Μία μαρτυρία-ποταμό για την πυρκαγιά στους πρόποδες της Πεντέλης, που ξεκίνησε το απόγευμα της περασμένης Τρίτης και έσβησε τελικά το μεσημέρι της Τετάρτης, κατέθεσε με ανάρτησή της στο facebook κάτοικος της περιοχής, το πατρικό σπίτι της οποίας υπέστη πολύ σοβαρές ζημιές από τη φωτιά.

Η Μαρίνα - δρ. βιοχημείας και ερευνήτρια - παρουσιάζει αναλυτικά όσα είδε μέσα σε αυτό το 24ωρο και τι έκανε η Πυροσβεστική, η Αστυνομία, τα συνεργεία του ΔΕΔΔΗΕ, τα επίγεια και τα εναέρια μέσα.

Ολόκληρη η ανάρτηση, που περιγράφει αναλυτικά τα όσα έγιναν στον Νταού και στο Ντράφι, έχει ως εξής:

«Με αφορμή το Μάτι, και σήμερα που είναι η πρώτη ημέρα που κάπως μάζεψα τις σκέψεις μου μετά την μερική καταστροφή του πατρικού μου. Να πω πως τα έζησα.
Έχουμε ζήσει οικογενειακώς 3 μεγάλες φωτιές στην Πεντέλη, και στο Ντράφι τα τελευταία 35 χρόνια. Για όσους δεν γνωρίζουν το Ντράφι εκτείνεται από ψηλά στην Πεντέλη μέχρι κάτω στην Μαραθώνος στο ύψος της Παλλήνης και έχει θέα το αεροδρόμιο στα Σπάτα και από πίσω την θάλασσα. Είναι περιοχή ρυμοτομημένη, με σχέδιο πόλεως και όχι αυθαίρετα από το 1975 και μετά. Οι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους γνωρίζουν από φωτιές, καθαρίζουν σχολαστικά τα οικόπεδα, οι δρόμοι είναι φαρδιοί (οι κύριοι) και λειτουργούν και ως αντιπυρική ζώνη αλλά και επιτρέπουν τη γρήγορη διέλευση οχημάτων πυροσβεστικής και αστυνομίας.

Οι δύο από τις τρεις μεγάλες φωτιές ξεκίνησαν από το Νταου Πεντέλης. Έναν χώρο χωρίς σπίτια (μπορεί κάποια αυθαίρετα βέβαια, μέχρι και στάνες) χωρίς ιδιαίτερους δρόμους και στο κέντρο του όγκου της Πεντέλης. Η τρίτη φωτιά είχε ξεκινήσει (πάλι ποτέ κανείς δεν έμαθε) ίσως από δόλο στην περιοχή του Γραμματικού, εκεί που σχεδιαζόταν να γίνει η νέα διαχείριση απορριμμάτων.

Η τέταρτη φωτιά, ήταν το 2018, μπήκε στο Νταού, αλλά επειδή οι άνεμοι ήταν εκείνο το απόγευμα Δυτικοί έκαψε το Μάτι τελικά. Ήμασταν και πάλι στο σπίτι, και πάλι μαζεύαμε και καταβρέχαμε, κλείναμε σφραγίζαμε κατεβάζαμε όλες τις κουρτίνες κλπ. Οι ριπές των ανέμων το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018 έμοιαζαν με αυτές που ζήσαμε προχθές του Προφήτη Ηλία στην ονομαστική γιορτή του πατέρα μου. Ήταν απόκοσμοι άνεμοι, ριπές που ξεπερνούσαν τα 9 μποφόρ. Σε έριχναν κάτω.

Όταν μπήκε η φωτιά ήταν 5.20 το απόγευμα. Η πυροσβεστική παρατάχθηκε αμέσως στους πάνω δρόμους του Ντραφιού, και προς την Παλαιά Πεντέλη στην Καλλισίων. Πεζοπόρα τμήματα ήταν πιο πάνω παντού στην πλαγιά, και γίνονταν υπεράνθρωπες προσπάθειες να σταματήσει το μέτωπο. Ήταν αδύνατον με αυτούς τους ανέμους. Κάθε ριπή, έστελνε πυρακτωμένα κάρβουνα πιο κάτω, πιο πέρα έτρεχε η πυροσβεστική σε άλλο σημείο, και κάπως έτσι υπήρχε ένα τεράστιο μέτωπο που κατέβαινε το βουνό και διάσπαρτες εστίες εκατοντάδες παντού.

Αυτά έγιναν μετά τις 7 που πλέον τα εναέρια μέσα δεν μπορούσαν να πετάξουν, ήταν ήδη επικίνδυνα με τους ανέμους. Η φωτιά περιορίστηκε πάρα πολύ με υπεράνθρωπες προσπάθειες μέσα στη νύχτα. Τι είδα εγώ.

1. Μου έκανε εντύπωση, μέσα στον πόνο μας, ότι στα πυροσβεστικά οχήματα τα πληρώματα ήταν μεν ενισχύσεις από την επαρχία, αλλά ένας από τους δύο. Ο δεύτερος ήταν από κάποιον σταθμό της Αττικής κοντά, έτσι ώστε να μπορεί να οδηγεί και καθοδηγεί. Αυτό είναι θέμα συντονισμού και σχεδιασμού.

2. Ότι σε κάθε δεύτερο δρόμο, στη γωνία με τους φαρδιούς κεντρικούς υπήρχαν μία ή δύο υδροφόρες για να γεμίζουν τα πυροσβεστικά. Και αυτό θέμα συντονισμού και σχεδιασμού. Ακόμα και σήμερα στην Πεντέλη, στην αρχή στο τέλος του Ντραφιού, στην Καλισσίων, κοντά στην Πλατεία και στο Παίδων έχει υδροφόρες και περιπολία.

3. Ότι υπήρχε πάρα πολύ αστυνομία που περιπολούσε. Για να ξεκαθαρίσω και κάτι, που κι εγώ κορόϊδευα. Τα μπιτονάκια. Σε μια τέτοια φωτιά τέτοιας έκτασης και με τέτοιους ανέμους και ριπες 9 και 10 μποφόρ, δεν φτάνει να την σβήσει η πυροσβεστική. Πρέπει να μείνει και κάποιος πίσω να σβήνει τις ατελείωτες μικρο-εστίες που ξεφυτρώνουν από παντού μόλις κάνει ένα "βουπ" ο άνεμος και ξαναφουντώνει κάτι από ένα απειροελάχιστο καρβουνάκι. Όλη η πλαγιά άχνιζε. Η αστυνομία ήταν παντού να παρακολουθεί αλλά και να σβήνει ότι μπορεί πίσω από την πυροσβεστική, και να τους ειδοποιεί με κάθε μεγάλη αναζωπύρωση. Ο στρατός επίσης είχε ανέβει με φτυάρια σε περιοχές και προσπαθούσε να "θάψει" καυτά σημεία. Ένα άλλο πράγμα που έκανε η αστυνομία εκείνες τις ώρες είναι να κοιτάει αν κάποιος χρειάζεται να εκκενωθεί. Και η εκκένωση γινόταν από άλλο δρόμο ανάλογα πως προχωρούσε η φωτιά. Έτσι σώθηκαν ζωές. Και το τρίτο, και αυτό όποιος το κοροϊδέψει δεν έχει ζήσει τέτοιες στιγμές, είναι η ασφάλεια που σου παρείχαν, ότι θα περιπολούν συνέχεια και θα περνούν από τα σπίτια με ζημιές για να μην γίνει πλιάτσικο. Μετά το πρώτο σοκ, τον πόνο και τα δάκρυα, αυτό που θέλεις είναι κάποιος να σου πει, μην ανησυχείς για τα πράγματά σου, αυτά τα προσωπικά, την ζωή σου που έχτισες, εγώ είμαι εδώ, θα περιπολώ να μην στα πάρουν να μην καταστραφεί τίποτα άλλο.

4. Σε μια τέτοια φωτιά δεν ξέρω αν ξέρουν αυτοί που με άνεση πληκτρολογούν, αλλά δεν υπάρχει νερό. Η Αττική είναι όλη προφανώς υψηλότερα από το σημείο της θάλασσας πόσο μάλλον περιοχές που βρίσκονται πάνω στο βουνό. Χρειάζονται αντλιοστάσια για να φτάσει το νερό εκεί και τα αντλιοστάσια χρειάζονται ρεύμα. Και η φωτιά είχε κάψει όλο το δίκτυο της ηλεκτροδότησης. Άρα λοιπόν οι λύσεις είναι, ή έχεις δεξαμενή νερού, και γεννήτρια (με πετρέλαιο φυσικά μέσα στη φωτιά που φτάνει πολύ υψηλές θερμοκρασίες), αλλά τα λάστιχα δεν έχουν νερό. Μόνο κουβάδες και μπιτόνια που γεμίζουν από όπου βρουν και πάνε να σβήσουν μικροεστίες. Για να μην υπάρχουν αναζωπυρώσεις. Δεν ξέρω ποια είναι η λύση. Μία μεγάλη δεξαμενή θωρακισμένη από φωτιά πάνω πάνω; Σε κάθε περιοχή; Δεν ξέρω. Πάντως οι αστυνομία και ο στρατός έμεναν πίσω δρόμο δρόμο μαζί με την πολιτική προστασία και έκαναν αυτό ακριβώς αφού είχε σβήσει η πυροσβεστική την κυρίως φωτιά.

5. Δίκτυα. Προφανώς μάθαμε μετά τα χιόνια και το Μάτι. 6 το πρωί όπως πήγαινα όλη η Καλισσίων είχε καμένες κολώνες της ΔΕΗ (δεν θα έπρεπε να είναι ξύλινες to start with) και πουθενά ρεύμα σε όλη την Πεντέλη, αλλά και σε όλη την περιοχή Ανθούσα Παλλήνη κλπ. Ήταν συνεργεία του ΔΕΔΔΗΕ, τουλάχιστον 50 άτομα, φορτηγά με τσιμεντένιες κολώνες και δούλευαν ήδη με την πυροσβεστική να είναι πλάι για τυχόν αναζωπύρωση. Στις 11 το βράδυ που φύγαμε από το σπίτι, αφού μαζεύαμε κανονίζαμε σώζαμε ότι ήταν, ήταν εκεί και στήναν ακόμα τις τσιμεντένιες κολώνες αυτήν την φορά. Το πρωί στις 6 που ξαναγυρίσαμε ήταν ακόμα εκεί. Μιλάμε για 24 ώρες ασταμάτητη δουλειά αμέσως μετά το πρώτο 4ωρο- 5ώρο της πυρκαγιάς και έτσι ηλεκτροδοτηθήκαμε την άλλη ημέρα. Και αυτό σημαίνει και φως στα σημεία που δεν έχει καταστραφει το σπίτι, και νερό να πλένουμε. Χθες Σάββατο απόγευμα ακούμε φορτηγά πλάι από το σπίτι. Ήταν του ΟΤΕ. Mε τρυπάνια "παπαγαλάκια". Δεν κάηκαν μόνο τα καλώδια της ΔΕΗ αλλά και του ΟΤΕ. Τηλεπικοινωνίες δεν υπάρχουν στο Ντράφι και στην Πεντέλη, και πιο κάτω. Ρωτήσαμε και μας είπαν ότι ανακατασκευάζουν όλο το δίκτυο. Εδώ όμως πάλι με ξύλινες κολώνες. Αντί για τις τσιμεντένιες που χρησιμοποίησε ο ΔΕΔΔΗΕ.

6. Που μας φέρνει στο συντονιστικό της βραδιάς και το πρωί. Διότι όλα τα αυτοκίνητα της πολιτικής προστασίας και όλοι οι αστυνομία και πυροσβεστική είχαν ασύρματους που δούλευαν (καθόλου αυτονόητο στη χώρα που ζούμε) και έτσι όταν βρήκα εγώ την φωτιά να έχει μόλις μπει μέσα στο σπίτι, μπόρεσαν και φώναξαν και βρήκαμε άμεσα την πυροσβεστική.

7. Τα εναέρια. Είναι ένα θαύμα πραγματικό ότι έσβησε την άλλη ημέρα η φωτιά έτσι όπως έζησα εγώ τις συνθήκες. Σε καμία άλλη φωτιά δεν ήταν έτσι ο άνεμος. Ίσως το απόγευμα του Ματιού έμοιαζε λίγο. Το πρωι στι 6.30 πετούσαν ανά 50 δευτερόλεπτα περίπου τα Canadair το ένα πίσω από το άλλο και έκαναν διαδοχικές ρίψεις και έσβηναν την φωτιά σε μεγάλα σημεία. Τα ελικόπτερα πήγαιναν πάνω από σπίτια που φλέγονταν και έριχναν, αλλά και σε εστίες πιο κάτω σε εκτάσεις μη κατοικημένες αλλά μέσα στον αστικό ιστό. Πραγματικά είναι τόσο τρομακτικό το πόσο κοντά στο ανάγλυφο του εδάφους πετάνε τα Canadair. Λες και γλείφουν την πλαγιά. Μόνο έτσι όμως έσβησε η φωτιά.
Όσοι λένε για κάτι τεράστια αεροπλάνα Ρώσικα ή άλλα, που πετούν ψηλά και φέρουν τεράστιους όγκους νερού, προφανώς νομίζουν ότι η Ελλάδα είναι σαν τη Σιβηρία με τεράστιες flat εκτάσεις δασών σε απομονωμένες περιοχές. Εκείνη την ημέρα ήταν η τρίτη (ή τέταρτη αν αναλογιστούμε το Μάτι και ότι ο άνεμος δεν ευνόησε να έρθει η φωτιά προς το Ντράφι) και φαρμακερή για εμάς. Όσοι ήταν μέσα στην κόλαση της νύχτας, και όλη την άλλη ημέρα εκεί, ξέρουν τι τεράστια κινητοποίηση υπήρξε. Για τα μέτρα του ελληνικού κράτους. Τι πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα δεν ξέρω. Εμείς, θα προσπαθήσουμε να περάσουμε τις δύσκολες αυτές ώρες και να ανασυνταχθούμε και σας ευχαριστούμε όλους πολύ για την συμπαράσταση, και τα λόγια σας.

ΥΓ. Η Πεντέλη με τις άοκνες προσπάθειες όλων είχε πρασινίσει πάλι, τα πεύκα ήταν πάλι στα δύο μέτρα περίπου. Η πανίδα είχε επιστρέψει, αλεπούδες (βλέπαμε πάρα πολλές) ορτύκια, πέρδικες κλπ. Αυτά όλα τώρα τέλος. Μας έμεινε ο πράσινος καταβρεγμένος κήπος μας, κάτι είναι και αυτό».