Την κόλαση που έζησε 66 ολόκληρες μέρες στα χέρια των κακοποιών που τον απήγαγαν περιέγραψε στην κατάθεσή του ο «βασιλιάς των ανταλλακτικών» Γιώργος Κυπαρίσσης. Στην κατάθεσή του περιέγραψε στους αστυνομικούς πώς οι απαγωγείς του τον οδήγησαν στο πρώτο κρησφύγετο στις 29 Δεκεμβρίου όταν έγινε η απαγωγή και πώς στη συνέχεια τον μετέφεραν σε άλλο χώρο. «Αμέσως μόλις φτάσαμε στο πρώτο κρησφύγετο, μου έβαλαν ωτοασπίδες στα αυτιά και από πάνω μου έβαλαν ακουστικά μουσικής. Τα μάτια μου ήταν ήδη καλυμμένα από τη στιγμή που με απήγαγαν. Μου είχαν βάλει κουκούλα και μονωτική ταινία. Δεν άκουγα και δεν έβλεπα τίποτα. Αυτός ήταν ο στόχος τους άλλωστε. Επίσης, τα χέρια μου ήταν δεμένα πίσω, με χειροπέδες. Μου είχαν δέσει και τα πόδια για να μην έχω ελευθερία κίνησης. Με ρίξανε στο πάτωμα. Δεν μπορούσα να κουνηθώ, παρά ελάχιστα».

«Εκείνη τη στιγμή με χτύπησαν και μου έσκισαν τα ρούχα. Μόνο το εσώρουχο μου άφησαν. Άρχισαν να μου λένε ότι θέλουν λεφτά για να με αφήσουν και παράλληλα συνέχισαν να με χτυπάνε. Σε αυτή την κατάσταση, δεμένος στο πάτωμα, χωρίς όραση, έμεινα 2 μέρες. Δεν έβλεπα τίποτα, δεν άκουγα τίποτα και δεν μπορούσα να κουνηθώ. Ήταν μία κόλαση.

Αφότου πέρασαν δύο μέρες, με μετέφεραν σε δεύτερο κρησφύγετο. Όταν με πήγανε εκεί, με βάλανε μέσα σε ένα δωμάτιο. Με άφησαν στην ίδια κατάσταση για 2 ακόμα μέρες. Δεν άντεχα άλλο. Νόμιζα ότι θα τρελαθώ. Τους παρακάλεσα να μου βγάλουν την κουκούλα και τη μονωτική ταινία για να δω, όπως και έγινε. Στο ύψος των ματιών το δέρμα μου ήταν κατάμαυρο όταν μου τα έβγαλαν. Δεν αναγνώριζα το πρόσωπό μου.

Μετά μου λύσανε και τα χέρια. Στην αρχή με είχαν δεμένο στο κρεβάτι, αλλά αργότερα μου έδεσαν τα πόδια με αλυσίδα που είχε περιθώριο λίγα μέτρα για να μπορώ να σηκώνομαι και να κινούμαι στο δωμάτιο. Μου αφήσανε και μία κουκούλα για να τη φοράω όταν ήθελα τουαλέτα, φαγητό ή οτιδήποτε άλλο, όπως το μπάνιο, που έκανα λιγοστές φορές. Φορούσα την κουκούλα δηλαδή και μετά χτυπούσα την πόρτα και ζητούσα αυτό που ήθελα. Αυτή ήταν η συμφωνία».

«Όσο με κρατούσανε, τραβήξανε και κάποια βίντεο, προφανώς για να τα στείλουνε στην οικογένειά μου. Στα βίντεο αυτά μου υπαγόρευαν κατά λέξη αυτά που ήθελαν να πω. Ήθελαν να εκβιάσουν την οικογένειά μου για να δώσει τα λεφτά. Σε κάποια από αυτά τα βίντεο με χτύπησαν κιόλας, για να φαίνεται το αίμα στην κάμερα. Επίσης, σε ένα από τα βίντεο μου ξυρίσανε και το κεφάλι και μετά μου το χαράξανε για να ματώσει.

Τέλος, τη μέρα πριν με αφήσουν ελεύθερο, με έβαλαν νωρίς το πρωί να κάνω μπάνιο με καυτό νερό. Έκανα μπάνιο πολλή ώρα. Παράλληλα με ψεκάζανε με κάποιο υγρό, σαν χλωρίνη, ενώ με βάλανε να ξυρίσω το σώμα και το κεφάλι. Σε όλο αυτό το διάστημα που έμεινα σε αυτό το δεύτερο κρησφύγετο, μέχρι που με άφησαν, στο δωμάτιο ήμουν πάντα μόνος μου. Το δωμάτιο είχε τα απολύτως απαραίτητα. Αποτελούνταν δηλαδή από ένα διπλό κρεβάτι, μία τηλεόραση και μία λάμπα για φως.

Δεν είχε παράθυρα. Πρέπει να με παρακολουθούσαν μέσα στο δωμάτιο. Αυτό το κατάλαβα όταν μία μέρα ζήτησα φαγητό και μου απάντησαν ότι πρώτα έπρεπε να βάλω την κουκούλα και μετά να μου ανοίξουν και να μου δώσουνε. Τους ανθρώπους αυτούς που με κρατούσαν δεν τους είδα ποτέ. Μόνο τους άκουγα, αλλά και αυτό ελάχιστα, γιατί όταν ήθελαν να μιλήσουν, έβαζαν δυνατά την τηλεόραση για να μην ακούω».

Δημοσιεύτηκε στην ΟΝ ΤΙΜΕ στις 9 Μαρτίου 2022