Για δύο βαρύτατες κακουργηματικές πράξεις παραπέμπεται στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου η Ρούλα Πισπιρίγκου με βούλευμα «καταπέλτη» του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών της Αθήνας.

Συγκεκριμένα, το δικαστικό συμβούλιο παρέπεμψε τη Ρούλα Πισπιρίγκου σε δίκη για τη δολοφονία της κόρης της Τζωρτζίνας αλλά και για απόπειρα ανθρωποκτονίας αυτής.

Οι δικαστές, ακολουθώντας και την πρόταση του εισαγγελέα Γιώργου Νούλη, κρίνουν πως η κατηγορούμενη τέλεσε τις αξιόποινες πράξεις που της αποδίδονται με δόλο και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.

Για την ανθρωποκτονία της Τζωρτζίνας οι δικαστές υιοθετούν τα τα όσα αναφέρει ο εισαγγελέας Γ.Νούλης στην πρότασή του, περί χορήγησης της θανατηφόρας ουσίας στις 29 Ιανουαρίου μέσα στο νοσοκομείο που νοσηλευόταν το 9χρονο κορίτσι, σε χρόνο που ήταν μόνο η μητέρα του στο δωμάτιο.

Όμως, αξιολογώντας τις καταθέσεις γιατρών και ειδικών, καταλήγουν στο ότι η κατηγορούμενη και τον Απρίλιο του 2021 προσπάθησε να σκοτώσει το παιδί με την χορήγηση κεταμίνης, χωρίς ωστόσο να το καταφέρει λόγω της άμεσης επέμβασης των γιατρών. 

Στο σκεπτικό τους αναφέρουν, μεταξύ άλλων, πως ο αποκλεισμός της μύτης  και του στόματος δεν είναι πρόσφορος τρόπος ώστε να προκληθεί ανακοπή, σημειώνοντας πως η κατηγορούμενη χορήγησε μη επακριβώς ταυτοποιήθησα ουσία, κατασταλτική του κεντρικού νευρικού συστήματος, με πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα η ουσία αυτή να είναι κεταμίνη.

Μία ουσία που συγκαταλέγεται σε εκείνες που είναι ικανές να προκαλέσουν ανακοπή και η οποία επέφερε πτώση των αφίξεων και μηδενισμό του κορεσμού στο οξυγόνο.

Το κίνητρο

Σε ό,τι αφορά το κίνητρο, οι δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών αναφέρονται στην εμμονή της κατηγορούμενης, με τον Μάνο Δασκαλάκη καθώς όλα τα περιστατικά συνέβαιναν όταν ήταν σε διάσταση με τον σύζυγό της, αφετέρου αποδίδουν τις πράξεις της στην προσωπικότητα της, βασιζόμενοι και στην περιγραφή της ειδικής πραγματογνώμονα που είχε οριστεί κατά την ανάκριση.

«Η κινητροδότηση της κατηγορούμενης ως προς την εκπόρευση της ως άνω εξακολουθητικής αξιόποινης συμπεριφοράς της ελέγχεται στα δυσμενή και παθογενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς και της ιδιοσυγκρασίας της, που αποκρυσταλλώνονται, κυρίως, σε ιδέες μεγαλείου συνδεόμενες με τη δημοσιότητα / διασημότητα, αλλά μη έχουσες έρεισμα στην πραγματικότητα, στον ενστερνισμό της αντίληψης πως μπορεί κανείς να αποκτήσει δημοσιότητα / διασημότητα μέσα από παραβατικές πράξεις, στη διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, πραγματικού και μη πραγματικού, σε αποστέρηση κάθε γνησίου συναισθήματος, σε επικέντρωση (κατά προεξάρχοντα ρόλο) σκέψεων και  επενδύσεων γύρω από τον ήδη εν διαστάσει σύζυγό της και υποστηρίζοντα την κατηγορία, με ενδιάθετη έκφραση κτητικότητας επ’ αυτού, στη διακατοχή της από την ιδέα / φόβο της εγκατάλειψης, στην απόδοση μεγάλης σημασίας στο να βρίσκεται κανείς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσω της διασημότητας που προσφέρει η δημοσιότητα, στην αντίληψη των παιδιών της ως μια ναρκισσιστικής προέκτασης του εαυτού της και σε προσέγγιση εξιδανίκευσης του θανάτου, καταδεικνύεται, κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου, θρασύτητα, έντονη αντικοινωνικότητα, αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή, ταπεινά ελατήρια και ιδιαίτερη επικινδυνότητα της κατηγορούμενης…» τονίζεται στο βούλευμα.

Ταυτόχρονα, οι δικαστές κρίνουν πως πρέπει να συνεχιστεί η προσωρινή κράτηση της Ρούλας Πισπιρίγκου για ακόμη έξι μήνες καθώς η κατηγορούμενη είναι ύποπτη τέλεσης νέων, όμοιων αξιόποινων πράξεων ακόμη και κατά των δικών της ανθρώπων.