η αλλαγή αυτή από μόνη της, παρόλο που αποσβένει υπάρχουσες ανισότητες, δεν προδικάζει καλή ή κακή έκβαση, μιας και εμπεριέχει θετικά στοιχεία αλλά και δυνητικά αρνητικά, κυρίως αν, η εφαρμογή της δεν επιτηρηθεί αυστηρά. Η επιτήρηση περιλαμβάνει την συμμόρφωση με τον χρόνο απασχόλησης εκτός του Νοσοκομείου, καθώς και την τήρηση των Νοσοκομειακών υποχρεώσεων των ιατρών. Αρμόδιες για το παραπάνω, δεν μπορεί παρά να είναι οι διοικήσεις των Νοσοκομείων. Όμως η μέχρι τώρα εμπειρία έχει δείξει, ότι η αποτελεσματικότητα των τελευταίων δεν είναι εκ προοιμίου δεδομένη.

Με αυτή τη διαπίστωση έρχεται στο προσκήνιο η ανάγκη για τη συνολική αλλαγή του συστήματος υγείας όπως προανέφερα, ώστε οι υπάρχουσες αδυναμίες να μην υποσκάπτουν και νεότερες αποφάσεις, που από μόνες τους είναι ορθές.

* Ο Γιάννης Μπολέτης είναι καθηγητής Νεφρολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Δημήτρης Βαρνάβας: Το νομοσχέδιο θα εκτινάξει τις ιδιωτικές δαπάνες Υγείας

Στην Ελλάδα οι πολίτες καταβάλλουν τις μεγαλύτερες ιδιωτικές δαπάνες υγείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως η κυβέρνηση, αντί να καταβάλλει προσπάθεια να τις μειώσει, πράττει το ακριβώς αντίθετο. Με το νομοσχέδιο για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη θα εκτινάξει την ανάγκη των πολιτών να καταβάλλουν χρήματα από την τσέπη τους, ώστε να εξασφαλίσουν υπηρεσίες υγείας.

Η σκανδαλώδης ρύθμιση για κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών ΕΣΥ, εκτός της εκτίναξης των ιδιωτικών δαπανών, θα προκαλέσει συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού με τους αυτό-απασχολούμενους γιατρούς, πράγμα που έχει επισημανθεί απ΄ όλους τους Ιατρικούς Συλλόγους και τον ΠΙΣ, ακόμη και από τον Τομέα Υγείας της ΝΔ που απαίτησε απόσυρση της διάταξης.

Η ΕΙΝΑΠ, οι υπόλοιπες Ενώσεις Γιατρών και η ΟΕΝΓΕ, τονίζουν πως η συγκεκριμένη ρύθμιση διαλύει τον πυρήνα του Εθνικού Συστήματος Υγείας, το οποίο ως γνωστόν στήριξε την κοινωνία τη δύσκολη στιγμή της πανδημίας, όταν οι ιδιωτικοί όμιλοι υγείας κρατούσαν καθαρά τα νοσηλευτήριά τους και ταυτόχρονα θησαύριζαν με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.

Εις μάτην! Η ρύθμιση παραμένει ενεργή στο νομοσχέδιο που συζητείται πλέον στη Βουλή και η κ. Γκάγκα την υπερασπίζεται με το έωλο επιχείρημα πως δίνει στους πολίτες πολλαπλές δυνατότητες επιλογής γιατρού!

Υπάρχει ακόμη μία ρύθμιση, η οποία δίνει δυνατότητα σε ιδιώτες γιατρούς να εισβάλλουν στα δημόσια Νοσοκομεία με μερική απασχόληση. Για τη συγκεκριμένη ρύθμιση οι προσκείμενοι στη ΝΔ Ιατρικοί Σύλλογοι δεν εκφράζουν αντιρρήσεις. Απλώς σιωπούν.

Τέλος, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει μισθολογικές ρυθμίσεις για τους γιατρούς ΕΣΥ, οι οποίες οδηγούν σε αυξήσεις αποδοχών ύψους 10%, όταν ο πληθωρισμός τρέχει με 12,5% και σωρευτικά οι απώλειες στο μισθολόγιο των γιατρών ανέρχονται σε 40%. Πρόκειται για εμπαιγμό, ο οποίος θα επισπεύσει τη φυγή νέων γιατρών στο εξωτερικό. Το ερώτημα είναι γιατί το κάνει η κυβέρνηση και μάλιστα αναδρομικά από 28ης Ιουνίου 2022;

Απάντηση: διότι τη συγκεκριμένη ημερομηνία δημοσιεύτηκε απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας, η οποία υποχρεώνει την κυβέρνηση να αποκαταστήσει τις περικοπές στο Ειδικό Ιατρικό Μισθολόγιο. Δίνοντας αναδρομική ισχύ στο μισθολόγιο η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα ισχυριστεί πως συμμορφώνεται με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και θα παραπέμψει τους γιατρούς ΕΣΥ εκ νέου στα δικαστήρια για έκδοση απόφασης μετά από 3 χρόνια.

Μέχρι τότε, αν παραμείνει ως κυβέρνηση η ΝΔ, δεν θα έχει μείνει ούτε λιθαράκι από το ΕΣΥ…

* Ο Δημήτρης Βαρνάβας είναι μέλος του Δ.Σ. του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ).